Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

ΟΝΟΘΡΙΑΜΒΟΣ




ΟΝΟΘΡΙΑΜΒΟΣ

ΠΡΟΣΩΠΑ:

ΗΡΑΚΛΗΣ

ΓΑΪΔΑΡΟΣ

ΧΟΙΡΟΣ

ΝΕΟΣ

Ο Ηρακλής κάθεται σε μια πέτρα. Η μακριά του γενειάδα χώνεται ανάμεσα στα πόδια του και σέρνεται στην γη. Φοράει την λεοντή του και στα χέρια του κρατάει ένα μεγάλο κομμάτι ωμό κρέας. Δίπλα του είναι ακουμπισμένο ένα τεράστιο ρόπαλο.
- Που πήγες δαίμονα μου. Που πήγες; Τελειώνω κιόλας το φαΐ μου. Άντε, δεν θα έρθεις να με οδηγήσεις στην γυναίκα μου;
Ο Ηρακλής τεντώνει το λαιμό του και κοιτάζει γύρω.
- Είπε ότι θα ερχόταν και θα με οδηγούσε στην γυναίκα μου την Δηιάνειρα. Μα που είναι;
Ξαφνικά εμφανίζεται ένας χωρικός με γουρουνίσια κεφαλή. Ενώ ο Ηρακλής τρώει, ο γουρουνοκέφαλος γουρουνίζει και τον κοροϊδεύει. Ο Ηρακλής κάνει κινήσεις στον αέρα με τα χέρια του, εφόσον δεν βλέπει τον γουρουνοκέφαλο.
Ηρακλής - Έλα, ήρθες;
Χοίρος – Ήρθα.
Η - Και ποιός είσαι πάλι εσύ; Και τίνος είσαι;
Χ- Αγνώστου ταυτότητας υποκείμενο.
Η- Που πάει να πει;
Χ- Σώμα αντικείμενο ορατό, πνεύμα υποκείμενο αόρατο.
Η- Καλά λες, δεν βλέπω τίποτα, ίσα που ακούω την φωνή σου. Μύρισες πάλι αίμα δαίμονα αόρατε;
Ο Ηρακλής σηκώνει το ρόπαλο και προσπαθεί να χτυπήσει τον αέρα.


Χοίρος - Τρελάθηκες πάλι ή φοβήθηκες μην σου πιούνε καμιά σταγόνα αίμα από το αρνί. Ξέρεις πολύ καλά ότι εγώ δεν τρώω αίμα. Ακολουθώ μια μάλλον Πυθαγόρεια δίαιτα.
Η- Μέχρι πότε θα αντέχεις την πείνα στο τέλος θα φας, αφού το ξέρω ότι είσαι παμφάγος δαίμονας. Αλλά μέχρι τότε δε σου σφάζω ούτε ένα γουρούνι.
Χοίρος - Σου έχω πει την ιστορία πως μετά τη βρώση του απαγορευμένου καρπού, τα γουρούνια ξεπατώσανε όλα τα δέντρα του παραδείσου και αφήσανε όρθιο μόνο το δέντρο της ζωής που βρισκότανε στο κέντρο της Εδέμ;
Ηρακλής- Κάνανε τέτοια ζημιά;
Χοίρος - Όχι ανόητε, ξεκαθαρίζανε το δρόμο για τους ανθρώπους. Πως νομίζεις έγιναν οι άνθρωποι.
Ηρακλής – Τί έγιναν λέει οι άνθρωποι;
Χ. – Ζωντανοί αγαθέ μου έγιναν. Δεν το ξέρεις;
Ηρακλής – Ναι; και πως;
Χοίρος – Οι άνθρωποι ήταν νεκροί. Κλεισμένοι μέσα σε ένα κιβώτιο και θαμένοι στη γη. Μετά όμως εγώ τους ελευθέρωσα. Τότε ήρθε η Ίσιδα που έψαχνε τον Όσιρι, τον κύριο και σωτήρα των ψυχών μας. (Το γουρούνι κάνει το σταυρό του)
Η – Ναι λέγε.
Χ. – Φυσικά την λυπήθηκα. Άρχισα να σκάβω τη γη, από δω και απο εκεί, μέχρι που βρήκα το κιβώτιο του Οσιρι.
Ηρακλής – Μάλιστα, γι΄ αυτό οι Αιγύπτιοι θυσιάζουν χοίρο μία φορά τον χρόνο. Όταν γιορτάζουν την εύρεση του σώματος του Όσιρι!
Χ.- Ναι γι΄ αυτό.
Ο Ηρακλής σταματάει το φαγητό, και ρωτάει κοροϊδευτικά.
Ηρακλής - Και τελικά ποιος το έφαγε το κλήμα της αμπέλου;
Χοίρος - Ο γάιδαρος τό φαγε ποιος άλλος.


Ξαφνικά πετάγεται δεύτερος άνθρωπος φωνάζοντας αμάν με βαριά φωνή και κεφαλή γαϊδάρου με τεράστια αυτιά.
Ηρακλής - Ποιος τό ‘φαγε είπες;
Γάιδαρος - Ο γάιδαρος κλάδεψε το κλήμα, κρασί να γίνει το γλυκό σταφύλι, να πίνει ο χοίρος να μεθά και ο Ηρακλής να αγαπά.
Ηρακλής - Α! ώστε το γουρούνι είναι ετούτο το υποκείμενο που μου γουρούνιζε.
Και τί μέρος του λόγου είσαι εσύ; Μήπως είσαι ο καλός μου δαίμονας; Ώρες σε περιμένω.
Γάιδαρος - Πνεύμα επίκαιρον εξ ουρανού.
Ηρακλής - Και μήπως κάτι σπουδαίον έχεις να μας πεις;
Γάιδαρος - Βεβαίως όπως ξέρεις είμαι άγγελος από τον ουρανό και ήρθα στη γη να σου φανερώσω τη σοφία μου.
Η - Εσύ μου τα λες λίγο ποιο ξεκάθαρα, αν και δεν βλέπω τα φτερά σου.
Χοίρος - Και ποιο είναι πάλι το μεγάλο σου γαϊδουρινό μυστικό.
Γ - Γουρουνίσιο αυτί να το βράσεις.
Χοίρος - Τί είδους μυστική συνταγή είναι αυτή, αντιδράει ο Χοίρος.
Η - Γουρουνίσιο αυτί; Αναρωτιέται ο Ηρακλής.
Γ – Ναι, να το βράσεις. Επιβεβαιώνει ο Γάιδαρος.
Χοίρος - Κοίτα στραβέ πόσο μεγάλα αυτιά έχει ο γάιδαρος.
Ηρακλής - Ποιός γάιδαρος.
Γάιδαρος - Το πνεύμα το επίκαιρον.
Το γουρούνι ετοιμάζετε να το σκάσει, ο Γάιδαρος του επιτίθεται πρώτος, ο Ηρακλής σηκώνεται αναστατωμένος αποκαλύπτοντας κάτω από την γενειάδα του ένα τεράστιο φαλλό. Το γουρούνι σκοντάφτει πάνω στο φαλλό και ο Γάιδαρος του δαγκώνει τα αυτιά. Ο Ηρακλής τα παίρνει και τα βάζει στο σάκο του.
Η – Βέπω στο αυτί του γουρουνιού τα σημάδια πό τα δόντια του γαϊδάρου. ¨ανω γνάθος, κάτω γνάθος.
Γάιδαρος- Άσε τα σημάδια και βράσε το αυτί.
Η-Και είναι τόσο νόστιμο το γουρουνίσιο αυτί;
Γ -Αν το βράσεις;
Χοίρος - Τα γαϊδουρινά είναι πιο νόστιμα άμα τα βράσεις δύο φορές.
Η - Σκάσε χοίρε κι άκουσε, ο γάιδαρος θα τραγουδήσει σοφά λόγια που κι εκείνος άκουσε με τα μεγάλα αυτιά του.
Χ - Τα γαϊδουρινά αυτιά είναι μεγάλα και νόστιμα.
Η - Ο χοίρος δεν ακούει τίποτα, είναι άχρηστος, προτείνω να τον θυσιάσουμε.
Χ - Τα γαϊδουρινά αυτιά είναι εκατό φορές πιο μεγάλα από του γουρουνιού.
Ο Ηρακλής σηκώνει το ρόπαλο και χτυπάει κατακέφαλα το γουρούνι. Το γουρούνι πέφτει στη γη. Αφήνει το τομάρι του, και σηκώνεται ένας νέος άνθρωπος. Ο Ηρακλής τον βλέπει.

Ηρακλής -Νέε μου!
Νέος - Μόλις ήρθα στο παλάτι του θανάτου, είσαι ο Πλούτων;
Η - Πως το κατάλαβες;
Νέος - Θέλω να μου πεις τι θα κάνω για να αντιμετωπίσω τον θάνατο.
Η - Αυτά πες τα στον γάιδαρο, αυτός ξέρει.
Γάιδαρος- Θα αγαπήσεις την πρώτη γυναίκα που θα γνωρίσεις στη ζωή σου.
Νέος - Και αν ποτέ γνωρίσω κάποια άλλη.
Γ - Αν είσαι θεός μόνο τότε μπορείς να ξεφύγεις από τις μαινάδες, κι εσύ και το γένος σου.
Νέος - Αν είμαι θνητός, με σάρκα και οστά;
Ο νέος παίρνει ένα κομμάτι κρέας με και κόκαλα από τα χέρια του Ηρακλή, - εφόσον ο ήρωας μας είχε ήδη αρχίσει να ροχαλίζει, και τα δείχνει στον Γάιδαρο.
Γ - Αν είσαι θνητός θα σε ξεσκίσουν στα δύο σα σκύλο και θα σου πιούνε το αίμα και θα σκορπίσουνε τις σάρκες σου στη γη.
Νέος - Μα είναι αλήθεια τόσο φοβερά όσα θα πάθω;
Γ - Μακάρι να μην γνωρίσεις τις Μαινάδες, αλλά τέτοια ευχή πιάνει μία στο εκατομμύριο.
Νέος - Μα αν τις γνωρίσω;
Γ - Τότε θα γνωρίσεις τον εαυτό σου. Τότε θα γνωρίσεις τον αγαθό θάνατο.
Νέος - Μα ποιος είναι ο αγαθός θάνατος.
Γ - Αγαθός θάνατος είναι ο ευτυχισμένος θάνατος.
Νέος - Ένας θάνατος όπως του Τέλλου, χρηστού ανήρ όντως, όστις ετελεύτισεν ενδόξως αριστεύσας υπέρ της πατρίδος. Πάλιν δε του Σόλωνος ειπόντος ειδέναι και Κλεόβι και Βίτωνα, φιλαδέλφους και φιλομήτορας διαφερόντως άνδρας, Και ποία η αξία του αγαθού τούτου θανάτου;
Γ - Το λανθάνειν ουδένα ωφελεί. Θάνατον φυγείν αδύνατον. Ζωή αληθινή και τέρψις αληθινή και μόνη ωφέλιμη η του Κυρίου ανάσταση.
Νέος - Και περί εμού του ιδίου όσον αφορά πως θα γνωρίσω εγώ το μέλλον το δικό μου.
Γ – Γι αυτό ρώτα τον Ηρακλή.
Νέος – Μα αυτός ήδη κοιμήθηκε.
Γ – Θα σου πω τί θα κάνεις. Πάρε την λεοντή του Ηρακλή, κι ένα μέρος από τα γένια του και κατέβα στη λίμνη.
Νέος – Στη λίμνη;
Γ – Ναι εκεί θα συναντήσεις μια γυναίκα.
Νέος – Μαινάδα;
Γ – Η γυναίκα αυτή θα σε κάνει αθάνατο θεό.
Νέος – Μα τί μου λες; Αλήθεια;
Γ – Έλα, πάρε την λεοντή.
Ο νέος φοράει την λεοντή, δένει και μερικά γένια στο πρόσωπο και τραβάει προς τη λίμνη.



Γάιδαρος – Ηρακλή, Ηρακλή σήκω.
Ηρακλής – Έλα, δεν είναι νωρίς ακόμη; Δεν θέλω να πάω πουθενά.
Γάιδαρος – Δεν πάμε στην γυναίκα σου, ξέχασε το.
Ηρακλής – Τί, δεν πάμε; Γιατί;
Γάιδαρος – Γιατί αυτός ο νέος σου πήρε την λεοντή κι έφυγε.
Ο Ηρακλής σηκώνεται και αρχίζει να φωνάζει.
Ηρακλής – Η λεοντή μου, η λεοντή μου. Πως θα με αναγνωρίζει η Δηιάνειρα, η καλή μου γυναίκα.
Γάιδαρος – Πάμε να φύγουμε από εδώ, άντε.
Ηρακλής – Πάμε, ναι πάμε, μα...
Γάιδαρος - .....
Ηρακλής – Νάτος ο νέος, φωνάζει και τρέχει, και έπεσε στο νερό, μου φαίνεται πως καίγεται.
Γάιδαρος – Ξέχνα τον Ηρακλή. Αυτός κάηκε, εμείς εδώ.

ΤΕΛΟΣ


Το κείμενο αυτο γράφτηκε 18 - 7 - 2000 και δημοσιεύθηκε στον pathfinder.

Βασιλάκης Φ. Νεκτάριος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου