Η σημερινή γνώση για την ελληνική φιλοσοφία είναι δομημένη σε μια χριστιανική παρεξήγηση και όχι σε μια κατανόηση της. Δύο στοιχεία είναι εκείνα που δημιουργούν και περιθάλπουν αυτή την παρεξήγηση. Πρώτα είναι η επιμονή μας να θεωρούμαι τους προσωκρατικούς φιλόσοφους υλιστές και φυσικούς φιλόσοφους που αναζητούν εξηγήσεις για την φύση του σύμπαντος έξω από τον θεό.
Η προσπάθεια των προσωκρατικών να κατανοήσουν και να περιγράψουν την φύση του Ενός, την ουσία της πρωταρχικής ύπαρξης παρεξηγήθηκε ως μια προσπάθεια να αποδώσουν υλικά χαρακτηριστικά στην πρώτη ουσία. Αυτό είναι λάθος και μια τέτοια άποψη βρίσκεται μακριά από την αλήθεια. Το άπειρον του Αναξίμανδρου, ο αέρας του Αναξιμένη, η φωτιά και ο λόγος του Ηράκλειτου, και το νερό του Θαλή, δεν είναι υλικά στοιχεία αλλά ζωντανές οντότητες. Οι φυσικοί φιλόσοφοι προσπαθούν συνειδητά να έρθουν σε επαφή με μία οντότητα πέρα από την καθημερινή εμπειρία. Ο Ηράκλειτος μιλάει για αθάνατους ανθρώπους και θνητούς θεούς, ο Εμπεδοκλής και ο Πυθαγόρας περπάτησαν σαν θεοί πάνω στη γη, ενοώντας ότι είχαν άμεση επαφή με τον Θεό και είχαν θεϊκές δυνάμεις.
Η προσπάθεια των προσωκρατικών να κατανοήσουν και να περιγράψουν την φύση του Ενός, την ουσία της πρωταρχικής ύπαρξης παρεξηγήθηκε ως μια προσπάθεια να αποδώσουν υλικά χαρακτηριστικά στην πρώτη ουσία. Αυτό είναι λάθος και μια τέτοια άποψη βρίσκεται μακριά από την αλήθεια. Το άπειρον του Αναξίμανδρου, ο αέρας του Αναξιμένη, η φωτιά και ο λόγος του Ηράκλειτου, και το νερό του Θαλή, δεν είναι υλικά στοιχεία αλλά ζωντανές οντότητες. Οι φυσικοί φιλόσοφοι προσπαθούν συνειδητά να έρθουν σε επαφή με μία οντότητα πέρα από την καθημερινή εμπειρία. Ο Ηράκλειτος μιλάει για αθάνατους ανθρώπους και θνητούς θεούς, ο Εμπεδοκλής και ο Πυθαγόρας περπάτησαν σαν θεοί πάνω στη γη, ενοώντας ότι είχαν άμεση επαφή με τον Θεό και είχαν θεϊκές δυνάμεις.
Εκείνη την εποχή θεωρούσαν τα άστρα ως θεούς και η φύση, η Γη και ο Ουρανός ήταν θεότητες ζωντανές και όχι άψυχα δημιουργήματα ενός ανθρωπόμορφου θεού. Ακόμα και ο Αναξαγόρας ο οποίος κατηγορήθηκε ως άθεος επειδή ισχυρίσθηκε ότι η Σελήνη είναι από χώμα και ο ήλιος από φωτιά, δεν ήταν υλιστής ούτε είχε κάποια πρόθεση να αποδώσει υλικά και άψυχα χαρακτηριστικά στην φύση. Γι αυτό και η πρώτη ουσία του Αναξαγόρα είναι ο Νους. Ο ουρανός κινείται σύμφωνα με το Νου, η φωτιά του ήλιου και η χωμάτινη σελήνη τραβάνε την πορεία τους σύμφωνα με όσα ο συμπαντικός Νους κανονίζει. Το σύμπαν το Αναξαγόρα διευθύνεται από μια πρωταρχική ουσία που την ονομάζει Νου, από μια υπερσυνείδηση η οποία είναι η πρωταρχική ουσία της ύλης.
Ο Παρμενίδης, ο φυσικός φιλόσοφος, θεωρείται σήμερα εκείνος που καθιέρωσε την λογική, παρουσίασε το δικό του πρωταρχικό ον, ως ένα ον που ήταν πάντα όλο μαζί ενιαίο και θα είναι πάντα και δεν υπάρχει τίποτα άλλο έξω από αυτό. Και αυτό το ον, το σύμπαν είναι ζωντανό, είναι νους, γιατί όπως λέει ο φιλόσοφος, ίδιο είναι το νοείν και το υπάρχειν. «Το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι.»
Η γνώση αυτή δεν ήταν μια στεγνή μαθηματική γνώση αλλά ήταν πνεύμα που το μετέφερε ο δάσκαλος στον μαθητή, ήταν μύηση. Ο ίδιος ο Σωκράτης πήρε την «ησυχία» από τον δάσκαλο του Αμεινία, έλαβε δηλαδή την σιωπή, την εσωτερική γνώση που του έδωσε το δικαίωμα να μιλάει για τον εσωτερικό δαίμονα. Η πενταετής σιωπή των Πυθαγορίων και οι μυήσεις σε τελετές μέσα σε σπήλαια ήταν μέθοδοι που χρησιμοποιούσαν οι φιλόσοφοι εκείνη την εποχή. Οι φιλόσοφοι δεν δίδασκαν απλά κάποια ξερή γνώση όπως σήμερα νομίζουμε. Οι φιλόσοφοι μετέφεραν μια αρχαία μυστική γνώση που έχει να κάνει με μεταφυσική εμπειρία και όχι με απλή λογική κατανόηση. Η ελληνική φιλοσοφία ήταν θεολογία και επιστήμη του κόσμου, ήταν μια θρησκεία για ανθρώπους με νόηση και αλήθεια.
Η γνώση αυτή δεν ήταν μια στεγνή μαθηματική γνώση αλλά ήταν πνεύμα που το μετέφερε ο δάσκαλος στον μαθητή, ήταν μύηση. Ο ίδιος ο Σωκράτης πήρε την «ησυχία» από τον δάσκαλο του Αμεινία, έλαβε δηλαδή την σιωπή, την εσωτερική γνώση που του έδωσε το δικαίωμα να μιλάει για τον εσωτερικό δαίμονα. Η πενταετής σιωπή των Πυθαγορίων και οι μυήσεις σε τελετές μέσα σε σπήλαια ήταν μέθοδοι που χρησιμοποιούσαν οι φιλόσοφοι εκείνη την εποχή. Οι φιλόσοφοι δεν δίδασκαν απλά κάποια ξερή γνώση όπως σήμερα νομίζουμε. Οι φιλόσοφοι μετέφεραν μια αρχαία μυστική γνώση που έχει να κάνει με μεταφυσική εμπειρία και όχι με απλή λογική κατανόηση. Η ελληνική φιλοσοφία ήταν θεολογία και επιστήμη του κόσμου, ήταν μια θρησκεία για ανθρώπους με νόηση και αλήθεια.
Η πρώτη αυτή παρεξήγηση στέρησε την δυνατότητα κατανόησης του Πλάτωνα και των άλλων φιλοσόφων. Αυτό είχε ως συνέπεια να ακολουθήσει η μεγαλύτερη παρεξήγηση, η πλήρη περιφρόνηση των νεοπλατωνικών και των άλλων ελληνιστικών φιλοσόφων. Οι νεοπλατωνικοί Ιάμβλιχος, Συριανός και ο Πρόκλος αναφέρονται εκείνοι της ιερατικής σχολής γιατί ασκούν την μαντεία και την ιερουργία, και πιστεύουν ή καλύτερα θα λέγαμε γνωρίζουν ότι τα ατομικά πράγματα ενώνονται με το Ένα με τη μυστηριώδη λειτουργία των απόκρυφων συμβόλων, τα οποία ενυπάρχουν σε μερικές πέτρες, χόρτα και ζώα. Οι φιλόσοφοι αυτοί δεν ήταν θεωρητικοί όπως σήμερα πιστεύουμε αλλά ακολουθώντας τους προσωκρατικούς μύστες, που ήταν μάντεις και θεραπευτές, αποζητώντας μια απευθείας σύνδεση με το θείο.
Ο Πλωτίνος και ο Πρόκλος είναι η κορύφωση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Όμως παραμείναμε στην παιδεία της ελληνιστικής εποχής, διδασκόμενοι Πλάτωνα και Αριστοτέλη, ότι δηλαδή δίδασκαν την εποχή των Ρωμαίων, αγνοώντας την εξέλιξη της φιλοσοφίας. Σα να μην ήρθε ποτέ για τους Έλληνες η εποχή μετά τον Χριστό, διδασκόμαστε ακόμα και σήμερα μονάχα Πλάτωνα και Αριστοτέλη για δύο βασικούς λόγους. Πρώτα επειδή οι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι ήταν σύγχρονοι των χριστιανών και ως αντίπαλοι είχαν γράψει εναντίον των χριστιανών δασκάλων. Ο δεύτερος επειδή όποιος διαβάσει Πλωτίνο και Πρόκλο είναι σα να διαβάζει χριστιανική θεολογία σε μια ξεκάθαρη και φιλοσοφική μορφή.
Η αρχική τριάδα είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό όλων των θρησκειών. Η ινδουιστική τριάδα δεν είναι διαφορετική από την ελληνική θεώρηση για την τριάδα. Ο κόσμος μας είναι τριπλός, τον οποίο στην ελληνική τριάδα μοιράζονται ο Δίας, ο Ποσειδώνας και ο Άδης. Στην Ινδία είναι ο Βισνού, το Βράχμα και ο Σίβα. Το τριμερές του κόσμου αντιστοιχεί στο τριμερές της ψυχής. Το επιθυμητικό, το θυμικό και το νοητικό είναι τα τρία μέρη της ψυχής. Το διαχωρισμό αυτό της ψυχής που τον αναλύει ο Πλάτωνας ακολουθούν όλοι οι χριστιανοί πατέρες.
Εκείνος όμως που έγινε ο πατέρας του τριαδικού δόγματος είναι ο Πλωτίνος από την Αλεξάνδρεια. Ο μαθητής του ο Πορφύριος έγραψε τις Ενεάδες, παραδίνοντας με ακρίβεια την τριαδική υπόσταση του Θείου, με πρώτο το Ενα, το ανείπωτο και ακαθόριστο και ανέκφραστο Ένα, από το οποίο πηγάζει κάθε ύπαρξη και η δεύτερη υπόσταση του Νου, και η τρίτη υπόσταση της παγκόσμιας Ψυχής. Από αυτή την Παγκόσμια ψυχή προέρχονται οι μερικές ψυχές, οι δικές μας ψυχές.
Ο Πορφύριος όμως έγραψε και το κατά Χριστιανών, ένα έργο που διασώθηκε αποσπασματικά. Στις Ενεάδες του Πλωτίνου υπάρχει και ένα κεφάλαιο εναντίον των Γνωστικών χριστιανών οι οποίοι πιστεύουν ότι ο κόσμος μας είναι κακός και ελπίζουν στην έλευση ενός νέου άλλου καλύτερου κόσμου.
Ο Πρόκλος στα έργα του περιγράφει με την μεγαλύτερη σαφήνεια το τριαδικό δόγμα. Είναι σήμερα επιβεβαιωμένο πως η Μυστική Θεολογία του Διονύσιου του Αρεοπαγίτη είναι ένα κείμενο αντιγραφή από την Θεολογική Στοιχείωση του Πρόκλου. Ποτέ δεν υπήρξε συγγραφέας ο επίσκοπος Αθηνών ενός τέτοιου έργου. Οι ιστορικοί αποκαλούν την Μυστική Θεολογία έργο του ψευδοΔιονύσιου, συνηθισμένοι στις χριστιανικές πλαστογραφίες. Ο πονηρός χριστιανός συγγραφέας έχει πάρει ολόκληρα αποσπάσματα από τον φιλόσοφο Πρόκλο κι έχει απλά αλλάξει τα ονόματα σε χριστιανικά. Το ίδιο βέβαια έκαναν αργότερα και οι μάγοι των χριστιανών, όπως φαίνεται από μαγικούς πάπυρους, οι οποίοι αφαιρούσαν τα ονόματα των Ελλήνων θεών και τοποθετούσαν τα ονόματα της Αγίας Τριάδας και του Ιησού.
Ο Πρόκλος διαβάστηκε από τους Χριστιανούς μονάχα για να τον αντικρούσουν θεωρώντας τον ειδωλολάτρη. Την παράφραση όμως του ψευδοΔιονυσίου την σχολίασαν οι Άγιοι Πατέρες με πρώτο τον Μάξιμο τον Ομολογητή. Το βιβλίο του Πρόκλου όμως βρήκε καταφύγιο στους Άραβες και τους Μουσουλμάνους, οι οποίοι φιλοξένησαν σχεδόν το σύνολο της ελληνικής φιλοσοφίας και ιδιαίτερα της νεοπλατωνικής. Οι σούφι αντλούν ένα μεγάλο μέρος της παράδοσης τους από τους Έλληνες. Ο Εμπεδοκλής θεωρείται ένας από τους κύριους Έλληνες φιλόσοφους που επηρέασε αποφασιστικά την σουφική σκέψη. Γνωρίζοντας την αλήθεια για την Ελληνική φιλοσοφία πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν μεταφέρθηκαν απλά ιδέες, αλλά ζωντανό και ενεργό πνεύμα.
Ο Πρόκλος ξεκινάει την Θεολογική Στοιχείωση ως τυπικός νεοπλατωνιστής, ένας κληρονόμος της Πυθαγόριας παράδοσης, αναγνωρίζει στους αριθμούς τις θείες ιδιότητες και αρχικά βέβαια στον αριθμό Ένα. Κεφάλαιο Πρώτο. Παν πλήθος μετέχει του Ενός. Και συνεχίζει στο δεύτερο. Παν το μετέχον του ενός και εν εστίν και ουχ έν.
Για τους νεοπλατωνικούς όλα απορρέουν από το Ένα. Το Ένα όμως δεν είναι απλά ένα αριθμός. Για τους φιλοσόφους τους μυημένους ιερουργούς το Ένα είναι όπως το Ταό των κινέζων Ζεν φιλοσόφων. Από αυτό το ανώνυμο και ακατάληπτο προέρχονται τα πάντα. Από αυτό εκπορεύεται η δεύτερη υπόσταση του Νου και η τρίτη της Ψυχής. Έτσι ο Πρόκλος μας λέει όχι μονάχα για τις ψυχές αλλά και για τους νόες. Κάθε νούς είναι αμέθεκτος ή μεθεκτός λέει ο φιλόσοφος. Αν είναι μεθεκτός θα μετέχεται από υπερκόσμιες ψυχές ή από τις εγκόσμιες ψυχές. Παντός μεν γαρ του πλήθους των νόων ο αμέθεκτος ηγείται. Ξεκαθαρίζει ο φιλόσοφος ότι από όλους τους νόες ο ηγέτης, το πνεύμα το ηγεμονικόν είναι εκείνο που είναι καθαρό από τις ψυχικές ενέργειες, είτε εκείνες είναι ουράνιες ή γήινες.
Για τους νεοπλατωνικούς όλα απορρέουν από το Ένα. Το Ένα όμως δεν είναι απλά ένα αριθμός. Για τους φιλοσόφους τους μυημένους ιερουργούς το Ένα είναι όπως το Ταό των κινέζων Ζεν φιλοσόφων. Από αυτό το ανώνυμο και ακατάληπτο προέρχονται τα πάντα. Από αυτό εκπορεύεται η δεύτερη υπόσταση του Νου και η τρίτη της Ψυχής. Έτσι ο Πρόκλος μας λέει όχι μονάχα για τις ψυχές αλλά και για τους νόες. Κάθε νούς είναι αμέθεκτος ή μεθεκτός λέει ο φιλόσοφος. Αν είναι μεθεκτός θα μετέχεται από υπερκόσμιες ψυχές ή από τις εγκόσμιες ψυχές. Παντός μεν γαρ του πλήθους των νόων ο αμέθεκτος ηγείται. Ξεκαθαρίζει ο φιλόσοφος ότι από όλους τους νόες ο ηγέτης, το πνεύμα το ηγεμονικόν είναι εκείνο που είναι καθαρό από τις ψυχικές ενέργειες, είτε εκείνες είναι ουράνιες ή γήινες.
Για τον Γρηγόριο τον Σιναίτη οι νόες είναι οι ισάγγελοι άγιοι των χριστιανών. Φαίνεται πάντως ότι οι χριστιανοί πατέρες έχουν μελετήσει Πρόκλο και αναφέρονται στους νόες αλλά φυσικά έχουν μελετήσει κυρίως Αριστοτέλη και Πλάτωνα. Η άποψη του Ιωάννη της κλίμακος για τους ανθρώπους που βλέπουν όνειρα, ακολουθεί ακριβώς την άποψη του Αριστοτέλη ότι «οι κουφότεροι των ανθρώπων είναι εκείνοι που ονειρεύονται». Έτσι ο Ιωάννης της Κλίμακος έχει μια αριστοτελική άποψη και όχι μια ιδεαλιστική πλατωνική για τα όνειρα. Αυτό φανερώνει ότι παρόλη την εμπειρία του και την μοναχική ζωή του ο Ιωάννης δεν είχε προσωπική άποψη για ένα τόσο σημαντικό θέμα και ακολουθεί ένα ειδωλολάτρη φιλόσοφο. Κι όμως έχει γράψει ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της Ορθόδοξης παράδοσης.
Ο Γρηγόριος ο Παλαμάς ηγήθηκε του κινήματος των Ησυχαστών, λες και ήταν ο συνεχιστής μιας αρχαίας ελληνικής παράδοσης της οποίας όμως ο ίδιος αγνοούσε και δυστυχώς περιφρονούσε την πηγή. |
Στο δύσκολο θέμα του θείου φωτός, της όρασης δηλαδή της θεικής ενέργειας ο Γρηγόριος ο Παλαμάς αγωνίζεται να περιγράψει μια μυστική εμπειρία και την καταθέτει σαν αγιορείτικο τόμο προς ψήφιση από τους μοναχούς. Υπήρχε το πρόβλημα εκείνων που έλεγαν ότι ο διαχωρισμός της θείας ουσίας σε κτιστή και άκτιστη, σε ενέργεια και σε ύπαρξη καθεαυτή, διαχώριζε την υπόσταση του Θεού. Ο Γρηγόριος ο Παλαμάς δεν δέχεται κάτι τέτοιο και επιμένει στην μία υπόσταση του Θεού γράφοντας ότι είναι Μασσαλιανοί εκείνοι που ισχυρίζονται το αντίθετο.
«Η ουσία από όσα στοιχεία αποτελείται τόσες έχει και υποστάσεις. Γιατί όσες λαμπάδες ανάψουμε από την μία, τόσες και υποστάσεις της φωτιάς θα δημιουργήσουμε. Συμβαίνειν έτσι σύμφωνα με τους αντιπάλους μας η ουσία του Θεού να αποτελείται από όλες τις ιδιότητες ώστε να μην είναι τρισυπόστατον αλλά μυριοϋπόστατον και ποιος από όσους έχουν εντρυφήσει στα θεία δόγματα δεν κατανοεί ότι των Μασσαλιανών είναι αυτό το παραλήρημα;»
Αυτό λοιπόν είναι το παραλήρημα των Μασσαλιανών. Από πού προέρχεται όμως αυτή η αίρεση. Δεν πρόκειται για συγκεκριμένη αίρεση. Μασσαλιανοί ονομάστηκαν διάφοροι αιρετικοί, είτε Βογόμιλοι, είτε άλλοι. Μασσαλιανοί είναι το επίθετο με το οποίο κοσμεί ο Πατέρας τους αντιπάλους του όπως το βρήκε στην Ποιητική του Αριστοτέλη.
«Του ονόματος είδη είναι το απλό, το οποίο αποτελείται από ένα ουσιαστικό που σημαίνει όπως λέμε «γη», το διπλό το οποίο αποτελείται από ένα ουσιαστικό που σημαίνει κάτι και ένα που δεν σημαίνει. Είναι και το όνομα που αποτελείται από σημαίνοντα και μπορεί να είναι τριπλό και τετραπλό όνομα και πολλαπλό, όπως αυτά που χρησιμοποιούν οι Μασσαλιώτες, λόγου χάριν Ερμοκαϊκόξανθος.»
Ο Ερμος, ο Κάικος και ο Ξάνθος είναι ποτάμια της Ιωνίας που εκβάλουν στο Αιγαίο. Ο Αριστοτέλης τα ενώνει και τα τρία σε ένα όνομα φτιάχνοντας ένα παραλογισμό. Οι Έλληνες της Μασσαλίας είχαν την συνήθεια να ενώνουν τα ουσιαστικά φτιάχνοντας μία λέξη, όπως συνηθίζουν να κάνουν σήμερα οι Γερμανοί. Οι σύνθετες λέξεις αυτές είναι ο τρόπος των Μασσαλιωτών. Ο Γρηγόριος ακολουθεί τον Έλληνα φιλόσοφο.
Άλλωστε οι χριστιανοί ακολούθησαν την τριαδική άποψη του όπως την αναφέρει στο Περί Ουρανού. Αναφέρει συγκεκριμένα ο Αριστοτέλης: «Ως προς τα μεγέθη, αυτό που αφορά το ένα είναι η γραμμή, και το δύο αντιστοιχεί στο επίπεδο και για το τρία έχουμε το σώμα και εκτός από αυτά δεν υπάρχει άλλο μέγεθος γιατί το τρία αντιστοιχεί στα πάντα και τα πάντα στο τρία. Και όπως ακριβώς λένε οι Πυθαγόριοι, το παν και τα πάντα ορίζονται από το τρία, τέλος και μέσον και αρχή αντιπροσωπεύονται από τον αριθμό του παντός, ο οποίος είναι αυτός ο αριθμός της τράδας. Γι αυτό και αποδεχόμαστε ακριβώς αυτούς τους νόμους της φύσεως και στις ιερές τελετές χρησιμοποιούμαι για τους θεούς αυτόν τον αριθμό.»
Άλλωστε οι χριστιανοί ακολούθησαν την τριαδική άποψη του όπως την αναφέρει στο Περί Ουρανού. Αναφέρει συγκεκριμένα ο Αριστοτέλης: «Ως προς τα μεγέθη, αυτό που αφορά το ένα είναι η γραμμή, και το δύο αντιστοιχεί στο επίπεδο και για το τρία έχουμε το σώμα και εκτός από αυτά δεν υπάρχει άλλο μέγεθος γιατί το τρία αντιστοιχεί στα πάντα και τα πάντα στο τρία. Και όπως ακριβώς λένε οι Πυθαγόριοι, το παν και τα πάντα ορίζονται από το τρία, τέλος και μέσον και αρχή αντιπροσωπεύονται από τον αριθμό του παντός, ο οποίος είναι αυτός ο αριθμός της τράδας. Γι αυτό και αποδεχόμαστε ακριβώς αυτούς τους νόμους της φύσεως και στις ιερές τελετές χρησιμοποιούμαι για τους θεούς αυτόν τον αριθμό.»
Γι αυτό και ο Γεώργιος Τραπεζούντιος, από το Ηράκλειο Κρήτης (1395 - Ρώμη 1472) έγραψε στον Μωάμεθ το «Περί της αληθείας της των Χριστιανών πίστεως» αναφέροντας ακριβώς αυτό το απόσπασμα από το περί Ουρανού του Αριστοτέλη για να υπερασπιστεί την Αγία Τριάδα, στην προσπάθεια του να κάνει τον πορθητή χριστιανό.
Ο Γεώργιος γράφει στον Μωάμεθ "Έτσι έχουν αυτά τα λόγια του Αριστοτέλη, ο οποίος έλαβε από τον Θεόν την γνώσιν της σοφίας και με θείο τρόπο πάντα έγραψε γιατί δεν γίνεται ο άνθρωπος να έχει κάτι άγαθό από μόνος του αλλά πάντα το λαμβάνει από τον Θεό."
Η κολακεία του Γεωργίου για τον Αριστοτέλη δεν είναι ένα χριστιανικό χαρακτηριστικό αλλά προφανώς το κάνει επειδή γνωρίζει τον σεβασμό που έχουν οι μουσουλμάνοι για την ελληνική φιλοσοφία και ιδιαίτερα για τον Αριστοτέλη τον οποίο ονομάζουν πρώτο φιλόσοφο.
Και συνεχίζει ο Γεώργιος. Βλέπεις ώ κράτιστε αμιρά, πόσην έχει την δύναμιν η εικών; Και εικότως, εκ του Θεού γαρ παραχθέν παν σώμα, φέρει του παραγαγόντος Θεού την εικόνα. Εκείνο δε τίς ουκ θαυμάσει του Αριστοτέλους! Τριάδα γαρ ωνόμασε τα τρία ταύτα, άπερ εστί σώμα εν. Τρία γαρ λέγεται κυρίως τα κεχωρισμένα, τα δε αχώριστα και τάξιν έχοντα προς άλληλα και εις μίαν συσφιγγόμενα φύσιν, τριάς λέγεται και έστιν, ού τρία η φύσις αύτη. Διά τούτο το έν σώμα, τριάς μία, και μία φύσις Θεού η εν τριάδι προσκυνουμένη.
Ωσπερ ουν Αριστοτέλης, το έν σώμα και την μίαν του σώματος φύσιν τριάδα είναι λέγων, ού ψεύδεται, ούτω και ημείς τον ένα Θεόν, την μία και απλουστάτην αυτού φύσιν, τριάδα είναι λέγοντες και πιστεύοντες, ού ψευδόμεθα. Και διά τούτο ού πιστεύομεν εις τρεις Θεούς, αλλ΄ εις ένα Θεόν.
Ηλιον γαρ λέγομεν και ακτίνα και φως, και τα τρία ταύτα ήλιον ένα. Ου δυνάμεθα δε ήλιον ούτε χωρίς φως ούτε χωρίς ακτίνος νοείν. Την ακτίνα δε και το φως του ηλίου, ήλιον ου κυρίως, αλλά καταχρώμενοι, λέγομεν.
Ετι γραμμή, επίπεδον, βάθος, σώμα έν. Ετι νους, λόγος, πνεύμα επί του ανθρώπου, και άλλα μυρία.
Όπως λοιπόν ο Αριστοτέλης το ένα σώμα και την μία του σώματος φύσιν τριάδα είναι λέγει και δεν ψεύδεται, έτσι και εμείς τον ένα Θεό, την μία και απλούστατη φύση, τριάδα είναι λέμε και πιστεύουμε χωρίς να ψευδόμεαστε. Και γι αυτό δεν πιστεύουε σε τρεις θεούς αλλά σε ένα Θεό.
Όπως λέμε ήλιο και ακτίνα και φως, και τα τρία αυτά είναι ένας ήλιος. Ούτε γίνεται να κατανοηθεί ήλιος χωρίς φως και χωρίς ακτίνα. Την ακτίνα και το φως του ήλιου, όχι κυρίως αλλά καταχρηστικά τα λέμε ήλιο. Έτσι υπάρχει γραμμή και επίπεδο και βάθος, ένα σώμα. Έτσι είναι και νους, λόγος πνεύμα επί του ανθρώπου, και μυρία άλλα.
Και μύρια άλλα …. Τέλος
Π Η Γ Ε Σ
Πλωτίνος
Πήτερ Κινγκσλευ
Στα μυστικά μέρη της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας
σ. 122
Η λέξη που χρησιμοποιεί επανειλημμένα ο Παρμενίδης με την έννοια του αυλού είναι η λέξη σύριγξ. (…) Σύριγξ ήταν το όνομα είτε ενός μουσικού οργάνου είτε εκείνου του μέρους ενός οργάνου που βγάζει ένα σφυριχτό ήχο – τον ήχο που ονομάζεται συριγμός. (…) για τους έλληνες, αυτός ο ήχος του συριγμού ήταν επίσης ο ήχος που βγάζουν τα φίδια.
Σ. 123
Και συνδέονται άμεσα με τη διαδικασία που είναι γνωστή ως αφύπνιση της κουνταλίνης – της ¨δύναμης του ερπετού¨.
Σ. 124
Ο ήχος μιας σύριγγας είναι ο υπέρτατος ¨κωδικός πρόσβασης¨. Είναι ο ήχος της σιωπής.
Σ. 126
Ένας ορφικός ύμνος μάλιστα, δίνει στον ήλιο τον τίτλο του συρικτή, του ¨αυλιστή
Σ. 127
Είδε ότι αυτές οι αναφορές έχουν σχέση με τις αρχαίες παραδόσεις των Δελφών: παραδόσεις για τη μάχη του Απόλλωνα με ένα μαντικό φίδι που φύλαγε το μαντείο για λογαριασμό των δυνάμεων της γης και της νύχτας, ακριβώς δίπλα σε ένα χάσμα που οδηγούσε στον κάτω κόσμο.
Το σκότωσε ώστε να απορροφήσει, να οικειοποιηθεί, τις προφητικές δυνάμεις που αντιπροσωπεύει το φίδι.
Σ. 128
Ο Ασκληπιός ερχόταν με συνοδεία συριζόντων φιδιών στα άτομα που τον πλησίαζαν. Ή εμφανιζόταν ο ίδιος με τη μορφή φιδιού. Το σφύριγμα, ο συριγμός, ήταν ο ήχος της παρουσίας του.
Σ. 152
Και όταν ο Αμεινίας πέθανε, του έχτισε ένα ηρώο (ναό ήρωα), καθώς ο ίδιος ανήκε σε διακεκριμένη και πλούσια οικογένεια. Και δεν ήταν μέσω του Ξενοφάνη αλλά μέσω του Αμεινία που οδηγήθηκε στην ησυχία.
Σ. 169
Οι λέξεις ¨ησυχία¨ και ¨φωλεός¨ έχουν στενή σχέση μεταξύ τους, εμφανίζονται επανειλλημένα δίπλα δίπλα στα αρχαία ελληνικά. Όταν ο Στράβωνας προσπαθούσε να περιγράψει τι συνέβαινε στο ναό της εγκοίμησης κοντά στην Αχάρακα, δεν ήταν ο μοναδικός συγγραφέας που συνόψισε την εμπειρία της κατάκλισης και ακινησίας – σα ζώο μέσα σε ¨φωλεό¨- χρησιμοποιώντας τη λέξη ησυχία
Πήτερ Κινγκσλευ
Αρχαία φιλοσοφία – Μυστήρια και μαγεία.
Σ. 404
Ο ισχυρισμός ότι δε μπορεί να υπάρχει κοινό έδαφος ανάμεσα στον αραβικό Εμπεδοκλή και τον Ιμπν Μεσάρα επειδή ο πρώτος ήταν φιλόσοφος και όχι Σούφι, ενώ ο δεύτερος ήταν «Σούφι και όχι φιλόσοφος», σημαίνει ότι εγκαθιστούμε διακρίσεις ανάμεσα στην ταζαούφ – ή τη μυστική οδό του Σουφισμού – και τη φαλσαφά – δηλαδή την ελληνική φιλοσοφία - οι οποίες οπωσδήποτε απέκτησαν κάποια ισχύ αργότερα.
ΠΡΟΚΛΟΥ
ΣΤΟΙΧΕΙΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ E. R. DODDS
«Οι Jesuit Stiglmayr και H. Koch αποδεικνύουν πως o ψευδο Διονύσιος όχι μόνο αναπαρήγαγε, με μια ελάχιστη χριστιανική αμφίεση, ολόκληρη τη δομή του αθηναϊκού νεοπλατωνισμού και παρέλαβε πρακτικά ολόκληρη την τεχνική του ορολογία, αλλά πως ακολούθησε δουλικά τον Πρόκλο σε πολλά λεπτομερειακά σημεία της διδασκαλίας του. Το αποτέλεσμα των μιμήσεων του είναι συχνά τραγελαφικό, όπως όταν μεταφέρει στον Χριστό και το Άγιο Πνεύμα τα επίθετα με τα οποία ο Πρόκλος είχε κοσμήσει τις ενάδες του.»
«Ενώ ο Πρόκλος κατακτούσε την Ευρώπη κάτω από το ένδυμα ενός πρώτου Χριστιανού, ο ίδιος φαίνεται πως έχει μελετηθεί αρχικά μόνο με σκοπό να αναιρεθεί το σύστημα του.»
«Όμως στην διάρκεια αυτής της περιόδου έκλειψης, η γνώση του έργου του Πρόκλου διαδόθηκε στην Ανατολή. Τα σχόλια στον Γοργία έχουν μεταφρασθεί στα Συριακά. Διάφορες άλλες εκδόσεις έργων του ήταν γνωστές σε μωαμεθανούς λόγιους.
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ του ΠΑΛΑΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΦΥΣΙΚΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ Κ.Τ.Λ.
Ρθ. Η ουσία, παρ’ όσων εστί μετεχομένη, τοσαύτας και τας υποστάσεις έχει. Και γαρ οπόσας αν λαμπάδας ανάψοι τις από της μιας, τοσαύτας και τα υποστάσεις του πυρός εποίησεν. Συμβαίνειν τοίνυν, είπερ κατά τους ημίν αντικειμένοις η ουσία του θεού μετέχεται, και ταύτα παρά πάντων, μηκέτι τρισυπόστατον είναι ταύτην, αλλά μυριοϋπόστατον, τις δε και των τοις θείοις δόγμασιν εντεθραμμένων ουκ επίσταται Μασσαλιανών είναι τούτο το παράλλημα;
Η ουσία από όσα στοιχεία αποτελείται τόσες έχει και υποστάσεις. Γιατί όσες λαμπάδες ανάψουμε από την μία, τόσες και υποστάσεις της φωτιάς θα δημιουργήσουμε. Συμβαίνειν έτσι σύμφωνα με τους αντιπάλους μας η ουσία του Θεού να αποτελείται από όλες τις ιδιότητες ώστε να μην είναι τρισυπόστατον αλλά μυριοϋπόστατον και ποιος από όσους έχουν εντρυφήσει στα θεία δόγματα δεν κατανοεί ότι των Μασσαλιανών είναι αυτό το παραλήρημα;
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΙΤΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΠΑΝΥ ΩΦΕΛΙΜΑ
Νγ. Νόες τουτέστιν ισάγγελοι έσονται οι υιοί της αναστάσεως του Χριστού, τη αφθαρσία και θεώσει οι άγιοι.`
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ
ΧΧΙ
Ονόματος δε είδη το μεν απλούν, το δε διπλούν, τούτου δε και το μεν εκ σημαίνοντος και ασήμου, το δε εκ σημαινόντων σύγκειται, είη δ’ αν και τριπλούν και τετραπλούν όνομα και πολλαπλούν, οίον τα πολλά των Μασσαλιωτών, Ερμοκαϊκόξανθος.
Του ονόματος είδη είναι το απλό, το οποίο αποτελείται από ένα ουσιαστικό που σημαίνει όπως λέμε «γη», το διπλό το οποίο αποτελείται από ένα ουσιαστικό που σημαίνει κάτι και ένα που δεν σημαίνει και το όνομα που αποτελείται από σημαίνοντα και μπορεί να είναι τριπλό και τετραπλό όνομα και πολλαπλό, όπως αυτά που χρησιμοποιούν οι Μασσαλιώτες, λόγου χάριν Ερμοκαϊκόξανθος.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
ΠΕΡΙ ΟΥΡΑΝΟΥ
Α Ι
Μεγέθους δε το μεν εφ’ αν γραμμή, το δ’ επί δύο επίπεδον, το δ’ απί τρία σώμα και παρά ταύτα ουκ έστιν άλλο μέγεθος διά το τά τρία πάντα είναι και το τρίς πάντη. Καθάπερ γαρ φασι και οι Πυθαγόριοι, το παν και τα πάντα τοις τρισίν ώρισται, τελευτή γαρ και μέσον και αρχή τον αριθμόν έχει τον του παντός, ταύτα δε τον της τριάδος. Διό παρά της φύσεως ειληφότες ώσπερ νόμους εκείνης, και προς τας αγιστείας χρώμεθα των θεών τω αριθμώ τούτω.
Ως προς τα μεγέθη, αυτό που αφορά το ένα είναι η γραμμή, και το δύο αντιστοιχεί στο επίπεδο και για το τρία έχουμε το σώμα και εκτός από αυτά δεν υπάρχει άλλο μέγεθος γιατί το τρία αντιστοιχεί στα πάντα και τα πάντα στο τρία. Και όπως ακριβώς λένε οι Πυθαγόριοι, το παν και τα πάντα ορίζονται από το τρία, τέλος και μέσον και αρχή αντιπροσωπεύονται από τον αριθμό του παντός, ο οποίος είναι αυτός ο αριθμός της τράδας. Γι αυτό και αποδεχόμαστε ακριβώς αυτούς τους νόμους της φύσεως και στις ιερές τελετές χρησιμοποιούμαι για τους θεούς αυτόν τον αριθμό.
Γεώργιος Τραπεζούντιος
(Ηράκλειο Κρήτης 1395 - Ρώμη 1472)
Περί της αληθείας της των Χριστιανών πίστεως.
Διδάσκαλος της ελληνικής και λατινικής γλώσσας καθώς και ρητορικής σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας, Πάδοβα, Βενετία, Φλωρεντία και αλλού. Έγραψε κι έστειλε στον Μωάμεθ τον πορθητή το δοκίμιο “περί της αληθείας της των χριστιανών πίστεως”, θέλοντας να τον προσηλυτίσει στον Χριστιανισμό. Το έγραψε λίγο μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, συγκεκριμένα τον Ιούλιο του 1453, και απ΄ότι φαίνεται το απέστειλε αμέσως στον Σουλτάνο. “Εγράφη, ήτοι συνεγράφη και συνετέθη, αυνγ΄ μηνί Ιουλίω, τω έτει ω εάλω η Κωνσταντίνου. Επέμφθη το πρώτον ,αυνγ μετά Καυκαδηνού”, γράφουν οι τελευταίοι δύο στίχοι.
Ο Τραπεζούντιος υπερασπίζεται το τριαδικό δόγμα των χριστιανών, αντλώντας τα επιχειρήματα του από τον Αριστοτέλη. Από την άποψη του χρόνου της συγγραφής του το δοκίμιο αυτό του Τραπεζουντίου θα πρέπει να θεωρηθεί ως το πρώτο ελληνικό κείμενο των χρόνων της Τουρκοκρατίας που παρουσιάζει ενδιαφέρον και για τον ιστορικό της φιλοσοφίας.)
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Αλλά τί δει πολλών; Αρκέσει το παν τούτο, το διά του αγράφου νόμου εν υμίν θεολογούμενον, τω του Αριστοτέλους αξιώματι διασαφήσαι, τη γαρ σοφία και τοις αγράφοις λόγοις πάντων υπερέχει ο Αριστοτέλης. Πρώτον μεν ουν λέξω πλατύτερον, όπερ εκείνος εν τω πρώτω των Περί Ουρανού βιβλίων φησίν, έπειτα δε και τα εκείνου ρήματα παραθήσω.
Συ δε ω άριστε βασιλεύ και υψηλότατε αμιρά, μαθηματικοίς ανδράσι την επίσκεψην τούτου και φιλοσόφοις παραδούναι μη οκνήσης, διά τον Θεόν!
Παν σώμα, μήκος και πλάτος και βάθος έχει και τούτοις τοις τρισί συνίσταται. Το μεν ουν σώμα, εν εστιν, ει δε των τριών τούτων εν μόνον λείψει, ουδέν εστι, ούτε γαρ σώμα δύναται είναι, ει μη και τα τρία ταύτα εστίν, ούτε τι των τριών τούτων χωρίς των λοιπών έξει το είναι ποτέ. Εκαστον γαρ εν τω σώματι εστι, και τα τρία ομού σώμα εστί και σώμα εν.
Αλλά το μεν μήκος εξ ουδενός εστί, το δε πλάτος, ήγουν το επίπεδον και η επιφάνεια, εκ του μήκους απογεννάται, πολυπλασιασθέντος εις άλλο μήκος ή και εις εαυτό επί των τετραγώνων, εκ δε των δύο ομού, μήκους λέγω και πλάτους, εις άλληλα πολυπλασιασθέντων, πρόεισιν ως από μιάς αρχής το βάθος και ούτως αποτελέιται το σώμα, εν ον και απλώς εν.
Τί της εικόνος ταύτης σαφέστερον; Το μήκος εικόνα φέρει του πατρός, η επιφάνεια του λόγου αυτού, το βάθος του αγίου πνεύματος. Εστι δε τα τρία, σώμα εν απλούν, ούτε γαρ το επίπεδον συνθέσει απογεννάται εκ της γραμμής, ούτε το βάθος εκ της γραμμής και του επιπέδου συνθέσει πρόεισιν, αλλά πολυπλασιασμώ, το δε πολυπλασιαζόμενον, ου συντίθεται αλλ΄ώσπερ εκ της φύσεως και της δυνάμεως αυτού το αποτελούμενον τω πολυπλασιασμώ, πρόεισι.
Διά τούτο πολλοί των μαθηματικών τω πολυπλασιασμώ αποτελεσθέν δύναμιν εστιν ότε του πολυπλασιασθέντος καλούσι. Λέγουσι γαρ πολλάκις την τρίπουν γραμμήν, την εννεάπουν δύνασθαι επιφάνεια. Ετι δε πως έσται εκ της γραμμής, μηδέν εχούσης πλάτος κατά σύνθεσιν, το επίπεδον, ήγουν αυτό το πλάτος; Και πάλιν, πως εκ μήκους και πλάτους έσται το βάθος, κατά σύνθεσιν, μηδενός ενόντος βάθους τω μήκει και πλάτει; Τα γαρ συντιθέμενα πρότερα των συντιθεμένων, ή τω πράγματι ή τη φύσει, εισί. Πλάτος δε εν γραμμή ή βάθος εν γραμμή και επιπέδω, ουδέ νοήσαι δυνατόν. Διό και Αριστοτέλης ορθώς ελέγχει τους πλατωνικούς, λέγοντας αναλύεσθαι τα σώματα εις επίπεδα και τα επίπεδα εις γραμμάς. Ει δε σύγκειται τα σώματα εξ ύλης και είδους ουδέν προς τον λόγον, ου γαρ κατά πάντα δύναται το αποτέλεσμα τω αιτίω αφομοιωθήναι.
Αληθές ουν εστι και αποδεδειγμένον τοις μαθηματικοίς ότι η γραμμή, ήγουν το μήκος, πρώτον εστί, και εξ ουδενός εστί, το δε πλάτος, ήγουν το επίπεδον, εκ του μήκους εστί, το δε βάθος εξ αμφοτέρων. Ταύτα τα τρία νοείται μεν καθ΄αυτά, κεχωρισμένα δεν είναι ου δύναται. Ούτε γαρ μήκος χωρίς βάθους και επιφανείας δυνατόν εστιν είναι, ούτε βάθος χωρίς επιφανείας και μήκους, ήγουν γραμμής, ούτε επιφάνεια χωρίς γραμμής και βάθους. Το δε μέγιστον, ότι όλα εν όλοις ευρίσκονται τρόπω τινί, η γαρ γραμμή πανταχού εστί εν τω επιπέδω και εν τω βάθει, και το επίπεδο πανταχού εν τω βάθει, ούτε γαρ επιπέδου μέρος τι δυνάμεθα λαβείν εν ω ουκ εστι γραμμή, ούτε βάθους εν ω ουκ εστίν επίπεδον και γραμμήν. Ουκ αντιστρέφει δε τούτο, ούτε γαρ το επίπεδον δύναται είναι εν τη γραμμή, ούτε το βάθος εν τω επιπέδω, ει μη ως εν αρχή, το δ΄αίτιον, ότι προνοείται η γραμμή του επιπέδου, ως αρχή, και το επίπεδον του βάθους.
Ω βάθος πλούτου και αγαθότητος και σοφίας Θεού! Την γνώσιν αυτού ο πανταίτιος ενέθηκεν εν τοις αιτιατοίς, καθόσον δύνανται φέρειν και εν τοις σώμασιν πάσι, ίνα βλέποντες τα εν χερσί, μη πλανώμεθα, μηδέ λογιζώμεθα σύνθετον είναι τον Θεόν, ακούοντες αυτόν έχειν λόγον και πνεύμα. Ει γαρ το έν σώμα τα λεχθέντα τρία εστί και ουδεμίαν έχει σύνθεσιν εξ αυτών, και έστι τα τρία ταύτα σώμα έν και απλούν, κατά ταύτα, ανάγκη εστίν ομολογείν μηδεμία είναι εν τω Θεώ σύνθεσιν, καίτοι γε κηρυττομένου παρά των θείων γραφών έχειν λόγον και πνεύμα, και ουκ έσονται τρεις Θεοί, αλλ΄ εις Θεός εν πατρί και λόγω και πνεύματι αγίω. Εις Θεός αμέριστος, αδιαίρετος, απλούς, μηδεμίαν έχων σύνθεση ή διπλόην, και ούτε ο πατήρ είναι δύναται χωρίς του λόγου και του πνεύματος αυτού, ούτε ο λόγος χωρίς του πατρός και του πνεύματος, ούτε το πνεύμα το άγιον χωρίς του πατρός και του λόγου, ώσπερ και επί της γραμμής και του επιπέδου και του βάθους, έχει.
Και ώσπερ την γραμμήν νούμεν χωρίς επιπέδου και βάθους -ταύτα δε χωρίς γραμμής νοήσαι αδύνατον, διά το ηρτήσθαι ταύτα της γραμμής-, ούτε και ο πατήρ προνοείται του λόγου και του αγίου πνεύματος, ο δε λόγος και το άγιον πνεύμα επινοούνται του πατρός, δια το είναι τον πατέραν αρχή και πηγή του λόγου και του αγίου πνεύματος.
Πάλιν το επίπεδον, ήτοι το πλάτος της γραμμής, ήτοι του μήκους επινοούμενον, αναγκαίον προνοείται του βάθους, καθόσον αρχή του βάθους εστίν η γραμμή μετά του επιπέδου, ουχ ως αρχαί δύο, αλλ΄ως αρχή μίακαι απλή, ενί γαρ και απλουστάτω πολυπλασιασμώ εξ αυτών προχείται το βάθος. Ο γαρ πολυπλασιασμός ουκ εστίν, ως προαποδέδεικται, σύνθεσις, αλλά δύναμίς τις και φύις.
Τούτο δε και η των χριστιανών θεολογία κηρύττει επί Θεού. Τον γαρ πατέρα και τον λόγον αυτού προνοείσθαι του αγίου πνεύματος διδάσκει, διότι και αρχήν του πνεύματος τον πατέρα και τον λόγο ομολογεί και αρχήν μία, δια το είναι μίαν και απλουστάτην εν πατρί και λόγω την προβλητικήν δύναμιν, η προχείται το πνεύμα το άγιον.
-
Το δ΄αίτιον, το αντιστρέφειν τούτο επί Θεού και μή αντιστρέφειν επί των σωμάτων εστίν ότι ο Θεός πάντοθεν έχει το παντέλειον και έστιν ο πατήρ τέλειος Θεός και ο λόγος τέλειος Θεός και το πνεύμα το άγιον τέλειος Θεός. Επί δε του σώματος τα τρία, η γραμμή λέγω και το επίπεδον και το βάθος, εν σώμα εστίν, έκαστον δε σώμα ουκ εστί διά το ατελές αυτών, καίτοι γε ουχ ως μέρη εν τω σώματι εισί.
Τούτο γαρ αποδέδεικται τω Αροστοτέλει μη βουλωμένω κατά σύνθεσιν είναι το σώμα εκ τούτων, αλλά κατά δύναμιν και φύσιν του πολυπλασιασμού. Το ατελές ουν τούτων αίτιον εστιν το μη είναι κατά αντιστροφήν όλα εν όλοις. Εν δε τω Θεώ ουδέν ατελές, και διά τούτο ασυγχύτως αντιστρέφει το είναι όλα εν όλοις τα πρόσωπα, ήγουν τας υποστάσεις.
Ετι επί των κτισμάτων τα προαχθέντα, τελειότερα κατά τι των προαγαγόντων εισί ή νεότητι, ως επί των ζώων, ή δυνάμει. Πλέον γαρ δύνται το επίπεδον της γραμμής και το σώμα του επιπέδου, όπερ έσται φανερόν ει τις εθέλησειε μη σώμα λέγειν, αλλά μέγεθος αντί σώματος, ράον γαρ αν εντεύθεν θεωροίη το τέλοιον και το ατελές της εικόνας ταύτης. Η γραμμή μέγεθος εστί και μέγεθος τέλειο, και το επίπεδο μεγεθος εστί τέλειον, και το βάθος μέγεθος ετσί τέλειο, και όμως, καθό σώμα, τα τρία ταύτα εισιν έν, ουκ εισί τρία μεγέθη, αλλ΄έν μέγεθος, επεί και σώμα έν.
Τελειότερον μέντοι μέγεθος εστίν το επίπεδο της γραμμής και το βάθος του επιπέδου, και εν τούτω απολείπεται μάλιστα η εικών αύτη του ου εστί κανών.
Βλέπεις κοσμοκράτορα άριστε, πως διά της εικόνος ταύτης πάσαι αι απορίαι λύονται, αι κατά των χριστιανών λεγόμεναι; Τέλειον Θεόν πιστεύομεν τον πατέρα, τέλειον Θεόν ομολογούμεν τον λόγον του Θεού, τέλειον Θεόν κηρύτομεν το πνεύμα το άγιον, και όμως ου πιστεύομεν εις τρεις τελείους Θεούς, αλλ΄ εις ένα Θεόν τέλειον. Οπερ αδύνατον τινές νομίζουσι, ημείς δε και λογισμοίς αναντιρρήτοις αποδείκνυμεν δυνατόν είναι, πολλώ μάλλον επί Θεού διά το αυτοτέλειον και απλούστατον αυτού ή επί των κτισμάτων. Ει ουν επί των κτισμάτων θεόθεν εγκεχάρακται η εικών δια την ημετέραν σωτηρίαν, πως ουκ ασεβήσομεν αθετούντες την τριάδα επί Θεού;
Και ταύτα μεν ούτω, Καιρός δε λοιπόν και τα Αριστοτέλους εκθείναι ρήματα, από Θεού γαρ την γνώσιν λαβών της σοφίας θείως πάντα συνέγραψε, ουδέν δύναται ο άνθρωπος αγαθόν έχειν εξ εαυτού, αλλ΄πάντα εκ του Θεού λαβών έχει.
Αρχόμενος ουν το πρώτον των Περί Ουρανού, ως είρηται, τάδε φησίν: ¨Μεγέθους δε το μεν εφ΄ έν γραμμή, το δε επί δύο επίπεδον, το δε επί τρία σώμα, και παρά ταύτα ουκ εστίν άλλο μέγεθος διά το τρία πάντα είναι και το τρις πάντη. Καθάπερ γαρ φασί και οι Πυθαγόρειοι, το παν και τα πάντα τοις τρισίν ώρισται, τελευτή γαρ και μέσον και αρχή τον αριθμό έχει του παντός, ταύτα δε τον της τριάδος. Διό παρά της φύσεως ειληφότες ώσπερ νόμους εκείνης και προς τας αγχιστείας χρώμεθα των Θεών τω αριθμώ τούτω¨ (Αριστοτέλους, Περί Ουρανού, 268α 7-15)
Και μετ΄ολίγα: ¨Ταύτα δε, ώσπερ είρηται, διά το την φύσιν αυτήν ούτως επάγειν ακολουθούμεν¨.
-
Τρεις υποστάσεις, ήγουν πρόσωπα τρία, ομολογούμεν, πατέρα, λόγον, πνεύμα άγιον, αλλά τα τρία ταύτα Θεόν ένα τέλειον, αδιαίρετον, ασύγχυτον, απλούστατον, παντοδύναμον, και έκαστον δε των τριών προσώπων Θεόν τέλειον κηρύττομεν. Τρείς δε Θεούς ο λέγων, επικατάρατος! Τα γαρ τρία πρόσωπα εις Θεός εισί, ως και τα τρία μεγέθη σώμα εν. ¨Πάντα γαρ ώρισται¨ φησί, ¨τοις τρισί¨, ου δύναται ουν είναι σώμα, ει μη τα τρία ταύτα. Διατί; Διότι ο αίτιος και ποιητής Θεός, ο ποιήσας τα πάντα, έθηκε και εν τω σώματι ίχνη τινά, εικονίζοντας την μίαν τρισυπόστατον φύσιν αυτού. Ωσπερ ουν οίκον βλέποντες ή άλλο τι θαυμασίως τετορνευμένον, του τεχνίτου νού την δύναμιν εκείθεν θαυμάζομεν και την του νου φύσιν από των τεχνητών στοχαζόμεθα, ούτως εκ της φύσεως των ποιημάτων την του ποιητού φύσιν όσην οίον τε γνωρίζομεν.
Τρία ουν φησίν ο Αριστοτέλης, κατά Πυθαγορείους, τους μάλιστα των φιλοσόφων πάντων μαθηματικούς γενομένους: αρχή ότι το μήκος, ήγουν η γραμμή, εξ ουδενός εστί, και μέσον, διότι η επιφάνεια μέση εστίν, αμέσως εκ της γραμμής προϊούσα, και το βάθος, όπερ εστίν η τελευτή και η στάσις των προόδων από της επιφανείας επί την
γραμμήν πολυπλασιαζομένης γινόμενον.
Εκ ταύτης της εικόνος νοούμεν τα υπέρ ημάς, ότι ο Θεός και πατήρ εξ ουδενός εστί, και αρχή εστί του λόγου αυτού. Διότι ο λόγος του Θεού, εξ αυτού του Θεού εστί, το δε πνεύμα το άγιον εκ του Θεού και πατρός, διά του λόγου εστί. Αι δε τρεις υποστάσεις αύται, ήγουν πρόσωπα, ου τρία εστί χωριστά, αλλ΄εχόμενα αλλήλων όλα εν όλοις, ως είρηται, και εν τη φύσει, καθό σώμα έν: μία γαρ φύσις ενός απλού σώματος, και μάλιστα μαθηματικού, αφαιρεθείσης της ύλης τω νω, ουδέ γαρ αμαρτάνουσιν οι αφαιρούντες κατά Αριστοτέλην.
-
Βλέπεις ώ κράτιστε αμιρά, πόσην έχει την δύναμιν η εικών; Και εικότως, εκ του Θεού γαρ παραχθέν παν σώμα, φέρει του παραγαγότνος Θεού την εικόνα. Εκείνο δε τίς ουκ θαυμάσει του Αριστοτέλους! Τριάδα γαρ ωνόμασε τα τρία ταύτα, άπερ εστί σώμα εν. Τρία γαρ λέγεται κυρίως τα κεχωρισμένα, τα δε αχώριστα και τάξιν έχοντα προς άλληλα και εις μίαν συσφιγγόμενα φύσιν, τριάς λέγεται και έστιν, ού τρία η φύσις αύτη. Διά τούτο το έν σώμα, τριάς μία, και μία φύσις Θεού η εν τριάδι προσκυνουμένη.
Ωσπερ ουν Αριστοτέλης, το έν σώμα και την μίαν του σώματος φύσιν τριάδα είναι λέγων, ού ψεύδεται, ούτω και ημείς τον ένα Θεόν, την μία και απλουστάτην αυτού φύσιν, τριάδα είναι λέγοντες και πιστεύοντες, ού ψευδόμεθα. Και διά τούτο ού πιστεύομεν εις τρεις Θεούς, αλλ΄ εις ένα Θεόν.
Αλλ΄επιστησάτω έκαστος, διά την του Θεού αγάπην, τί επιφέρει Αριστοτέλης: ¨Διό¨, φησί, ¨παρά της φύσεως ειληφότες ώσπερ νόμους εκείνης, και προς τα αγχιστείας χρώμεθα των θεών τω αριθμώ τούτω¨. Των θεών είρηκε πληθυντικώς, κατακολουθήσας τοις τότε, αυτός γαρ εις εν αίτιον ανάγει τα πάντα. Δήλος ουν Αριστοτέλης εκ τούτων συνιδείν τον εν τριάδι ένα Θεόν ως αινίγματι τινί.
Επειδή γαρ, φησί, πάντα τα σώματα, ουρανός και γη και ει τι αν είπης ορωμένων τε και υφισταμένων, καθ΄αυτά, ήγουν παν σώμα παρά του Θεού παραχθέν, τρία εστί, μάλλον δε τριάς, εν απλώς ον, δια τούτο πάντες οι τότε άνθρωποι και οι προ αυτού δε όσον εις μνήμην ήλθεν εκείνου, εχρώντο τω αριθμώ τούτω της τριάδος δηλονότι εν ταις θυσίαις των θεών, ους εσέβοντο.
Εις πολλούς γαρ επίστευον ειδωλολατρούντες και ασεβούντες. Αλλ΄ όμως, επειδή άνθρωποι ήσαν και πλάσματα Θεού, ώσπερ νόμους, φησί τινάς, παρά της φύσεως ειληφότες, ηναγκάζοντο τοις νόμοις της φύσεως τρισί χρήσθαι θυσιάζοντες τοις εαυτών θεοίς. Ου πάντες τοις αυτοίς τρισίν, αλλ΄άλλοι άλλοις. Εθυον γαρ ζώον τι, οίον βουν ή κριόν, ου τοις κέρασιν οίνον επέχεον και άλας επέσπειρον. Αλλοις ουν άλλοι, πάντες δε τρισίν εχρώντο εν μιά και τη αυτή θυσία.
Πως ουν εν τω αυτώ αριθμώ συνευδόκησαν πάντες οι κατά διαφόρους χρόνους και τόπους και έθη και νόμους γενόμενοι άνθρωποι; Ουδέ γαρ από τύχης εστί το αεί και ως επί το πολύ γενόμενον. Αυτή η φύσις, φησίν, η μηδέν μάτην ποιούσα, η τω θείω ακολουθούσα πάντα θελήματι - Θεού γαρ θεσμός η φύσις εστί - επάγει και έλκει πάντας εις την τριαδικήν ταύτης θυσίαν. Διατί; Ινα διά τούτου, εκνήψαντες ποτέ οι άνθρωποι, μάθωσι τον ένα Θεόν εν τριάδι προσκυνείν.
Δύο ουν εν τω ρητώ τούτω έχομεν του Αριστοτέλους ενθυμήματα και λόγους, οις δείκνυται φανερώς ένα είναι τον Θεόν εν τριάδι. Πρώτον μεν ότι το τριαδικό της πρώτης αιτίας εν παντί σώματι θεωρείσθαι διδάσκει, έπειτα δε ότι και άνθρωποι πάντες φύσει κινούμενοι, ή μάλλον ειπείν αναγκαζόμενοι, τριαδική εχρώντο θυσία. Πρόδηλον δε ταύτην είναι την του Αριστοτέλους περί Θεού δόξαν εκ των ρημάτων αυτών: “Νόμοις γαρ”, φησί, “φύσεως άνθρωποι πάντες αγόμενοι, τω τριαδικώ αριθμώ χρώνται εν ταις θυσίαις των θεών”. Ουδέν η φύσις μάτην ποιεί, ως αυτός εν άλλοις φυσίν.
Αληθής άρα εστίν η τριαδική της θυσίας εικών. Εχει άρα το τριαδικόν η πρώτη αιτία. Πάντα γαρ τα ποιήματα εις τούτο φέρει ίχνος τι έχοντα του τεχνίτου Θεού. Ει δε μη πάντη τέλειον, ου χρή θαυμάζειν, ουδέν γαρ των κτισμάτων αφομοιούσθαι τω Θεώ κατά πάντα. Ο γαρ Θεός τέλειος εστί, τα δε κτίσματα έχουσι τι του ατελούς. Το γαρ δυνάμει ατελές εστί. Εχουσι δε πάντα το δυνάμει κατ΄Αριστοτέλη, πλην μόνου του Θεού: τα μεν σώματα την ύλην, τα δε ασώματα το ανάλογον, ως και πρότερον είρηται.
Διά τούτο ου δύνανται τα ποιήματα τελείαν φέρειν του ποιητού και ανελλιπή εικόνα. Ηλιον γαρ λέγομεν και ακτίνα και φως, και τα τρία ταύτα ήλιον ένα. Ου δυνάμεθα δε ήλιον ούτε χωρίς φως ούτε χωρίς ακτίνος νοείν. Την ακτίνα δε και το φως του ηλίου, ήλιον ου κυρίως, αλλά καταχρώμενοι, λέγομεν.
Ετι γραμμή, επίπεδον, βάθος, σώμα έν. Ετι νους, λόγος, πνεύμα επί του ανθρώπου, και άλλα μυρία.
ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ - ΕΛΛΗΝ ΑΣΕΒΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου