πέρδικα π όντα περπατείς
στα μάτια με ξανοίγεις
κατέχω ντο πως με θωρείς
κι απόι θες να φύγεις
θωρώ ντα εγώ τα χρώματα
απού ΄χεις στα φτερά σου
κατέχω κιόλας πως πετάς
όπου γυρνά η καρδιά σου
κι αφού μ αφήνεις να σε δω
κάνεις πως δεν με είδες
και μ΄ ένα φτεροκόπημα
γκρεμίζεις τις ελπίδες
μα ήντα θαρρείς δε σε γροικώ
σ τσι θάμνους απού παίζεις
κρυφό δεν είναι μυστικό
πως με παρακατσεύεις
στ ανέμου τα φυσήματα
θαρρώ πως ξεπορτίζεις
σ άλλου πουλιού τη θύμηση
πως ξαφνικά γυρίζεις;
τα κάλλη σου δε ζήλεψα
μούδε την ομορφιά σου
τα δάση μόνο μίσησα
που κρύβουν την καρδιά σου
ποιος σού πε πάλι ψέματα
και χώνεσαι στα χόρτα
πως έχω σπίτι ένα κλουβί
με σιδερένια πόρτα
δεν με θωρείς που κάθομαι
ήσυχα κι ανιμένω
δε θέλω μόνο να σε δω
κι απόις θε να πηαίνω
στιχοι: Βασιλάκης Νεκτάριος
Λεξικό
όντα = όταν
θωρείς = βλέπεις
θωρώ ντα = τα βλέπω
ξανοίγεις = κοιτάζεις
κατέχω = γνωρίζω
απόι = μετά
παρακατσεύεις = παρακολουθείς, κρυφοκοιτάζεις
θαρρώ = νομίζω
ήντα = τί
γροικώ = ακούω
χώνεσαι = κρύβεσαι
ανιμένω = περιμένω
1 σχόλιο:
Πολύ γλυκό και τρυφερό ποίημα Νεκτάριε.
Δημοσίευση σχολίου