ταμα

Τα κείμενα που δημοσιεύω σε αυτή την σελίδα είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Αναφέρω πάντα κάποια βιβλιογραφία για τα σημαντικότερα θέματα. Η αναδημοσίευση των κειμένων είναι επιτρεπτή εφόσον γίνει αναφορά στην πηγή.


ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΕΛΛΗΝ ΑΣΕΒΗΣ



Καλή ανάγνωση.


επικοινωνια: asamonas@hotmail.com

Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2020

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗ ΙΩΑΝΝΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗ ΙΩΑΝΝΗ




όταν ήμουν ορθόδοξος, :-) ήμουν παντως αιρετικός, ελληνίζων :-) 


1) Το ευαγγέλιο των απεριτμήτων Ορθοδόξων Χριστιανών

 Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι ο κυριότερος εκφραστής της ελληνoρθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Το ευαγγέλιο του Ιωάννη ξεκινάει γράφοντας ¨εν αρχή ην ο λόγος¨, και στο πέμπτο κεφάλαιο φανερώνει το τριαδικό δόγμα αναφέροντας ότι ¨τρεις εισίν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Υιός και το άγιον πνεύμα. Και ούτοι οι τρεις εν εισί
 Στο βιβλίο του Αμερικάνου πάστορα Κάρολου Τ. Ρώσσελ που συνεγγράφη το 1899 και μεταφράστηκε στα ελληνικά το 1923 αναφέρεται ότι το παραπάνω χωρίο είναι νόθο. “Αι λέξεις αύται όταν εκβληθώσιν εκ του κειμένου, αφίνουσιν αυτό απλούστατον και λίαν ευνόητον, και εν πλήρη ομοφωνία προς όλα τα Γραφικά χωρία, αλλά με τας λέξεις ταύτας εν τω κειμένω, ως αύται ίστανται εκεί επί αιώνας, ότι παράγεται εξ αυτών είναι μόνο σύγχυσις, διότι διϊσχυρίζονται παραλογισμόν”.
 Στο ομούσιον, στην τριαδικότητα του Θεού και στην ελληνική παράδοση αποδίδουν την σύγχυση όλοι οι Διαμαρτυρόμενοι Χριστιανοί και όσοι δέχτηκαν την ευσεβή θρησκεία του Γιαχβέ των Εβραίων, οι εν κρυφώ Ιουδαίοι που αδιαφορώντας για την σωματική περιτομή δέχονται την πνευματική περιτομή, για να γίνουν έτσι εν πνεύματι παίδες Αβραάμ!
 Γι΄ αυτό τον λόγο ο Ιωάννης δεν θεωρείται αξιόπιστος μάρτυρας από τους δυτικούς και γι΄ αυτό ακριβώς δεν γνωρίζουμε την ταυτότητα του, όπως γνωρίζουμε αντίθετα τον Ιώσηπο και τον Ευσέβιο. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, όπως και ο Ιησούς, είναι ένας άγνωστος άνθρωπος.
 Ο Ευσέβιος της Καισαρείας έχει εκφράσει την δυσπιστία του στην αποκάλυψη του Ιωάννη και οι διαμαρτυρόμενοι θεολόγοι θεωρούν τα περισσότερα εδάφια του ευαγγελίου, αν όχι όλα, πλαστά. Ο Ερνέστος Ρενάν αφιερώνει μερικές σελίδες στην εισαγωγή της βιογραφίας του Ιησού στο ευαγγέλιο του Ιωάννη για να εκφράσει την άποψη του, αναφέροντας πως “οι λόγοι είναι σχεδόν όλοι πλαστοί αλλά τα αφηγηματικά μέρη περικλείουν παραδόσεις πολύτιμες που φτάνουν μέχρι ενός σημείου ως την εποχή του αποστόλου Ιωάννου”.
 Αυτό είναι το βασικό λάθος των δυτικών ερευνητών της Χριστιανικής ιστορίας οι οποίοι αγνοώντας παντελώς την γνήσια, αληθινή και ζωντανή ελληνική παράδοση, ανιχνεύουν τον Χριστό στο σκοτάδι των μεσαιωνικών τους συγγραμμάτων, σε μια εβραϊκή ιστορία άυλων και αόρατων πνευμάτων που δεν ζωγραφίζονται ούτε φανερώνονται σε γλυπτές στο μάρμαρο μορφές, ούτε αναπαραστούνται στο θέατρο από τους ανθρώπους. Δεν είναι περίεργο πως τα τρία πρώτα συνοπτικά ευαγγέλια αναφέρουν πολλούς δαιμονισμένους τους οποίους θεράπευσε ο Ιησούς, ενώ το κατά Ιωάννη δεν αναφέρει τέτοιου είδους μυθεύματα.
 Οι άγγελοι και τα πνεύματα των Χριστιανών δεν ήταν αόρατα αλλά ζωγραφιζόταν λεπτομερώς με τα φτερά τους και τα πρόσωπα τους. Τα θεϊκά πνεύματα των Αγίων, του Χριστού και της Παναγίας φανερωνόταν στους Χριστιανούς με ανθρώπινη μορφή και τους έσωζαν από δύσκολες στιγμές. Όλος αυτός ο φωτεινός χώρος είναι η δημιουργία του Υιού του Θεού, είναι ο αληθινός κόσμος τον οποίο οι Πέρσες μάγοι, ο Πλάτωνας και οι Ιουδαιοχριστιανοί τον αρνήθηκαν ως πλαστό και ψεύτικο, ως ένα δημιούργημα όχι του Χριστού αλλά της ανθρώπινης ή άλλως της δαιμονικής φαντασίας. Θεωρήθηκε μάλιστα άσκοπη ψευδαίσθηση όχι μόνο η φαντασία και ο λόγος των ανθρώπων αλλά η ποίηση και η ίδια αυτή η εμπειρία των αισθήσεων.
 Οι Έλληνες δεν πίστεψαν ποτέ ότι ζούσαν το ψέμα, αν και κατανοούσαν τον παράλογο τρόπο της ανθρώπινης ύπαρξης. Γι΄ αυτό δεν πίστεψαν ποτέ ότι γνώρισαν τον πραγματικά Αόρατο, τον Πατέρα του Χριστού, τον Ένα και Μοναδικό Άγνωστο Θεό. Σε αυτό το σημείο το “εν οίδα ότι ουδέν οίδα” του Σωκράτη συναντάει το “Θεόν κανείς ουδέποτε τεθέαται, ούτε την φωνή αυτού άκουσε ποτέ κανείς”, του ευαγγελιστή Ιωάννη.
 Για να καταλήξουμε όμως σε ένα ασφαλές συμπέρασμα, το οποίο να αντιστοιχεί στα ιστορικά γεγονότα της εποχής του Χριστού, πρέπει να παραδεχτούμε την ελληνική καταγωγή του Χριστιανισμού και να εμπιστευθούμε πρώτα απ΄ όλα το ευαγγέλιο του Ιωάννη. Ένα απόσπασμα του ευαγγελίου του Ιωάννη γραμμένο σε πάπυρο που βρέθηκε στην Αίγυπτο και χρονολογείται τον πρώτο αιώνα αποδεικνύει την παλαιότητα του ευαγγελίου και διαψεύδει την δυσπιστία των δυτικών ερευνητών, οι οποίοι θεωρούν ότι το ευαγγέλιο αυτό γράφτηκε τελευταίο.
 Ο χαλκέντερος Ωριγένης, ο οποίος θεωρείτε ένας από τους σημαντικότερους Χριστιανούς του δεύτερου αιώνα, στα σχόλια του στο ευαγγέλιο του Ιωάννη αναφέρει πως μόνο ο λόγος του Ιωάννη είναι ιερός και μόνο ο λόγος του Ιωάννη είναι ευαγγέλιο. Ο Ιωάννης αγιάζει όλα όσα έχουν γραφτεί για τον Χριστό, τα υπόλοιπα ευαγγελικά κείμενα της Καινής Διαθήκης, την Παλαιά Διαθήκη και όλη την ελληνική φιλοσοφία.
 Ο Ωριγένης θεωρεί ότι το τέταρτο ευαγγέλιο είναι το ευαγγέλιο των απερίτμητων, εκείνων που δεν είναι κατά σάρκα Ιουδαίοι, εκείνων που τελικά θα κληρονομήσουν την ουράνια βασιλεία. Φτάνει σε αυτό το συμπέρασμα μάλιστα, υποστηρίζοντας ότι οι 144 χιλιάδες Ιουδαίοι που θα σωθούν σύμφωνα με την Αποκάλυψη του Ιωάννου, δεν είναι οι Χριστιανοί που προέρχονται από την περιτομή αλλά οι απερίτμητοι Ιουδαίοι γιατί οι εκ της περιτομής Χριστιανοί είναι πολλοί λίγοι και σίγουρα δεν ανέρχονται στον αριθμό που αναφέρει η Αποκάλυψη !!
 Στο Χριστιανικό όραμα του ο Ιωάννης (Αποκ.7,2), είδε “και άλλον άγγελον αναβαίνοντα από ανατολής ηλίου, έχοντα σφραγίδα θεού ζώντος”, διότι από την ανατολή έρχεται ο αναστημένος Θεός. Άκουσε τότε ο Ιωάννης (Αποκ.7,4) “τον αριθμόν των εσφραγισμένων, εκατόν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες, εσφραγισμένοι εκ πάσης φυλής υιών Ισραήλ”.
 Αλλά δεν ήταν φυσικά μόνο οι απερίτμητοι από την φυλή του Ισραήλ που σώθηκαν. (Αποκ.7,9) “Μετά ταύτα ειδόν, και ιδού όχλος πολύς, ον αριθμήσαι αυτόν ουδείς εδύνατο, εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών, έστωτες ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του αρνίου, περιβεβλημένους στολάς λευκάς, και φοίνικες εν ταις χέρσιν αυτών. και κράζουσιν φωνή μεγάλη λέγοντες,  Η σωτηρία τω θεώ ημών τω καθημένω επί τω θρόνω και τω αρνίω”. Αυτοί είναι οι Εθνικοί Χριστιανοί.
Ο Ευσέβιος της Καισαρείας, γράφει στην εκκλησιαστική του ιστορία, ότι όλοι οι επίσκοποι των Ιεροσολύμων ήταν περιτμημένοι και μόνο μετά την άλωση της πόλης από τον Ανδριανό το 135 μ.Χ., οι απερίτμητοι Xριστιανοί πήραν τον επισκοπικό θρόνο. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα ότι κάτι τέτοιο συνέβαινε πριν την άλωση του Βεσπασιανού το 69 μ.Χ. Ο Βεσπασιανός και ο γιος του Δομητιανός δεν ήταν υπερασπιστές των περιτμημένων Χριστιανών, όπως ήταν ο Ανδριανός. Ο Δομητιανός ήταν αυτός που εξόρισε τον απερίτμητο Ιωάννη στην Πάτμο.
 Εκείνο όμως που έχει περισσότερη σημασία, είναι πως οι Ιουδαίοι δεν είχαν ποτέ επισκόπους αλλά ιερείς ή αρχισυνάγωγους. Επίσκοποι διορίσθηκαν την εποχή του Ιησού, του αρχιερέα των ελληνιστών Ναζιραίων, τα χρόνια του Μακεδόνα βασιλέα Αντιόχου, το 170 π.Χ.!
(ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Α΄41) “Και έγραψεν ο βασιλεύς Αντίοχος πάση τη βασιλεία αυτού είναι πάντας εις λαόν ένα και εγκαταλειπείν έκαστον τα νόμιμα αυτού, και επεδέξατο πάντα τα έθνη το λόγο του βασιλέως και πολλοί από Ισραήλ ευδόκησαν τη λατρεία αυτού και έθυσαν τοις ειδώλοις και εβεβήλωσαν το σάββατον, ...κατά πάντας τους λόγους τούτους έγραψε πάση τη βασιλεία αυτού κι εποίησεν επισκόπους επί πάντα τον λαόν και ενετείλατο ταις πόλεσιν Ιούδαν θυσιάζειν κατά πόλιν και πόλιν. και συνήθροισαν από του λαού προς αυτούς πολλοί, πας ο εγκαταλειπών τον νόμον και εποίησαν κακά εν τη γη”.
 Το δεύτερο κεφάλαιο της Σοφίας Σολομώντος το οποίο αναφέρεται στον  καταδιωκόμενο δίκαιο, μας πληροφορεί ότι οι ιερείς αποφασίζουν “θανάτω ασχήμονι να τον καταδικάσουν, έσται γαρ αυτού επισκοπή εκ λόγων αυτού”. Η επισκοπή και η χειροτονία είναι ενδεικτικά των ελληνιστών Ιουδαίων και της Χριστιανικής λατρείας.

 Τα έθιμα των Ιουδαίων είναι ο κύριος λόγος της διαμάχης των Ιουδαίων με τα υπόλοιπα έθνη. Τα έθιμα όμως είναι και η μεγαλύτερη αιτία του εμφυλίου πολέμου που ξεκινάει από την εποχή του Αντιόχου του Επιφανή και καταλήγει στην σταύρωση του Χριστού. Είναι γνωστή η διαμάχη για την περιτομή μεταξύ των αποστόλων του Χριστού, όπως και η τελική απόφαση που πήραν να μην υποχρεώνουν τους Χριστιανούς σε περιτομή.
 Βέβαια ο Χριστός δεν δίδαξε την περιτομή αλλά αντίθετα περιφρόνησε τα έθιμα των Ιουδαίων. Η περιτομή λέει ο Ιησούς δεν δόθηκε από τον Μωυσή αλλά από τους πατέρες. (Ιωάν.7,22) “δια τούτο Μωϋσής δέδωκεν υμίν την περιτομήν, ουχ οτι εκ του Μωϋσέως εστίν αλλ' εκ των πατέρων, και εν σαββάτω περιτέμνετε άνθρωπον. ει περιτομήν λαμβάνει άνθρωπος εν σαββάτω ίνα μη λυθή ο νόμος Μωϋσέως, εμοι χολατε οτι όλον άνθρωπον υγιή εποίησα εν σαββάτω”;
 Στο ευαγγέλιο του Θωμά που θεωρείται απόκρυφο, ο Ιησούς λέει ότι αν ο Θεός επιθυμούσε να έχουν οι άνθρωποι περιτομή θα έφτιαχνε εξ΄ αρχής τους ανθρώπους περιτμημένους. Το ευαγγέλιο των Αράβων αναφέρει ότι στον Ιησού δεν έγινε περιτομή αλλά η μαία έκοψε ένα κομμάτι από τον ομφάλιο λώρο και το τοποθέτησε μέσα σε ένα δοχείο με πολύτιμο μύρο. Ετούτο το δοχείο έσπασε στα πόδια του Ιησού η γυναίκα πόρνη, γράφει το Αραβικό ευαγγέλιο. Μόλις ο Ιούδας αντιλήφθη το γεγονός, έτρεξε στους Φαρισαίους να προδώσει τον Χριστό για τριάντα αργύρια.    
 Πόση σημασία είχαν τα έθιμα για τους χριστιανούς φαίνεται από τις επιστολές του Άγιου Ιγνάτιου του Θεοφόρου, ο οποίος προέρχεται από την παράδοση του ευαγγελιστή Ιωάννη. Γράφοντας τις αρχές του δευτέρου αιώνα ο μάρτυρας Ιγνάτιος στους “εν Μαγνησίαι” αναφέρει ότι είναι άτοπο να μιλάει κανείς για τον Χριστό και να Ιουδαΐζει γιατί δεν πίστεψε ο χριστιανισμός στον ιουδαϊσμό αλλά ο ιουδαϊσμός στον χριστιανισμό “ΧΆτοπον εστίν ουν Χριστόν λαλείν και ιουδαΐζειν, ο γαρ χριστιανισμός ουκ εις ιουδαϊσμόν επίστευσεν, αλλ΄ ιουδαϊσμός εις χριστιανισμόν, ω πάσα γλώσσα πιστεύσασα εις Θεόν συνήχθη”.
 Προς τους Φιλαδελφείς γράφει ότι δεν πρέπει να ακούνε εκείνους που διδάσκουν τον ιουδαϊσμό γιατί είναι χειρότερο να ακούς από περιτμημένο άνθρωπο για τον χριστιανισμό παρά από απερίτμητο για τον Ιουδαϊσμό. (Πρός Φιλαδελφείς, 6)
 “Εαν δε τις ιουδαϊσμόν ερμηνεύει υμίν, μην ακούετε αυτού, άμεινον γαρ εστίν παρά ανδρός περιτομήν έχοντος χριστιανισμόν ακούειν ή παρά ακροβύστου ιουδαϊσμόν, ..7 Ει  γαρ και κατά σάρκα με τινές ηθέλησαν πλανήσαι, αλλά το πνεύμα ου πλανάται, από Θεού ον”.
 Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί του Ιωάννη δεν έκαναν περιτομή και παρόλο που παρουσιάζονται ως Ορθόδοξοι Ιουδαίοι, είναι στην πραγματικότητα απερίτμητοι ελληνιστές. Οι Χριστιανοί του Ιωάννη δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους αιρετικούς Ιουδαίους αλλά πραγματικούς Ιουδαίους. Οι περιτμημένοι Ιουδαίοι αγνοούσαν τον αληθινό λόγο του θεού, τον οποίο μόνο ο Χριστός κήρυξε και όχι ο Αβραάμ. Ο Χριστός λελάληκε την αλήθεια στους Ιουδαίους, κάτι που ο Αβραάμ δεν εποίησε!  (Ιωάννη,8.40) “νυν δε ζητειτέ με αποκτείναι, άνθρωπον ος την αλήθειαν υμιν λελάληκα ην ήκουσα παρά του θεού, τούτο  Αβραάμ ουκ εποίησεν”.
 Οι Εβραίοι καυχιούνται πως ήταν πάντα σε στενή επικοινωνία με τον Πατέρα θεό. Ο Ιωάννης όμως επαναλαμβάνει συχνά, στο ευαγγέλιο και τις επιστολές ότι τον θεό δεν τον είδε ποτέ κανείς, ούτε την φωνή του άκουσε κανένας. Αυτόν τον αληθινό θεό των Χριστιανών οι Ιουδαίοι δεν τον γνώρισαν, και τον λόγον του δεν έχουν μαζί τους αφού Εκείνον που ο θεός έστειλε δεν τον πιστεύουν.
 (Ιωάννη 5.37) “και ο πέμψας με πατήρ εκείνος μεμαρτύρηκεν περί εμού. ούτε φωνήν αυτού πώποτε ακηκόατε ούτε είδος αυτού εωράκατε, και τον λόγον αυτού ουκ έχετε εν υμίν μένοντα, ότι ον απέστειλεν εκείνος τούτω υμείς ου πιστεύετε”.
 Ο μόνος που γνώρισε και είδε τον αληθινό θεό, είναι ο Ιησούς ο οποίος είναι έτσι και ο μόνος αληθινός διδάσκαλος του Πατέρα. “Για όσα εγώ γνώρισα από τον Πατέρα”, λέει ο Ιησούς “σας μιλώ αλλά εσείς θέλετε να με σκοτώσετε, γιατί κι εσείς όσα ακούσατε από τον δικό σας πατέρα κάνετε”.
 (Ιωαν.8.37) “Αυτά που εγώ εώρακα παρά τω πατρί λαλώ. και εσείς λοιπόν αυτά που ηκούσατε παρά του πατρός σας ποιείτε. Απεκρίθησαν και είπαν αυτώ, Ο πατήρ μας ο Αβραάμ εστίν. λέγει αυτοίς ο  Ιησούς, Αν τέκνα του Αβραάμ είσαστε, τα έργα του  Αβραάμ εποιείτε. εμείς ποιείτε τα έργα του πατρός σας”.
 Ποιος είναι όμως ο πραγματικός πατέρας των εν σαρκί Ιουδαίων, εκείνων που επιμένουν ότι έχουν πατέρα τον Αβραάμ; Οι Ιουδαίοι απαντούν πως εκείνοι δεν γεννήθηκαν από πορνεία αλλά έχουν ένα πατέρα τον θεόν. Ο Ιησούς όμως τους απαντάει:  “πως αν είχαν πατέρα τον Θεό τότε θα αγαπούσαν και τον Υιό του, αλλά εσείς είστε παιδιά  του διαβόλου και σύμφωνα με τις επιθυμίες του πατέρα σας του διαβόλου θα πράττετε, ο οποίος ήταν ανθρωποκτόνος από την αρχή και στην αλήθεια δεν στάθηκε… και γι΄ αυτό κι εσείς δεν είστε από θεού.”
 (Ιωάν.8,44) “υμείς εκ του πατρός του διαβόλου έστε και τας επιθυμίας του πατρός υμών θέλετε ποιειν. εκείνος ανθρωποκτόνος ην απ' αρχής, και εν τη αληθεία ουκ έστηκεν, ότι ουκ εστίν αλήθεια εν αυτώ. όταν λαλεί το ψεύδος, εκ των ιδίων λαλεί, ότι ψεύστης εστίν και ο πατήρ αυτού. εγώ δε ότι την αλήθειαν λέγω, ου πιστεύετέ μοι. τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας; ει αλήθειαν λέγω, δια τι υμείς ου πιστεύετέ μοι; ο ων εκ του θεού τα ρήματα του θεού ακούει. δια τούτο υμείς ουκ ακούετε, ότι εκ του θεού ουκ εστέ”.
 Γι΄ αυτό και ο Ιωάννης γράφει στην Αποκάλυψη (2,9) Οιδά σου την θλίψιν και την πτωχείαν, αλλά πλούσιος ει, και την βλασφημίαν εκ των λεγόντων Ιουδαίους είναι εαυτούς, και ουκ εισίν αλλά συναγωγή του Σατανά”. Από την πρώτη στιμγή που ο ελληνιστής βασιλιάς της Ιουδαίας σταυρώθηκε, εκείνοι που έλεγαν ότι είναι Ιουδαίοι, αλλά στην πραγματικότητα ήταν Εβραίοι, δημιούργησαν την αντίπαλη ψευδοχριστιανική αίρεση, η οποία σταδιακά επιβλήθηκε από τους Ρωμαίους ως η αληθινή θρησκεία. Η σταύρωση του Χριστού, ήταν και η σταύρωση της αληθινής ελληνικής θρησκείας, την οποία δίδαξε ο Χριστός στην Ιουδαία.
   
 Η διαφορά μεταξύ των περιτμημένων Εβραίων και των απερίτμητων ελληνιστών Ιουδαίων είναι θρησκευτική. Οι απερίτμητοι Ιουδαίοι ανεξαρτήτως το όνομα τους είναι Χριστιανοί, όχι μόνο γιατί δέχονται τον ελληνικό λόγο του Χριστού αλλά γιατί απ΄ ότι φαίνεται μέσα στον ελληνιστικό πολιτισμό τους μεγαλώνει και αναθρέφεται ο Ιησούς Χριστός.
 Αληθινοί Ιουδαίοι σύμφωνα με τον Ιωάννη είναι οι απερίτμητοι Ιουδαίοι, εκείνοι που δεν θυσιάζουν αίμα και τρώνε χοιρινό. Εκείνοι γνώριζαν τον πραγματικό λόγο του Θεού, αφού δεν μετέφραζαν κατά γράμμα την βίβλο αλλά την ερμήνευαν αλληγορικά, όπως ακριβώς την ερμηνεύει ο Βαρνάβας στην επιστολή του. Ο Βαρνάβας θεωρεί πως όταν η βίβλος απαγορεύει να τρώνε χοιρινό κρέας, εννοεί να μην κάνουν παρέα με αμαρτωλούς ανθρώπους.
 Κάθε λογικός άνθρωπος καταλαβαίνει ότι μόνο οι ελληνιστές Ιουδαίοι και οι εθνικοί, και όχι οι εκ της περιτομής, πίστεψαν πως ο Ιησούς ήταν Υιός Θεού, όπως πίστεψαν ότι ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν γιος του Θεού. Μόνο οι Έλληνες και οι άλλοι εθνικοί πίστεψαν ότι ο Χριστός είναι αθάνατος και θα εμφανιστεί ξανά στη γη, όπως πίστεψαν ότι ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν αθάνατος. Οι περιτμημένοι Εβραιοχριστιανοί, μεταξύ αυτών και ο απόστολος Παύλος, δεν πίστεψαν ποτέ ότι ο Ιησούς ήταν Θεός. Την ευκολία με την οποία πίστευαν στους ανθρώπους θεούς οι Έλληνες, κοροϊδεύουν οι Πράξεις των αποστόλων, όταν ο Παύλος με τον Πέτρο φτάνουν στην Λύστρα της Λυκίας και οι κάτοικοι τους προσκυνούν ως θεούς, και ήταν έτοιμοι να θυσιάσουν για χάρη τους. (Πράξεις 11,14)
  Οι Διαμαρτυρόμενοι Χριστιανοί αρνούνται την χριστιανική παράδοση γιατί είναι αρκετά ελληνική και προσηλώνονται στις γραφές, τις γραφές εκείνες που περιέχουν εδάφια παραποιημένα από την ανθελληνική και την αντιχριστιανική προπαγάνδα. Έτσι ενώ οι διαμαρτυρόμενοι αναγκάζονται να περιφρονήσουν τα άρθρα της πίστεως και την εκκλησιαστική παράδοση για να υπερασπιστούν τις απόψεις τους, οι Έλληνες δεν έχουν παρά να υπερασπιστούν την πίστη τους και να διατηρήσουν τα έθιμα τους διασώζοντας με αυτόν τον τρόπο την ορθή δόξα και την δόξα προγόνων τους.

 Πριν ξεκινήσω αυτήν την έρευνα για τον χριστιανισμό συμφωνούσα με την κριτική των δυτικών επιστημόνων και θαύμαζα την ορθολογική τους στάση, περιφρονώντας την πίστη των γονέων μου στην χριστιανική μυθολογία. Τελικά όμως ανακάλυψα ότι η γιαγιά μου είχε απόλυτα δίκιο όταν με το αθώο ύφος της με διαβεβαίωνε πως ο Χριστός ήταν Ιουδαίος αλλά ο χριστιανισμός ήταν μια καθαρά ελληνική θρησκεία και μάλιστα εχθρική προς την Ιουδαϊκή. 
 Τότε απαντούσα στην γιαγιά μου πως για να γίνει κάτι τέτοιο ο Χριστός έπρεπε να αποστατήσει από το έθνος του. Εκείνη όμως μου απαντούσε με σιγουριά ότι δεν αποστάτησε o Χριστός αλλά οι Εβραίοι τον σταύρωσαν ενώ οι Έλληνες τον δέχτηκαν. Σήμερα είμαι στην θέση να εξηγήσω πως ακριβώς συνέβη αυτή η παράξενη ιστορία και πως η γιαγιά μου είχε απόλυτο δίκιο.

2) Το ψεύτικο ερώτημα του Ερνέστου Ρενάν για τον Ιησού.

 Ο γνωστός βιογράφος του Ιησού, Ερνέστος Ρενάν, μας φανερώνει την δυσκολία των ερευνητών όταν στην εισαγωγή του αναρωτιέται για τον Ιησού αν ¨υπήρξε καθαρά Ιουδαίος, όπως ο Ιωάννης, ή διέρρηξε τις σχέσεις του με τον Ιουδαϊσμό, όπως έκανε αργότερα η πιο ζωηρή μερίδα της Εκκλησίας¨ και καταλήγει πως ¨όσοι ζητάνε από την ιστορία μοναχά πράγματα που να μην παραδέχονται καμιάν αμφισβήτηση, αυτοί πρέπει να κρατήσουν σιωπή μπροστά σε όλα αυτά
Δυστυχώς όμως ούτε ο ίδιος ο Ρενάν, ούτε οι υπόλοιποι Χριστιανοί κρατάνε καμιά σιωπή αλλά αντίθετα διακηρύσσουν ότι ο Χριστός ήταν περιτμημένος Εβραίος και όλοι οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν περιτμημένοι Εβραίοι και μόνο Εβραίοι. Στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου για την καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη, ο Ντάνιελ Ροπς γράφει για τον Ιησού: “Η απάντηση βρίσκεται σε μια φράση, αυτή που Πεγκί απεύθυνε στο λαό των Ιουδαίων: Ήταν ένας Ιουδαίος, ένας απλός Ιουδαίος, ένας Ιουδαίος όπως εσείς, ένας Ιουδαίος ανάμεσα σας.” Βέβαια ένας απλός Ιουδαίος τον καιρό του Ιησού, πολεμούσε εναντίον ενός άλλου απλού Ιουδαίου, και τελικά ένας άλλος απλός Ιουδαίος πλήρωσε για όλα, και για τις προφητείες και για τις αμαρτίες των άλλων απλών Ιουδαίων. Για τον φόβο των απλών Ιουδαίων κρυβόταν ο Ιησούς, όπως μας ενημερώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης.
  Τα κείμενα των Ευαγγελίων περιέχουν θέσεις, που συμφωνούν άλλοτε με την ελληνικότητα του Ιησού και άλλοτε με την ιουδαϊκότητα, πράγμα που δεν ξεχνάει να αναφέρει ο κ. Ρενάν. Είναι όμως εύκολο για ένα αντικειμενικό ερευνητή να δει τον Ιησού έξω από αυτό το δίλημμα και να αναγνωρίσει την αλήθεια.
 Ο Χριστιανισμός δεν διέρρηξε τις σχέσεις του με τον Ιουδαϊσμό όπως αναρωτιέται ο Ρενάν γιατί ποτέ δεν είχε σχέσεις με την Εβραϊκή θρησκεία. Η περιφρόνηση που εκδήλωνε ο Χριστός για τα Ιουδαϊκά έθιμα είναι το κυρίαρχο θέμα των ευαγγελίων. Ο Χριστός θεραπεύει τα Σάββατα, τρώει ανίπτοις τας χείρας, συναναστρέφεται με πόρνες και άπιστους, δηλαδή μη Ιουδαίους. Αυτή η συμπεριφορά δεν έγινε αποδεκτή από τους Φαρισαίους και αυτή η συμπεριφορά τον οδήγησε στο σταυρό. Δυστυχώς αυτή η συμπεριφορά ήταν και η αιτία να απορριφθεί το πραγματικό του πρόσωπο από τους εχθρούς των Ελλήνων!
 Το μοναδικό στοιχείο της εβραϊκότητας του χριστιανισμού που επικαλούνται σήμερα οι πλανημένοι από τους Ιουδαίους Χριστιανοί είναι η Ιουδαϊκή καταγωγή του Ιησού. Προς ενίσχυση αυτού του επιχειρήματος γενεαλογείται ο Υιός του Θεού μέσω του Εβραϊκού σπέρματος, από τον νομιζόμενο πατέρα Του Ιησού Ιωσήφ μέχρι τον πηλόκτιστο και όχι γεννημένο εκ Θεού, Αδάμ.
 Οι δυτικοί ερευνητές επιμένουν ακόμη και σήμερα ότι ο Χριστιανισμός ήταν μια Εβραϊκή αίρεση που εξελληνίσθηκε χάνοντας το πραγματικό του Ιουδαϊκό νόημα. Θεωρούν ακόμη τα περισσότερα άρθρα της Χριστιανικής πίστεως και την λατρεία της Θεομήτορος ως ελληνικές παρεμβολές στην αυθεντική πρωτοεβραϊκή πίστη των Χριστιανών. Η άποψη τους είναι πέρα για πέρα αστήρικτη και ανεδαφική. Δυστυχώς για τους υβριστές της αλήθειας, η Χριστιανική θρησκεία ρίζωσε τα προχριστιανικά χρόνια στον ελληνιστικό Ιουδαϊσμό και μαρτυρήθηκε πρώτα στο Ιουδαϊκό βασίλειο, αλλά μεταφέρει ατόφια την ελληνική φιλοσοφία και την ελληνική παιδεία.
 Οι Χριστιανοί δεν δημιουργήθηκαν τελευταία αλλά υπήρχαν ως μια αντίπαλη παράταξη μέσα στο έθνος των Ιουδαίων, με το οποίο μοιραζόταν την κοινή βιβλική παράδοση αλλά όχι προφανώς και την ίδια θρησκεία. Οι Χριστιανοί του Ιησού δεν προέρχονται από τους Εβραίους αλλά από εκείνους που λάτρευαν το Θείο Βρέφος και τον θνήσκοντα Θεό πριν την εμφάνιση του Χριστού, από εκείνους που πίστευαν στον ερχομό του Σωτήρα Θεού με ανθρώπινη μορφή. Τέτοια είναι η παιδεία των Ελλήνων, τέτοια είναι η παιδεία των Χριστιανών, τέτοια είναι εκείνων που περιμένουν τον Άγνωστο και Αφανέρωτο Θεό. Βεβαίως οι Χριστιανοί ζούσαν πριν ακόμη ενσαρκωθεί ο Σωτήρας και μόνο μετά την εμφάνιση του Χριστού πήραν αυτό το όνομα.
 Ο Χριστός λένε δεν άλλαξε ούτε ένα γιώτα από τον Μωσαϊκό νόμο. Βεβαίως όχι. Όλα τα «γιώτα» της αρχαίας ελληνικής βίβλου βρίσκονται ακόμη στην θέση τους. Τον Μωσαϊκό νόμο οι ελληνιστές Ιουδαίοι, τον κατανοούσαν αλληγορικά. Αλλιώς θα έπρεπε οι Χριστιανοί να θυσιάζουν να περιτέμνονται και να μην φτιάχνουν εικόνες.
 Η αλήθεια είναι ότι ο Χριστός δεν ήλθε για να αλλάξει ούτε ένα γιώτα από τους νόμους και τα έθιμα των ανθρώπων. Ο Χριστός δεν σκόπευε να αλλάξει την επιφάνεια των πραγμάτων, ασβεστώνοντας τους τάφους των Φαρισαίων αλλά να εγκατασταθεί βαθύτερα στις καρδιές των ανθρώπων. Η αποστολή Του Ιησού δεν ήταν να χαρίσει στο έθνος των Εβραίων την βασιλεία της γης αλλά να χαρίσει σε όλα τα έθνη την βασιλεία των ουρανών.

3) Ποιος είναι ο Ιωάννης ο ευαγγελιστής;

 Δυστυχώς από τα βιβλία που γράφτηκαν μετά την γέννηση του Χριστού, διασώθηκαν κυρίως τα ανθελληνικά κείμενα. Το πιο φιλελληνικό κείμενο που έχει διασωθεί μέχρι σήμερα είναι το ευαγγέλιο του Ιωάννη. Ο Ερνέστος Ρενάν απορεί επειδή ο ευαγγελιστής Ιωάννης με τον όρο «Ιουδαίοι» ονομάζει ξεκάθαρα τους εχθρούς του Χριστού, για τον φόβο των οποίων κρυβόταν ο Ιησούς και το μίσος των οποίων έστειλε τον Υιό του Θεού στον σταυρό.
 Το δυσκολότερο καθήκον για ένα βιογράφο του Ιησού, είναι να ασχοληθεί με την ζωή του Ιωάννη του ευαγγελιστή. Η χριστιανική παράδοση δεν είναι καθόλου ξεκάθαρη όσον αφορά το πρόσωπο του αποστόλου Ιωάννη. Στην περίπτωση του τέταρτου ευαγγελιστή δεν συναντούμαι απλώς κάποιες από τις συνηθισμένες αντιφάσεις των ευαγγελίων αλλά μια πλήρη σύγχυση σχετικά με τον άνθρωπο Ιωάννη. Εδώ θα θέσουμε το πρόβλημα, χωρίς να προσπαθήσουμε να το εξηγήσουμε. Ετούτο είναι τώρα αδύνατον να επιτευχθεί. Όταν κανείς γνωρίσει το πρόσωπο του τέταρτου Ευαγγελιστή, θα δει το αληθινό πρόσωπο του Χριστού.
 Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση των τριών πρώτων συνοπτικών λεγομένων ευαγγελίων, υπάρχουν δύο άνθρωποι με το όνομα Ιωάννης. Ένας είναι ο Ιωάννης Βαπτιστής και δεύτερος ο μαθητής του Ιησού, ο Ιωάννης του Ζεβεδαίου.
 Ο Βαπτιστής εμφανίζεται παραδοσιακά μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Ιησού, σχεδόν γέροντας με μακριά μαλλιά. Οι Έλληνες αποκαλούν τον Ιωάννη “ακερσεκόμη”, δηλαδή μακρυμάλλη, χαρίζοντας του ένα Διονυσιακό επίθετο. Ο Λουκάς όμως μας πληροφορεί ότι ο Βαπτιστής, είναι μόλις έξι μήνες μεγαλύτερος από τον Ιησού, του Οποίου τυγχάνει μάλιστα πρώτος ξάδερφος. Άρα ο Βαπτιστής σύμφωνα με τον Λουκά δεν είναι ένας γέρος αλλά ένας νέος, όπως και ο Ιησούς.
 Ο Ιωάννης Βαπτιστής σύμφωνα με τους Χριστιανούς εμφανίστηκε για να ανοίξει τον δρόμο του Ιησού, όπως ακριβώς είχε προμαντευτεί από τους προφήτες, γι΄ αποκαλείται και Πρόδρομος. Εβάπτισε όλους τους Ιουδαίους, ώστε να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους και να ετοιμασθούν ως ένας νέος λαός του Θεού.
 Ο απόστολος Ιωάννης ή ευαγγελιστής ή θεολόγος είναι ο μαθητής του Ιησού, αδερφός του Ιακώβου και γιος του Ζεβεδαίου, τουλάχιστον σύμφωνα με τα πρώτα τρία ευαγγέλια. Τα παιδιά του Ζεβεδαίου, τα αποκαλεί ο Κύριος “βοανεργές”, που σημαίνει “υιός βροντής”. Αυτός όμως που φώναζε στην έρημο εναντίον των Φαρισαίων, η φωνή βοώντος εν τη ερήμω, όπως γράφουν όλα τα ευαγγέλια, είναι Ιωάννης ο Βαπτιστής. Δεν νομίζω ότι είναι σύμπτωση που ο Ιησούς ονομάζει τα παιδιά του Ζεβεδαίου, Βοανεργές.
 Ποιόν όμως είχανε πατέρα τα παιδιά του Ζεβεδαίου; Η μητέρα τους λεγόταν Μαρία και είχε ζητήσει από τον Ιησού να κάνει τα παιδιά της αρχιστράτηγους στην βασιλεία των ουρανών, τοποθετώντας τους εκατέρωθεν του θρόνου του. Η μητέρα των παιδιών του Ζεβεδαίου ήταν παρών, μαζί με τις άλλες γυναίκες, κάτω από τον σταυρό του Κυρίου. Τα παιδιά του Ζεβεδαίου, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, μαζί με τον Πέτρο, ήταν οι μόνοι μαθητές που ακολουθούσαν συνεχώς τον Ιησού και οι μόνοι που είδαν την Μεταμόρφωση του Σωτήρος, σύμφωνα πάντα με τα τρία πρώτα ευαγγέλια.

  Ο Ωριγένης όμως όπως γνωρίζουμε, θεωρεί ότι ο Ιωάννης που έγραψε το τέταρτο ευαγγέλιο είναι ο μαθητής “ον ηγάπα ο Κύριος”, ο μαθητής στον οποίο ο Ιησούς έδειξε την Παναγία και του είπε “ιδού η μήτηρ σου”. “Τι χρειάζεται να πούμε περί του αναπεσόντος εις το στήθος του Ιησού”.
 Εδώ ακριβώς υπάρχει το πρόβλημα της συγγραφής των ευαγγελίων. Ο Ιωάννης, ο οποίος σύμφωνα με τους Χριστιανούς Πατέρες έγραψε το τέταρτο ευαγγέλιο, είναι ο ίδιος Ιωάννης που έγραψε και το ευαγγέλιο του Μάρκου. Ο «μαθητής ον ηγάπα ο Κύριος», είναι ο μικρός Ιωάννης Μάρκος, ο θεωρούμενος γιος του Σίμωνα Πέτρου. Δηλαδή ο συγγραφέας του τέταρτου ευαγγελίου είναι και ο συγγραφέας του Κατά Μάρκον!
 Η Χριστιανική παράδοση η οποία προέρχεται από τα τρία πρώτα συνοπτικά ευαγγέλια, δέχεται πως ο Ιωάννης ο Θεολόγος ήταν ο γιος του Ζεβεδαίου, ο οποίος μαζί με τον αδερφό του τον Ιάκωβο και τον Σίμωνα Πέτρο αποτέλεσαν την πρώτη τριάδα των μαθητών του Ιησού. Παραδέχονται έτσι πως υπάρχει ένας μόνο Ιωάννης, ο οποίος έγραψε το τέταρτο ευαγγέλιο, τις επιστολές και την Αποκάλυψη. Αν προσέξει όμως κανείς την Καινή Διαθήκη θα δει ότι οι επιστολές είναι του Ιωάννου του Αποστόλου ενώ η Αποκάλυψη του Ιωάννου του Θεολόγου. Παλαιότερα είχε γίνει μια προσπάθεια να χωριστούν οι ευαγγελιστές σε δύο Γιάννηδες αλλά η προσπάθεια δεν έπιασε.
 Το πρόβλημα φανερώνεται καθώς ο Ιωάννης Ζεβεδαίος των συνοπτικών ευαγγελίων, είναι ένας ενήλικας μαθητής του Ιησού, τον οποίο αγνοεί το τέταρτο ευαγγέλιο. Στο τέταρτο ευαγγέλιο δεν αναφέρονται τα παιδιά του Ζεβεδαίου. Ο μαθητής Ιωάννης, τον οποίο ηγάπα ο Κύριος, είναι ο επιλεγόμενος Μάρκος, ο γιος του Σίμωνα Πέτρου, που ήταν νεαρός σε ηλικία όταν δίδασκε ο Σωτήρας.
 Όταν ανακρινόταν ο Ιησούς, ένας μαθητής του που γνώριζε τους αρχιερείς, έβαλε τον Πέτρο μέσα στο σπίτι ώστε να ζεσταθεί δίπλα στο τζάκι μαζί με τους δούλους. Το τέταρτο ευαγγέλιο που αναφέρει το περιστατικό, δεν αποκαλύπτει το όνομα του μαθητή. Έτσι θεωρήθηκε πως ο μαθητής αυτός ήταν εκείνος τον οποίον ηγάπα ο Κύριος, ο μικρός Ιωάννης. Τα τρία πρώτα ευαγγέλια δεν αναφέρουν κανένα μαθητή απλά γράφουν πως ο Πέτρος ακολουθούσε από κοντά.
 Η παράδοση θεωρεί ότι ο μαθητής που έβαλε το Πέτρο μέσα στο σπίτι, ήταν ο Ιωάννης του Ζεβεδαίου, ο οποίος ήταν γνωστός στον αρχιερέα και ο οποίος είναι ο μαθητής που αγαπούσε ο Κύριος.
 Όταν ο Πέτρος μετά την ανάσταση πήγε στον τάφο του Ιησού, ο μικρός Ιωάννης έτρεξε γρήγορα κι έφτασε πρώτος μπροστά στην πόρτα του μνημείου. Κοίταξε μέσα και είδε και πίστεψε, αλλά δεν μπήκε στον τάφο, περιμένοντας τον ηλικιωμένο Πέτρο να μπει πρώτος. Ο νεαρός Ιωάννης που σεβόταν τόσο πολύ τον Πέτρο είναι πολύ μικρός σε ηλικία, ώστε να ξαπλώνει άνετα στο στήθος του Ιησού, όπως έγινε στο μυστικό δείπνο, όταν ο Πέτρος έσκυψε δίπλα του για να τον ρωτήσει περί του προδότη.
 Ακόμη, όταν ο Πέτρος ακούσει τρεις φορές τον Ιησού να του λέει, “ποίμαινε τα πρόβατα μου”, θα ρωτήσει, “και τι θα γίνει με αυτόν”, δείχνοντας τον μικρό Ιωάννη. “Τούτον θέλω μένει μέχρι να έρθω”, είπε ο Ιησούς. Έτσι αυτός ο Ιωάννης ταυτίστηκε με τον παράκλητο, με το Πνεύμα του Χριστού που θα παραμείνει κοντά στους ανθρώπους μέχρι την δευτέρα παρουσία.
 Στις αγιογραφίες ο ευαγγελιστής Ιωάννης εμφανίζεται ως ένα μικρό παιδί και το νεανικό πρόσωπο του συνοδεύει πολύ συχνά τις εικόνες της Παναγίας και του Χριστού, φτιάχνοντας την Αγία Τριάδα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Ο Ιωάννης θεωρείτε από τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, η πνευματική συνέχεια του Χριστού, γιατί ο Ιησούς πριν πεθάνει είπε στην μητέρα του, “Μήτηρ Ιδού ο Υιός σου” και στον Ιωάννη είπε, “Ιδού η μήτηρ σου”.
 Ο πατέρας του ο Ιωάννη, ο Σίμωνας Πέτρος, φυσικά θα ποίμανε τα πρόβατα του Ιησού μέχρι να μεγαλώσει ο προορισμένος να βασιλεύσει μετά την ανάσταση του Κυρίου. Απ΄ ότι γνωρίζουμε τον πατέρα του Πέτρου τον λέγανε Ιωνά ή Ιωάννη. Είναι λοιπόν λογικό το Ιουδαϊκό όνομα του Μάρκου να είναι Ιωάννης.
 Στον μικρό Ιωάννη αποδίδεται το κατά Μάρκον ευαγγέλιο, το οποίο κατέγραψε σύμφωνα με τις αναμνήσεις του Πέτρου, όπως παραδίδει ο Παπίας Ιεραπόλεως και μεταφέρει ο Ευσέβιος της Καισαρείας. Αν πιστέψουμε λοιπόν όσα αναφέρει το τέταρτο ευαγγέλιο, τότε έχει γραφτεί από τον μικρό Ιωάννη, και άρα ο Ιωάννης Μάρκος είναι ο μοναδικός συγγραφέας ευαγγελίων, και το δικό του ευαγγέλιο μετέγραψαν όλοι οι υπόλοιποι ευαγγελιστές.

 Ας δούμε όμως τι συνέβη με τους τρεις σπουδαιότερους αποστόλους του Χριστού.
 Ο Ευσέβιος γράφει (Εκκλ.Ιστ.Β,α΄) πως «Όπως εμφανίζεται το πράγμα στο έκτον βιβλίο των Υποτυπώσεων του ο Κλήμης: Ο Πέτρος και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης μετά την ανάληψη του Σωτήρος δεν διεξεδίκησαν την δόξαν, αν και είχαν τιμηθεί προτέρως υπό του Σωτήρος, αλλ΄ εξελέγη επίσκοπος Ιεροσολύμων ο Ιάκωβος ο δίκαιος. Ο ίδιος λέει στο έβδομο βιβλίο ότι μετά την ανάσταση ο Κύριος παρέδωσε την γνώση στον Ιάκωβο τον Δίκαιο, τον Ιωάννη και τον Πέτρο, ούτοι την παρέδωσαν και στους άλλους αποστόλους».
 Γράφοντας «Περί της τελευταίας πολιορκίας» (Εκκλ.Ιστ.Γ΄ε΄), αναφέρει ότι «πρώτος εφονεύθη ο Στέφανος με λιθοβολισμό, έπειτα ο Ιάκωβος του Ζεβεδαίου ο αδελφός Ιωάννου, απεκόπη την κεφαλήν, τέλος δε Ιάκωβος, ο πρώτος καταλαβών τον θρόνο της επισκοπής, μετά την ανάληψη τους Σωτήρος , γκρεμίστηκε από το αέτωμα του ναού. Ο Πέτρος κήρυξε στην Ρώμη επί Κλαυδίου, «την πολυτίμητον εμπορίαν του νοητού φωτός εξ ανατολών τοις κατά δύσιν εκόμιζεν, φως αυτό και λόγον ψυχών σωτήριον, το κήρυγμα της των ουρανών βασιλείας, ευαγγελιζόμενος».
 Ο Πέτρος λένε οι φήμες σταυρώθηκε στην Ρώμη. Αυτό αποδεικνύουν τα ονόματα που βρέθηκαν χαραγμένα σε κάποιους Χριστιανικούς τάφους στην Ρώμη, μας πληροφορεί ο Ευσέβιος. Δηλαδή οι Χριστιανοί του τρίτου αιώνα έχουν μόνο αυτές τις αρχαιολογικές μαρτυρίες για την σταύρωση του Πέτρου στην Ρώμη!
 Ο Ευσέβιος περιπλέκοντας περισσότερο τα πράγματα, εκθέτει την άποψη εκείνων που θεωρούσαν ότι ο Ιωάννης ο μαθητής του Ιησού, αποκεφαλίστηκε στην Ιουδαία και δεν έφτασε ποτέ στην Ασία, ώστε να ζήσει στην Έφεσο μέχρι Νέρβα και Τραϊανού. Ο Γεώργιος ο Αμαρτωλός όμως, επιμένει ότι σαφώς όπως παραδίδουν οι γραφές και η παράδοση ο Ιωάννης ο ευαγγελιστής, μαρτύρησε στην Έφεσο, θεωρώντας ότι τέταρτο ευαγγέλιο είναι δικό του. Στην εκκλησιαστική ιστορία ο Ευσέβιος γράφοντας για τον «έλεγχο του Μοντανισμού από τον Απολλώνιο», μας μεταφέρει ότι ο Απολλώνιος αναφέρει πως ο Ιωάννης ανάστησε νεκρό στην Έφεσο. Αυτή η ιστορία της ανάστασης νεκρού στην Έφεσο και πολλές άλλες παρόμοιες ιστορίες αναφέρονται στις απόκρυφες Πράξεις Ιωάννου.
 Ο Ευσέβιος (Εκκλ.Ιστ.Α,15), μας μεταφέρει την άποψη του Παπία, την οποία απ΄ ότι φαίνεται γνώριζαν όλοι οι Πατέρες του τρίτου αιώνα μετά Χριστού.
 «Ο ακόλουθοι του Μάρκου τον παρακάλεσαν να γράψει την διδασκαλία που τους είχε παραδοθεί προφορικώς από τον Πέτρο και δεν παραιτήθηκαν της προσπάθειας πριν πείσουν τον άνδρα, και έτσι έγιναν αιτία της συγγραφής του λεγομένου κατά Μάρκον ευαγγελίου. Λέγουν ότι ο απόστολος Πέτρος πληροφορηθείς το πραχθέν δι΄αποκαλύψεως του Πνεύματος, ηυχαριστήθη από την προθυμία των ανθρώπων και επικύρωσεν την Γραφήν για ανάγνωση στην εκκλησία. Ο Κλήμης παραθέτει την ιστορίαν εις το έκτον βιβλίον των Υποτυπώσεων. Τον δε Μάρκο μνημονεύει ο Πέτρος εις την πρώτη επιστολή του, την οποία λέγεται ότι συνέταξε στη Ρώμη, καλεί δε την πόλη μεταφορικά Βαβυλώνα με τους λόγους “σας ασπάζεται η συνεκλεκτή εις την Βαβυλώνα και ο υιός μου Μάρκος. (Α΄ Πέτρ. 5,13) Λέγουν επίσης ότι ο Μάρκος ούτος αποσταλείς πρώτος εις την Αίγυπτον εκήρυξε το ευαγγέλιον, το οποίον και συνέγραψε, και ίδρυσε πρώτος Εκκλησίαν στην Αλεξάνδρεια».
 Ο Ευσέβιος μας παραδίδει “πως μνημονεύει τα θείας γραφάς ο Ειρηναίος”, γράφοντας ότι πρώτος ο Ματθαίος συνέταξε το ευαγγέλιο μεταξύ των Εβραίων.
 “Ο μεν Ματθαίος εν τοις Εβραίοις τη ιδία αυτών διαλέκτω και γραφήν εξήνεγκεν ευαγγελίου,- ενώ ο Πέτρος και ο Παύλος εθεμελίωναν την εκκλησία στη Ρώμη. Μετά δε τον θάνατον αυτών ο Μάρκος, ο μαθητής και ερμηνευτής του Πέτρου, -και αυτός τα υπό του Πέτρου κηρυσσόμενα εγγράφως ημίν παρέδωκε, και Λουκάς δε, ο ακόλουθος Παύλου, το υπ΄ εκείνου κηρυσσόμενο ευαγγέλιο εν βίβλω κατέθετο. Έπειτα ο Ιωάννης μαθητής του Κυρίου, ο και επί το στήθος αυτού αναπεσών, και αυτός εξέδωκε ευαγγέλιον, εν Εφέσω της Ασίας διατρίβων”. Ο Ειρηναίος δηλαδή ξεχωρίζει τον Μάρκο από τον «μαθητή ον ηγάπα ο Κύριος», αφήνοντας μας να καταλάβουμε πως υπήρχαν δύο απόστολοι με το όνομα Μάρκος!
 Ο Ευσέβιος γράφοντας την δική του άποψη επιχειρεί να διορθώσει το λάθος. Αναφέρει λοιπόν “περί του κατά Μάρκου ευαγγέλιον”, πως “ο Μάρκος έγραψε τα λόγια του Πέτρου και ετούτο επιβεβαιώνει και ο Ιεραπόλεως Παπίας. Είναι ξεκάθαρο πως την πληροφορία αυτή την δίνει με τέτοιο τρόπο ο Ευσέβιος, για να ισχυριστεί ότι τέταρτο ευαγγέλιο δεν είναι γραμμένο από τον Μάρκο αλλά από τον Ιωάννη τον Ζεβεδαίο, τον μαθητή του Χριστού. Γι΄ αυτό ο Ευσέβιος αναφέρει συγκεκριμένα, ότι ο Μάρκος δεν έγραψε ευαγγέλιο, αλλά μόνο τα λόγια του Κυρίου, όπως τα θυμόταν ο Πέτρος.
 Μια τέτοια σύνθεση με λόγια του Κυρίου, η οποία κυκλοφορούσε τον δεύτερο αιώνα μ.Χ. βρέθηκε στην Αίγυπτο, αλλά όπως αναφέρεται, “αυτά είναι τα λόγια που είπε ο Ζωντανός Ιησούς και κατέγραψε ο Δίδυμος Ιούδας Θωμάς. Και είπε ο Ιησούς: Όποιος βρει την ερμηνεία αυτών των λόγων δεν θα γευτεί θάνατο. Όποιος αναζητεί, ας μη σταματήσει ωσότου βρει, όταν βρει, θα ταραχτεί, αφού ταραχτεί, θα αποθαυμάσει και τότε θα γίνει βασιλιάς των πάντων. Αν οι καθοδηγητές σας πουν: ιδού η βασιλεία είναι στον ουρανό, τότε τα πετεινά του ουρανού θα σας ξεπεράσουν. Αν σας πουν: είναι στην θάλασσα, τότε τα ψάρια θα σας ξεπεράσουν. Αλλά η βασιλεία είναι μέσα σας και απ΄ έξω. Όταν θα γνωρίσετε τον Εαυτό σας τότε θα είστε γνωστοί, και θα γνωρίζετε, πως είστε γιοι του Ζωντανού Πατέρα. Αν όμως δεν γνωρίζετε τον Εαυτό σας, ζείτε στην φτώχεια και είστε η φτώχεια”.
 Ο Ευσέβιος της Καισαρείας, αναφέρει για την Αποκάλυψη του Ιωάννου, ότι όποιος ήθελε μπορούσε να μην την πιστεύει. Νομίζει ότι η Αποκάλυψη δεν γράφτηκε από τον μαθητή του Κυρίου αλλά από κάποιον άλλο Ιωάννη πρεσβύτερο, την παράδοση του οποίου εκφράζει το ευαγγέλιο του Μάρκου και όχι του τετάρτου ευαγγελίου! Αυτός πάλι είναι ένας τρίτος Ιωάννης που δεν έχει σχέση ούτε με τον Ζεβεδαίο, ούτε με τον Μάρκο! Μας ωθεί ο Ευσέβιος να πιστέψουμε ότι η Αποκάλυψη είναι έργο ενός τρίτου Ιωάννη και όχι ενός από τους μαθητές του Χριστού. Θεωρεί ότι έζησαν δύο απόστολοι με το όνομα Ιωάννης στην Ασία, ένας αποκαλούμενος Πρεσβύτερος, σύντροφος του Αριστίωνα και δάσκαλος του Παπία Ιεραπόλεως και του Αγίου της Σμύρνης Πολύκαρπου και ένας δεύτερος, ο μαθητής του Ιησού.
 Ο Ευσέβιος κάνει όλες αυτές τις παρατηρήσεις αναφέροντας (Εκκλ.Ιστ.Γ’,λθ΄) τα συγγράμματα του Παπία, αντλώντας τις πληροφορίες από τον Ειρηναίο, γράφοντας: “και ο Παπίας ο ακροατής Ιωάννου και σύντροφος του Πολυκάρπου, αρχαίος ανήρ, ο οποίος έχει συντάξει πέντε βιβλία”. Ο Παπίας γράφει ότι δεν άκουγε τα πολλά λόγια των πολλών αλλά αυτούς που διδάσκουν την αλήθεια, όχι δηλαδή εκείνους που μνημονεύουν τας αλλοτρίας εντολάς αλλά τοις τας παρά του Κυρίου τη πίστη δεδομένας. Γι΄ αυτό ο Παπίας παρακολουθούσε αν θα ερχόταν κανένας πρεσβύτερος για να ακούσει τι έλεγαν,  “τι Ανδρέας ή τι Πέτρος είπεν ή τι Φίλιππος ή τι Θωμάς ή Ιάκωβος ή τι Ιωάννης ή Ματθαίος ή τις έτερος των του Κυρίου μαθητών, όπως ο Αριστίων και ο πρεσβύτερος Ιωάννης, οι μαθητές του Κυρίου”.
 Ο Ευσέβιος δεν εκπλήσσεται από την αναφορά σε άγνωστους από τα ευαγγέλια αποστόλους. Άγνωστοι απόστολοι υπάρχουν πολλοί. Υπάρχει στην εκκλησία η παράδοση των οκτώ αποστόλων του Χριστού, διαφορετικοί από τους γνωστούς δώδεκα, όπως υπάρχουν και οι εβδομήντα απόστολοι. Ο Ευσέβιος έχει άλλα πράγματα στο μυαλό του.
 “Εδώ είναι άξιο να επιστηθή η προσοχή ημών επί του ότι αναφέρει δύο φοράς το όνομα του Ιωάννου, και τον μεν πρώτον Ιωάννην συγκαταλέγει με τον Πέτρον, τον Ιάκωβον, τον Ματθαίον και τους λοιπούς Αποστόλους, εννοών σαφώς τον ευαγγελιστήν, τον δε άλλον, διακρίνων εις το κείμενον, κατατάσσει μαζί με τους άλλους έξω από τον αριθμό των αποστόλων, προτάξας αυτού τον Αριστίωνα, και τον ονομάζει σαφώς πρεσβύτερον. Ούτως αποδεικνύεται και με αυτά αληθής η ιστορίας εκείνων οι οποίοι έχουν είπει ότι εις την Ασίαν υπήρχον δύο ομώνυμοι και ότι υφίσταντο δύο μνήματα εις την Έφεσσον, καλούνται και σήμερον του Ιωάννου. Τούτο είναι άξιο προσοχής, διότι πράγματι είναι εύλογον να έχη γράψει την Αποκάλυψιν ο δεύτερος, εάν κανείς δεν θέλει τον πρώτον”.
 “Ο Παπίας λέγει ότι του Αριστίωνος και του πρεσβυτέρου Ιωάννου έγινεν ο ίδιος αυτήκοος. ...Και άλλα δε ο Παπίας ως εκ παραδόσεως αγράφου, σε αυτόν ελθούσαν, παρατέθειτε ξένας τε τινάς παραβολάς του Σωτήρος και διδασκαλίας αυτού και τινά άλλα μυθικώτερα. Όπως ότι θα υπάρξει μετά την εκ νεκρών ανάσταση μια χιλιάδα ετών, όπου θα εγκαθιδρυθεί σωματικώς η βασιλεία του Χριστού. Αυτό συνέβη, εξηγεί ο Ευσέβιος γιατί ο Παπίας δεν κατάλαβε την “μυστική τυπολογία” και ήταν “σφόδρα μικρός τον νουν”, (δηλαδή πολύ φτωχός τω πνεύματι). «Έγινε όμως αίτιος παρομοίας με την ιδικήν του δοξασίας πολλυαρίθμων εκκλησιαστικών ανδρών, οι οποίοι εστηρίζοντο στην αρχαιότητα του, όπως είναι ο Ειρηναίος και οποιοσδήποτε άλλος παρουσιάζεται με παρόμοια φρονήματα», καταλήγει ο «μέγας τον νουν» Ευσέβιος ή ο μοχθηρός Ευσέβιος, όπως τον αποκαλεί ο παραβάτης Ιουλιανός.
 Ας δούμε όμως την άποψη του πρεσβύτερου Παπία για την συγγραφή των ευαγγελίων. “Και τούτο ο πρεσβύτερος έλεγεν, Μάρκος μεν ερμηνευτής Πέτρου γενόμενος, όσα εμνημόνευσεν, ακριβώς έγραψεν, ου μέντοι τάξει τα υπό του Κυρίου ή λεχθέντα ή πραχθέντα. Ούτε γαρ ήκουσεν του Κυρίου ούτε παρηκολούθησεν αυτώ, ύστερον δε, όπως είπαμε, Ο Πέτρος χρησιμοποιούσε τις διδασκαλίες αναλόγως την ανάγκη, αλλά δεν συνέταξε τα λόγια όπως αυτά λέγονται τις Κυριακές. Ώστε ουδέν ήμαρτε Μάρκος, ο οποίος έγραψε μερικά πράγματα όπως τα θυμόταν. Γιατί ένα πράγμα πρόσεξε πάρα πολύ, να μην ξεχάσει τίποτα από όσα άκουσε “ή ψεύσασθαι τι εν αυτοίς”. “Ταύτα ιστόρηται τω Παπία περί του Μάρκου. Περί δε του Ματθαίου ταύτ΄ είρηται: Ματθαίος μεν ουν εβραϊδί διαλέκτω τα λόγια συνετάξατο, ηρμήνευσεν δ΄ αυτά ως ην δυνατός έκαστος”.
 Ο Παπίας λέει ξεκάθαρα ότι τα λόγια του Πέτρου, δηλαδή τα υπό του Κυρίου λεχθέντα η πραχθέντα, ο Μάρκος τα μετέγραψε με κάθε προσοχή χωρίς να ξεχάσει η να ψευσθεί. Όταν όμως ο Ματθαίος συνέταξε τα λόγια στην εβραϊκή, δηλαδή την αραμαϊκή γλώσσα, ο καθένας όπως μπορούσε τα ερμήνευσε. Μεταφράζοντας κανείς από τα ελληνικά την λέξη Σωτήρ, στα αραμαϊκά θα γράψει Ιησούς. Έτσι μας προήλθε το όνομα του Ιησού Χριστού. Ποτέ ο Χριστός δεν ονομάστηκε Ιησούς, διότι το όνομα αυτό είναι όνομα ενός Θεού και όχι ενός ανθρώπου. Ο Παπίας μας ενημερώνει άλλωστε ότι μετά την μετάφραση των λόγων από τον Ματθαίο, έκαστος ερμήνευσε όπως ήθελε τα λόγια του Κυρίου

4) Η συγγραφή των τεσσάρων ευαγγελίων.

 Είναι γνωστό πως τα τέσσερα ευαγγέλια αποτέλεσαν αρχικά κείμενα διαφορετικών εκκλησιών που πήραν την τελική τους μορφή τον τρίτο αιώνα για να αποτελέσουν τα μόνα αποδεκτά ευαγγέλια της Ρωμαϊκής Καθολικής Εκκλησίας. Σήμερα δεχόμαστε την δουλειά που έκανε ο Άγιος Ιερώνυμος πάνω στα ευαγγέλια. Δεχόμαστε έτσι ότι πρώτο είναι το ευαγγέλιο του Ματθαίου, το λεγόμενο των Εβραίων, δεύτερο του Μάρκου, του υιού του Πέτρου και ιδρυτή της εκκλησίας της Αλεξάνδρειας, τρίτο του Λουκά, του μαθητή του Παύλου και τέταρτο του Ιωάννη του ευαγγελιστή , του μαθητή του Χριστού. Ο Ευσέβιος θεωρεί ότι καλώς τοποθετήθηκε τέταρτο αυτό το ευαγγέλιο μια και γράφτηκε τελευταίο, μετά τα τρία πρώτα συνοπτικά.
 Στην Καινή Διαθήκη, μετά τα ευαγγέλια ακολουθούν οι Πράξεις των αποστόλων, όπου αναφέρεται κυρίως η δράση του αποστόλου Παύλου, κι έπειτα οι επιστολές των αποστόλων, με πρώτες εκείνες του Παύλου και τελευταίες του αποστόλου Ιωάννου. Το βιβλίο τελειώνει με την Αποκάλυψη του Χριστού, την οποία έλαβε από τον Θεό ο Ιησούς και την παραδίδει στον δούλο του Ιωάννη.
 Στο 13ο κεφάλαιο του έκτου βιβλίου της εκκλησιαστικής ιστορίας, ο Ευσέβιος αναφέρει ότι ο Κλήμεντας Αλεξανδρείας, “αποδεικνύει γραπτώς ότι ο Μωυσής και το γένος των Εβραίων είναι αρχαιότεροι από το γένος των  Ελλήνων”, και με την ευκαιρία μας παραδίδει την άποψη του Κλήμεντα για τα ευαγγέλια. “Έλεγεν, ο Κλήμεντας ότι πρώτα γράφτηκαν τα ευαγγέλια που περιέχουν τις γενεαλογίες. Το δε κατά Μάρκο γράφτηκε κάτω από αυτές τις περιστάσειςΤου Πέτρου δημοσία εν Ρώμη κηρύξαντος τον λόγο και πνεύματι το ευαγγέλιο εξειπόντος, τους παρόντας πολλούς όντας, παρακαλέσαι τον Μάρκον, του αναγράψαι τα ειρημένα από τον Πέτρο. (παρακάλεσαν τον Μάρκο να γράψει τα λόγια του Πέτρου). Τον μέντοι Ιωάννη έσχατον, ο οποίος αντιλήφθηκε πως τα σωματικά είχαν γραφτεί, πνεύματι θεοφορηθέντα πνευματικόν ποιήσαι ευαγγέλιον, (συνέταξε τελευταίος το πνευματικό ευαγγέλιο). Τοσαύτα ο Κλήμης”.
 Ο Κλήμεντας θεωρεί πρώτα τα ευαγγέλια που αναφέρουν τις γενεαλογίες κι ετούτο είναι πολύ φυσικό εφόσον ο Κλήμεντας ενδιαφέρεται πρωτίστως για την δαυιδική καταγωγή του Ιησού.
 Αναφερόμενος ο Ευσέβιος στον Ωριγένη, μας παραδίδει και την δική του άποψη, αποκρύπτοντας όμως, ότι ο Ωριγένης θεωρούσε μόνο το Κατά Ιωάννην ως αληθινό ευαγγέλιο και λόγο του θεού. Ο Αδαμάντιος, γιατί έτσι ονομαζόταν ο Ωριγένης, ταξίδευσε στην Ρώμη “την αρχαιοτάτην Ρωμαίων εκκλησία  ιδείν”, γράφει ο Ευσέβιος παραδίδοντας πρώτα την άποψη του Ωριγένη για την παλαιά διαθήκη.
 Ο Ωριγένης ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την παλαιά διαθήκη, “ιδίως την Ακύλου και Συμμάχου και Θεοδοτίωνος έκδοσιν άμα τη των εβδομήκοντα εν τοις Τετράσοις επισκευάσας”. Ο Ωριγένης υποστηρίζει ότι οι κανονικές εβραϊκές γραφές είναι 22, όσα και τα γράμματα της αρχαίας εβραϊκής αλφαβήτου και αναφέρει τα εβραϊκά ονόματα τους. Η πρώτη λέξη Γένεσις σημαίνει “εν αρχή” και στα εβραϊκά είναι Βρησίθ. Ο Ιησούς του Ναυή, λέγεται Ιησούεβεννούν, πράγμα που μας δίνει μια ιδέα για το όνομα των Εβιωναίων. Οι Κριτές και Ρούθ, λέγονται Σοφτείμ. Τα βιβλία των Βασιλειών, λέγονται, Ουαμελχδαυίδ, που σημαίνει βασιλεία Δαυίδ. Το βιβλίο του Έσδρα, λέγεται Έσδρας που σημαίνει βοηθός. Τις Παροιμίες Σολομώντος, στις οποίες οι Ορθόδοξοι προσθέτουν την Σοφία Σολομώντος. Το Άσμα Ασμάτων που λέγεται Σιρασσιρείμ. Έξω δε από αυτά είναι τα Μακκαβαϊκά, τα οποία επιγράφονται Σαρβηθσαβαναιέλ”.

 Ο ίδιος ο Ευσέβιος όμως, γράφει για την νέα μετάφραση της βίβλου και “Περί του μεταφραστού Συμμάχου, πως πρέπει να γνωρίζουμε ότι ήταν Εβιωναίος. Η ούτως καλουμένη αίρεση των Εβιωναίων, είναι η των λεγόντων ότι ο Χριστός έγινεν από τον Ιωσήφ και την Μαρίαν, των θερούντων αυτόν απλόν άνθρωπον και ισχυριζομένων ότι πρέπει να φυλάττουμε τον νόμο ιουδαϊκώς. Φέρονται δε και ως σήμερα υπομνήματα του Συμμάχου, στα οποία φαίνεται ότι προσπαθεί να κατοχυρώσει την αναφερθείσα αίρεσιν στηριζόμενος στο Κατά Ματθαίον ευαγγέλιο”.
 Τα υπομνήματα στην παλαιά διαθήκη που μετέφρασε ο Σύμμαχος, όπως και ο Ειρηναίος αναφέρει, δεν μιλούν για την Παρθένο Μητέρα του Ιησού. Άρα το Κατά Ματθαίον, το λεγόμενο ευαγγέλιο των Εβραίων, δεν πίστευε στην Παρθενία της Μαρίας και για τούτο γενεαλογεί από τον Ιωσήφ, τον νομιζόμενο πατέρα του Ιησού. Η λέξη “νομιζόμενος”, έχει προφανώς προστεθεί από τους Χριστιανούς οι οποίοι δεν μπορούσαν να αντέξουν την κατάφορη ύβρη εναντίον της Θεοτόκου και του Ιησού. Όπως θα δούμε οι Εβιωναίοι και οι Φαρισαίοι πίστευαν ότι η Μαρία ήταν μοιχή, γι΄αυτό και θεωρούν τον Ιησού γιο του Ιωσήφ.   
 Ο Ευσέβιος γράφει πως ο Ωριγένης, ως εν παραδόσει έμαθε τα τέσσερα ευαγγέλια, τα μόνα που παραδέχεται η εκκλησία. Το πρώτο είναι το κατά Ματθαίον, του τελώνη που έγινε μαθητής, ο οποίος τον “εκκλησιαστικόν κανόνα φυλάττων”.. “εκδωκότα αυτό τοις από Ιουδαϊσμού πιστεύσασι, γράμμασιν Εβραϊκή συντεταγμένον, δεύτερον δε το κατά Μάρκον, ως ο Πέτρος υφηγήσατο αυτώ”, τον οποίο και γιο του αποκαλεί ο Πέτρος (Α΄ Πέτρου 5,13) στην καθολική επιστολή του και “τρίτον το κατά Λουκά, τον επαινούμενον υπό του Παύλου και συντάξαντα ευαγγέλιο δια τους εκ των εθνικών, τελευταίον επί πάσι το κατά Ιωάννην”.
 Το τελευταίο όμως ευαγγέλιο, είναι ο πρώτος καρπός του Χριστιανικής αλήθειας. Το έσχατον του παρελθόντα κόσμου, είναι το πρώτο του νέου κόσμου. Έτσι είδε ο Ωριγένης την αλήθεια του Ιωάννη και γι΄ αυτό θεωρεί τα τρία πρώτα συνοπτικά ευαγγέλια ως την περιγραφή της γήινης ζωής του Ιησού, ενώ το τέταρτο ευαγγέλιο περιγράφει τον Χριστό, τον Θεό ημών.

 Η συλλογή διαφόρων κειμένων και η επανέκδοση τους ενωμένων σε ένα βιβλίο αποτέλεσε τον κύριο τρόπο συγγραφής της ιστορίας τα αρχαία χρόνια. Η βίβλος είναι το τυπικότερο παράδειγμα αυτού του τρόπου συγγραφής. Διαφορετικές παραδόσεις συγκεντρώνονται σε ένα βιβλίο, το οποίο χρωματίζεται βέβαια από την άποψη της εποχής και των συγγραφέων, οι οποίοι προσπαθούν όσο είναι δυνατόν να ομογενοποιήσουν το σύνολο και να εξηγήσουν ή να καλύψουν τυχόν αντιφάσεις.
 Το άσχημο είναι πως τα αρχαία χειρόγραφα που κατείχαν οι Χριστιανοί του τρίτου αιώνα, ήταν συνήθως φύλλα παπύρων, τα οποία δεν ήταν όπως σήμερα αριθμημένα, ώστε οι νέοι ευαγγελιστές, τοποθετούσαν τα επεισόδια όπως οι ίδιοι νόμιζαν και όχι με την σειρά που είχαν γραφτεί. Μάλιστα έπαιρναν κομμάτια από πολλά και διάφορα ευαγγέλια, τα οποία ενωμένα, δημιουργούσαν ένα καινούριο ευαγγέλιο, το οποίο περιέγραφε πολλά γεγονότα από δύο και τρεις φορές, επειδή ετούτα ήταν διαφορετικά διατυπωμένα από τους πρώτους συγγραφείς.
 Ένα τυπικό παράδειγμα είναι το ευαγγέλιο του Τατιανού. Ο Τατιανός ήταν μαθητής του Ιουστίνου του φιλοσόφου, ο οποίος όταν πέθανε ο δάσκαλος του δημιούργησε την δική του αίρεση των Εγκρατητών. Ο Τατιανός ήταν Σύρος στην καταγωγή αλλά μεγαλωμένος με την ελληνική παιδεία, όπως και οι περισσότεροι Χριστιανοί του δεύτερου αιώνα. Παρόλα αυτά ήταν ίσως ο πιο φανατικός ανθέλληνας από τους Χριστιανούς απολογητές. Ο Ευσέβιος αναφέρεται στον «περίφημο προς Έλληνας λόγο του, ο οποίος δεικνύει ότι προγενέστερα από όλους τους διακεκριμένους Έλληνες ήταν ο Μωυσής και οι προφήτες των Εβραίων. Ο λόγος τούτος μάλιστα κάλλιστος τε και ωφελιμότερος υπάρχειν, από όλα τα συγγράμματα του».
 Ο κύριος αυτός, έγραψε ένα ευαγγέλιο, ενώνοντας και τα τέσσερα σε ένα, το οποίο και γι΄ αυτό ονομάστηκε Διατέσσαρον. Ο Τατιανός άφησε έξω μόνο τα κοινά χωρία των ευαγγελίων. Απ΄ ότι φαίνεται δεν βρήκε πάρα πολλά. Στην πραγματικότητα αναγκάστηκε να επαναλάβει σχεδόν όλο το ευαγγέλιο του Ιωάννη, το οποίο έχει ελάχιστες ομοιότητες με τα πρώτα τρία ευαγγέλια που ονομάζονται συνοπτικά. Αυτό το ευαγγέλιο είναι το μόνο που αναφέρει τον γάμο στην Κανά, την ιστορία της Σαμαρείτισσας, την ανάσταση του Λαζάρου κι άλλα ακόμη γεγονότα άγνωστα στους τρεις πρώτους ευαγγελιστές. Ο Τατιανός αναφέρει δύο φορές το μύρωμα της Μαρίας, επειδή οι ευαγγελιστές τοποθετούν το γεγονός, άλλος λίγο πριν την σταύρωση και άλλος πολλές μέρες νωρίτερα. 

Ο τρόπος της συκιάς

 Ένας ακόμη τρόπος συγγραφής της ιστορίας ο οποίος συνηθιζόταν μεταξύ των Χριστιανών είναι αυτός που ονομάζω ο τρόπος της «συκιάς». Το ζευγάρι των πρώτων ανθρώπων, γνωστοί με τα ονόματα Αδάμ και Εύα, χρησιμοποίησαν φύλλα συκής για να κρύψουν τα σεξουαλικά τους όργανα από το φως του ήλιου. Η συκιά προσφέρει πυκνή και δροσερή σκιά και συμβολίζει την ανακούφιση και την ξεκούραση.
 Πάνω στη συκιά ήταν ανεβασμένος ο τελώνης Ματθαίος, όταν τον κάλεσε ο Ιησούς και κάτω από μια συκιά καθόταν ο Ναθαναήλ όταν τον κάλεσε ο Ιησούς φωνάζοντας το όνομα του. (Ιωάν.1, 47) «είδεν ο  Ιησούς τον Ναθαναήλ ερχόμενον προς αυτόν και λέγει περί αυτού,  Ιδέ αληθώς  Ισραηλίτης εν ω δόλος ουκ εστίν. λέγει αυτώ Ναθαναήλ, Πόθεν με γινώσκεις; απεκρίθη  Ιησούς και είπεν αυτώ, Προ του σε Φίλιππον φωνήσαι όντα υπό την συκήν ειδόν σε. απεκρίθη αυτώ Ναθαναήλ,  Ραββί, συ ει ο υιός του θεού, συ βασιλεύς ει του  Ισραήλ. απεκρίθη  Ιησούς και είπεν αυτώ,  Ότι ειπόν σοι ότι ειδόν σε υποκάτω της συκής πιστεύεις; μείζω τούτων όψη».
 Έτσι και ο αληθινός Χριστιανός πιστεύει ότι του γράψουν για την συκιά την οποία συνάντησε ο Χριστός έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ. Ο Ματθαίος αναφέρει ότι η συκιά ξεράθηκε μόλις την καταράστηκε ο Ιησούς.   
(Ματθ.21.17)  «Και καταλιπών αυτούς εξήλθεν έξω της πόλεως εις Βηθανίαν, και ηυλίσθη εκεί. Πρωί δε επανάγων εις την πόλιν επείνασεν. και ιδών συκήν μίαν επί της οδού ήλθεν επ' αυτήν, και ουδέν εύρεν εν αυτή ει μη φύλλα μόνον, και λέγει αυτή, Μηκέτι εκ σου καρπός γένηται εις τον αιώνα. και εξηράνθη παραχρήμα η συκή. και ιδόντες οι μαθηταί εθαύμασαν λέγοντες, Πως παραχρήμα εξηράνθη η συκή; αποκριθείς δε ο  Ιησούς είπεν αυτοίς,  Αμήν λέγω υμίν, εάν έχητε πίστιν και μη διακριθήτε, ου μόνον το της συκής ποιήσετε, αλλά καν τω ορεί τούτω ειπήτε».
 Ο Μάρκος αναφέρει ότι η συκιά δεν ξεράθηκε αμέσως αλλά το επόμενο πρωινό την είδαν ξερή όταν πέρασαν ξανά από το ίδιο μέρος.
(Μάρκος 11,12) «Και τη επαύριον εξελθόντων αυτών από Βηθανίας επείνασεν. και ιδών συκήν απο μακρόθεν έχουσαν φύλλα ήλθεν ει άρα τι ευρήσει εν αυτή, και ελθών επ' αυτήν ουδέν εύρεν ει μη φύλλα. ο γαρ καιρός ουκ ην σύκων. και αποκριθείς είπεν αυτή, Μηκέτι εις τον αιώνα εκ σου μηδείς καρπόν φάγοι. και ήκουον οι μαθηταί αυτού. Και έρχονται εις  Ιεροσόλυμα. και εισελθών εις το ιερόν ήρξατο εκβάλλειν τους πωλούντας και τους αγοράζοντας εν τω ιερώ, και τας τραπέζας των κολλυβιστών και τας καθέδρας των πωλούντων τας περιστεράς κατέστρεψεν, και ουκ ήφιεν ίνα τις διενέγκη σκεύος δια του ιερού». Όταν δίδαξε λοιπόν στο ιερό και βράδιασε έφυγαν πάλι από την πόλη. «Και όταν οψε εγένετο, εξεπορεύοντο έξω της πόλεως. Και παραπορευόμενοι πρωί είδον την συκήν εξηραμμένην εκ ριζών. και αναμνησθείς ο Πέτρος λέγει αυτώ, Ραββί, ιδε η συκή ην κατηράσω εξήρανται. και αποκριθείς ο  Ιησούς λέγει αυτοίς, Έχετε πίστιν θεού, αμήν λέγω υμίν ότι ος αν ειπή τω ορει τούτω».
 Οι δύο ευαγγελιστές ωστόσο περισσότερο συμφωνούν παρά διαφωνούν αν αναλογιστούμε ότι ο Λουκάς πιστεύει ότι η συκιά δεν ξεράθηκε ποτέ γιατί όσα ο Χριστός ανέφερε ήταν μια παραβολή.
(Λουκ. 13.6) «Έλεγεν δε ταύτην την παραβολήν. Συκήν ειχέν τις πεφυτευμένην εν τω αμπελώνι αυτού, και ήλθεν ζητών καρπόν εν αυτή και ουχ εύρεν. είπεν δε προς τον αμπελουργόν,  Ιδού τρία έτη αφ' ου έρχομαι ζητών καρπόν εν τη συκή ταύτη και ουχ ευρίσκω. έκκοψον ουν αυτήν. ινατί και την γην καταργεί; ο δε αποκριθείς λέγει αυτώ, Κύριε, άφες αυτήν και τούτο το έτος, έως ότου σκάψω περί αυτήν και βάλω κοπριά. καν μεν ποιήση καρπόν εις το μέλλον, ει δε μή γε, εκκόψεις αυτήν. Ην δε διδάσκων εν μια των συναγωγών εν τοις σάββασιν».
 Ο Λουκάς γράφει μια παραβολή αλλά γλιτώνει και την συκιά από την κατάρα, προτείνοντας να καλλιεργηθεί η συκιά και να λιπανθεί, ώστε να της δοθεί μία ακόμη ευκαιρία. Ο Λουκάς δεν θέλει να τιμωρήσει τους Ιουδαίους και προσθέτει περί της καλλιέργειας.
 Αυτό αποδεικνύεται από την φανερή επέμβαση του Λουκά στο παρακάτω χωρίο. (Λουκ.3,7)  “Έλεγεν ουν ο Ιωάννης τοις εκπορευομένοις όχλοις βαπτισθήναι υπ' αυτού, Γεννήματα έχιδνων, τίς υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής; ποιήσατε ουν καρπούς αξίους της μετανοίας”.
 Σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Ματθαίου δεν είναι οι όχλοι που δέχονται την επίθεση του Ιωάννη αλλά οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι. (Ματθ.3,7) “Ιδών δε πολλούς των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους επί το βάπτισμα αυτού είπεν αυτοίς, Γεννήματα έχιδνων, τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής; ποιήσατε ουν καρπόν άξιον της μετανοίας”. Ετούτοι είναι λοιπόν οι συκιές που δεν κάνουν σύκα.

Ο τρόπος του ασκού

 Ας δούμε όμως και την περίπτωση του ασκού. Οι ασκοί χρησιμοποιούνταν στις Διονυσιακές τελετές, όταν εκείνοι που λάβαιναν μέρος σε αυτές κουβαλούσαν ασκούς στους ώμους τους και γι΄ αυτό λεγόταν ασκοφόροι. Η Σούδα γράφει στη λέξη ασκωλιάζειν, “εορτήν οι Αθηναίοι ήγον, τα ασκώλια, εν τη οποία ήλλοντο τοις ασκοίς εις τιμήν του Διονύσου”. Από τότε λέμε στα ελληνικά ότι έχουμε σκόλη, δηλαδή εορτή.

 Ο Μάρκος λοιπόν αναφέρει την παραβολή του Ιησού για τον ασκό. (Μαρκ.2,21)
“ουδείς επίβλημα ράκους αγνάφου επιράπτει επί ιμάτιον παλαιόν. ει δε μη, αίρει το πλήρωμα απ' αυτού το καινόν του παλαιού, και χείρον σχίσμα γίνεται. και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς, ει δε μή, ρήξει ο οίνος τους ασκούς, και ο οίνος απόλλυται και οι ασκοί, αλλά οίνον νέον εις ασκούς καινούς”
Ο Ματθαίος επαναλαμβάνει τα ίδια με τον Μάρκο. (Ματθ.9,16) “ουδείς δε επιβάλλει επίβλημα ράκους αγνάφου επί ιματίω παλαιώ. αίρει γαρ το πλήρωμα αυτού από του ιματίου, και χείρον σχίσμα γίνεται. ουδέ βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς. ει δε μη γε, ρήγνυνται οι ασκοί, και ο οίνος έκχειται και οι ασκοί απόλλυνται. αλλά βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς καινούς, και αμφότεροι συντηρούνται”.
Ο Λουκάς όμως αλλάζει όλο το νόημα, προσθέτοντας μόνο μια μικρή φράση στο τέλος. (Λουκ.5,36) “Έλεγεν δε και παραβολήν προς αυτούς ότι Ουδείς επίβλημα από ιματίου καινού σχίσας επιβάλλει επί ιμάτιον παλαιόν. ει δε μη γε, και το καινόν σχίσει και τω παλαιώ ου συμφωνήσει το επίβλημα το από του καινού. και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς. ει δε μη γε, ρήξει ο οίνος ο νέος τους ασκούς, και αυτός εκχυθήσεται και οι ασκοί απολούνται. αλλά οίνον νέον εις ασκούς καινούς βλητέον. και ουδείς πιων παλαιόν θέλει νέον. λέγει γαρ, ο παλαιός χρηστός εστίν.”
 Ο Λουκάς όμως δεν έχει υπόψιν του τον γάμο στην Κανά, ειδάλλως θα γνώριζε πως ο νέος οίνος του Χριστού, αυτός που από νερό έγινε κρασί, ήταν πολύ καλύτερος του παλαιού, ώστε προκάλεσε το σχόλιο του αρχιτρίκλινου. (Ιωάν.2,9) “φωνεί τον νυμφίον ο αρχιτρίκλινος και λέγει αυτώ, πας άνθρωπος πρώτον τον καλόν οίνον τίθησιν, και όταν μεθυσθώσιν τον ελάσσω. συ τετήρηκας τον καλόν οίνον έως άρτι”.

Η ανάσταση του Μάρκου Ιωάννη

 Η ανάσταση του Λαζάρου αποτελεί την κορύφωση της περιπέτειας στο τέταρτο ευαγγέλιο. Μετά από αυτό το μεγάλο θαύμα του Ιησού, ακολουθεί η μεγάλη εβδομάδα των παθών. Φτάνοντας στην Ιερουσαλήμ ο Ιησούς έχει δίπλα του και τον Λάζαρο. (Ιωάν.12,9) “Έγνω ουν ο όχλος πολύς εκ των Ιουδαίων ότι εκεί εστίν, και ήλθαν ου δια τον  Ιησούν μόνον αλλ’ ίνα και τον Λάζαρον ίδωσιν ον ηγείρεν εκ νεκρών. εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι' αυτόν ύπηγον των  Ιουδαίων και επίστευον εις τον  Ιησούν. ..εμαρτύρει ουν ο όχλος ο ων μετ' αυτού οτε τον Λάζαρον εφώνησεν εκ του μνημείου και ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών”.
 Κι όμως η ιστορία αυτή λείπει από τα συνοπτικά ευαγγέλια. Στην θέση της ο Λουκάς επέλεξε ένα εδάφιο από τις απόκρυφες Πράξεις του Ιωάννου, τις οποίες θεώρησε ποιο αντικειμενικές από το τέταρτο ευαγγέλιο. Ωστόσο οι και οι απόκρυφες Πράξεις του Ιωάννου αναφέρουν ότι ο Ιησούς ανάστησε εκ νεκρών τον Λάζαρο, ενώ ήταν θαμμένος για τέσσερις ημέρες. (Το περίεργο εδώ είναι ακριβώς αυτές οι τέσερρις ημέρες. Μία παραπάνω από την παραμονή του Ιησού στον Αδη.)
 Με αυτόν τον τρόπο περιγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς την ανάσταση του Λαζάρου. (Λουκ.16,19) «Άνθρωπος δέ τις ήταν πλούσιος, και εντυνόταν πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ' ημέραν λαμπρώς.  πτωχός δε τις ονόματι Λάζαρος εβέβλητο προς τον πυλώνα αυτού ειλκωμένος και επιθυμών χορτασθήναι από των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου. αλλά και οι κύνες ερχόμενοι επέλειχον τα έλκη αυτού. εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενέχθηναι αυτόν υπό των αγγέλων εις τον κόλπον  Αβραάμ. απέθανεν δε και ο πλούσιος και ετάφη. και εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού, υπάρχων εν βασάνοις, ορά  Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού. και αυτός φωνήσας είπεν, Πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον Λάζαρον ίνα βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού ύδατος και καταψύξη την γλωσσάν μου, ότι οδύνωμαι εν τη φλογί ταύτη. Είπεν δε Αβραάμ, Τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και Λάζαρος ομοίως τα κακά. νυν δε ωδέ παρακαλείται συ δε οδύνασαι. Και εν πάσι τούτοις μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστήρικται, όπως οι θέλοντες διάβηναι ένθεν προς υμάς μη δύνωνται, μηδέ εκείθεν προς ημάς διαπέρωσιν. Είπεν δέ,  Ερωτώ σε ουν, πάτερ, ίνα πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου, έχω γαρ πέντε αδελφούς, όπως διαμαρτύρηται αυτοίς, ίνα μη και αυτοί έλθωσιν εις τον τόπον τούτον της βασάνου. λέγει δε  Αβραάμ,  έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας. ακουσάτωσαν αυτών.  ο δε είπεν, Ουχί, πάτερ  Αβραάμ, αλλ' εάν τις από νεκρών πορευθή προς αυτούς μετανοήσουσιν. Είπεν δε αυτώ, ει Μωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν, ουδ' εάν τις εκ νεκρών ανέστη πεισθήσονται».
 Αυτά τα ιουδαϊκά πιστεύει για την ανάσταση του Λαζάρου ο Λουκάς και αυτά γράφει αδιαφορώντας για όσα ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει.
 Κι όμως το αρχικό κείμενο του Μάρκου ανέφερε την ανάσταση του Λαζάρου. Στο μοναστήρι του Μαρ Σάββα, κοντά στην Ιερουσαλήμ. ανακαλύφθηκε το 1958 μια αρχαία επιστολή του Κλήμεντα Αλεξανδρείας προς κάποιος Θεόδωρο, η οποία αναφερόταν ακριβώς σε αυτό το ευαγγέλιο και μάλιστα ειδικά στην ανάσταση ενός ανώνυμου νέου από την Βηθανία.
 Ο Κλήμεντας θεωρούσε το ευαγγέλιο αυτό ως κείμενων των αιρετικών Καρποκρατιανών. Μας εξηγεί μάλιστα πως παραποιήθηκαν τα ευαγγέλια και μας χαρίζει τον ορισμό της τυφλής πίστης, γράφοντας στον Θεόδωρο το εξής παράδοξο: “Καλά έκανες και έκρυψες τις απερίγραπτες διδαχές των Καρποκρατιανών. ..Τέτοιοι άνδρες πρέπει να αντικρούονται με κάθε τρόπο. Γιατί ακόμη και αν έλεγαν κάτι αληθινό, κάποιος που αγαπάει την αλήθεια δεν θα έπρεπε ακόμη και τότε να συμφωνεί μαζί τους. Γιατί όχι όλα τα αληθινά πράγματα είναι αληθινά, ούτε πρέπει αυτή η αλήθεια, η οποία απλώς φαίνεται αλήθεια σύμφωνα με την ανθρώπινη γνώμη, να προτιμηθεί από την αλήθεια που συμφωνεί με την πίστη”.
 Ας αφήσουμε λοιπόν τον Κλήμεντα να χαίρετε την πίστη του και ας δούμε ποια αλήθεια θεωρεί πως είναι καλύτερα να αποκρύπτεται. Ο Κλήμεντας γράφει πως υπήρχαν μαθητές του Ιησού οι οποίοι μυούνταν στα μεγάλα μυστήρια. Ένας από αυτούς τους μαθητές έγινε εκείνος ο νέος που ανάστησε ο Ιησούς στην Βηθανία, ο αδερφός μιας γυναίκας, τα ονόματα των οποίων δεν δίνει το ευαγγέλιο. Από αυτό και μόνο το γεγονός αντιλαμβανόμαστε ότι ο νέος αυτός δεν λεγόταν Λάζαρος, αλλά Ιωάννης, εφόσον ο μαθητής ον ηγάπα ο Κύριος, ποτέ δεν αναφέρεται με το όνομα του στο τέταρτο ευαγγέλιο. Το γεγονός αυτό δεν οφείλετε στην κρυπτομανία του ευαγγελιστή, αλλά στο γεγονός πως γράφοντας τα πρώτα χρόνια των διωγμών, αποφεύγει να μαρτυρήσει την ταυτότητα του.
 Όταν μάλιστα ο Ιησούς άπλωσε το χέρι και τον σήκωσε από τον τάφο, ο νέος τον αγάπησε και άρχισε να τον ικετεύει να μείνει μαζί του. Μετά από έξι μέρες ο Ιησούς του είπε τι να κάνει και το βράδυ ο νέος ερχόταν σε κείνον, φορώντας ένα λινό ύφασμα πάνω στο γυμνό του σώμα. Κι έμεινε μαζί του εκείνη την νύχτα γιατί ο Ιησούς του δίδαξε το μυστήριο της βασιλείας του θεού. Και από εκεί, αφού σηκώθηκε, γύρισε στην άλλη όχθη του Ιορδάνη”.
 Αυτά γράφει το μυστικό ευαγγέλιο, απαντώντας στις απορίες των ερευνητών, οι οποίοι είχαν προσέξει πως στο κανονικό ευαγγέλιο του Μάρκου, υπήρχε ένα ανεξήγητο κενό. (Μαρκ.10,46) “Και έρχονται εις Ιεριχώ, και εκπορευομένου αυτού από Ιεριχώ”. 
 Εκείνο όμως που θα παρατηρούσα, αφορά το γεγονός που έγινε έξι ημέρες μετά την ανάσταση. Το τέταρτο ευαγγέλιο αναφέρει πως έξι μέρες πριν το Πάσχα έγινε η ανάσταση του Λαζάρου. (Ιωάν.12:1) “Ο ουν  Ιησούς προ εξ ημερών του Πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν, όπου ην Λάζαρος, ον ήγειρεν εκ νεκρών  Ιησούς”. Άρα ο Ιησούς κάλεσε τον νεαρό που τον αγάπησε να βρεθεί την νύχτα του Πάσχα μαζί του, φορώντας μόνο ένα λευκό ύφασμα πάνω του. Και όντως το κατά Μάρκον ευαγγέλιον αναφέρει ότι ο νεανίας έκανε όπως του είπε ο Ιησούς. Μάλιστα γίνεται φανερό πως ο Ιησούς όταν βρισκόταν στον κήπο της Γεσθημανής, λίγο πριν την σύλληψη του από του, μυούσε στην βασιλεία των ουρανών, τον διάδοχο του.
 (Μαρκ.14,48) “και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς, ως επί ληστήν εξήλθατε μετά μαχαίρων και ξύλων συλλαβείν με; καθ' ημέραν ημίν προς υμάς εν τω ιερώ διδάσκων και ουκ εκρατήσατέ με. αλλ ίνα πληρωθώσιν αι γραφαί και αφέντες αυτόν έφυγον πάντες. Και νεανίσκος τις συνηκολούθει αυτώ περιβεβλημένος σινδόνα επί γυμνού, και κρατούσιν αυτόν. ο δε καταλιπών την σινδόνα γυμνός έφυγεν”.
 Ο Κλήμεντας γράφει πως τίποτα περίεργο δεν αναφέρει το μυστικό ευαγγέλιο του Μάρκου και πως όλα όσα λένε περί σώματος γυμνού επί γυμνού, δεν αναφέρονται στο ευαγγέλιο. Σε αυτό ο Γνωστικός Χριστιανός έχει δίκιο. Το περιστατικό αφορά μια από τις συνηθισμένες πρακτικές των αρχαίων μυστηρίων. Φυσικά όχι των Ιουδαϊκών αλλά των ελληνικών. Οι Ιουδαίοι φορούσαν φύλλα συκής πράγμα που κανείς μέχρι τώρα δεν έχει δει στα ελληνικά αγάλματα. Όλα ήταν γυμνά ή ενδεδυμένα με σεντόνι λευκό.
 Η μεταμόρφωση του Σωτήρος, είναι μια παρόμοια σκηνή, όπου ο Ιησούς αποκαλύπτει στους τρεις μαθητές τα μυστήρια των ουρανών. Στις απόκρυφες Πράξεις του Ιωάννου, περιγράφεται η σκηνή της μεταμόρφωσης, όπου ο μαθητής αναφέρει πως είδε τον Ιησού γυμνό! Γράφει μάλιστα πως αυτό που είδαν ονομάζεται Αύρα ή Χριστός ή Ιησούς ή Υιός και τα λοιπά.
 Ο Κλήμεντας τελειώνει την επιστολή του, γράφοντας την άποψη του για το μυστικό ευαγγέλιο, αναφέροντας ότι μετά τον θάνατο του Πέτρου, ο Μάρκος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έχοντας μαζί του τα κείμενα του Πέτρου και τα δικά του. Έτσι συνέθεσε ένα πνευματικό ευαγγέλιο για εκείνους που θα γινόταν τέλειοι. Το δεύτερο ευαγγέλιο του Μάρκου που υπονοεί εδώ ο Κλήμεντας δεν είναι άλλο από το τέταρτο ευαγγέλιο.
 Ο Ευσέβιος της Καισαρείας ισχυρίζεται όμως ότι ο Μάρκος δεν έγραψε κανένα ευαγγέλιο αλλά μόνο τα λόγια του Κυρίου. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο, (Εκκλ.Ιστ.Γ΄24,5), μόνο ο Ματθαίος και ο Ιωάννης άφησαν κείμενα που αφορούν την διδασκαλία του Χριστού! “εξ απάντων των του Κυρίου διατριβών υπομνήματα Ματθαίος ημίν και Ιωάννης μόνοι καταλελοίπασιν”. Ο Μάρκος απλά κατέγραψε τις αναμνήσεις του Πέτρου. Στο βιβλίο αυτό θα φανερώσουμε πως κανείς άλλος εκτός από τον Ιωάννη δεν έγραψε ευαγγέλιο. Το ευαγγέλιο είναι ένα και ο ευαγγελιστής είναι μόνο ένας. Ο άγνωστος σε όλους Ιωάννης του τέταρτου ευαγγελίου. Το ευαγγέλιο αυτό παραποιήθηκε και μεταμορφώθηκε σε αντιχριστιανικό κείμενο από τον Ματθαίο! Μοναδικός σύμμαχος της δικαιοσύνης είναι η αλήθεια.

ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ Φ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ - ΕΛΛΗΝ ΑΣΕΒΗΣ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΩ ΚΑΙ ΜΙΑ ΠΑΛΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗ ΙΩΑΝΝΗ, ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

ΟΙ ΑΣΑΜΩΝΑIΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ


ΟΙ ΑΣΑΜΩΝΑIΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ



1) Ο  αρχιερέας Ιωάννης Υρκανός A’ (135-104)

 Ο Ιωάννης ο Υρκανός ήταν γιος του Σίμωνα, του τελευταίου από τα αδέρφια του Ιούδα του Μακκαβαίου. Κατάφερε να κρατήσει την Ιερουσαλήμ επί τριανταπέντε χρόνια, ενώ γύρω του οι Μακεδόνες βασιλιάδες αλληλοσκοτωνόταν. Ο Ιωάννης ήταν ο μακροβιότερος αρχιερέας που προήλθε από την επανάσταση των Μακκαβαίων και αυτό οφείλετε στο ότι σύναψε σχέσεις με τους ελληνιστές Ιουδαίους και κυβέρνησε σαν βασιλιάς την χώρα.  
 Άνοιξε τον τάφο του Δαυίδ κι έτσι εξοικονόμησε αρκετά χρήματα για να καλύψει τα στρατιωτικά έξοδα. Πρώτα απ΄ όλα είχε να αντιμετωπίσει τους Ιουδαίους οι οποίοι μόλις ελευθερώθηκαν από τους Μακεδόνες άρχισαν να επαναστατούν εναντίον εκείνου που υποτίθεται ότι τους είχε ελευθερώσει από την εξουσία των Ελλήνων.
 «Ιδιαίτερα εχθρικοί απέναντι του ήταν οι Φαρισαίοι. Τόσο μεγάλη είναι η επιρροή τους στις μάζες ώστε ακόμη και όταν μιλούν εναντίον βασιλιά ή αρχιερέα, γίνονται αμέσως πιστευτοί. Ο Υρκανός υπήρξε μαθητής τους, και τον αγαπούσαν πολύ. Κάποτε όμως τον κατηγόρησαν ότι δεν έπρεπε να είναι ιερέας γιατί η μητέρα του ήταν αιχμάλωτη στη διάρκεια της βασιλείας του Αντιόχου του Επιφανή. Τότε κάποιος Ιωννάθης από την αίρεση των Σαδδουκαίων που έχουν ενάντιες απόψεις από αυτές των Φαρισαίων, του είπε ότι όλοι οι Φαρισαίοι είχαν συνεννοηθεί να τον κατηγορήσουν. Έτσι ο Ιωάννης άλλαξε στρατόπεδο και ακολούθησε τους Σαδδουκαίους».
 Αυτά ιστορεί ο Ιώσηπος, θέλοντας προφανώς να κρύψει την αλήθεια. Τα ζητήματα που διαφωνούσαν οι Ιουδαίοι ήταν πάντα σχετικά με τα έθιμα και την σχέση τους με τους Έλληνες. Οι Σαδδουκαίοι τους οποίους συνήθως κατηγορεί ο Φαρισαίος Ιώσηπος ήταν η φιλελληνική μερίδα των Ιουδαίων. Ο Ιωάννης συντάχθηκε με τους ελληνιστές αφήνοντας τους Φαρισαίους. Ο Ιώσηπος όμως θεωρεί ότι οι διαφορές τους ήταν μόνο ιδεολογικές. Διαβάστε πως περιγράφει τις αιρέσεις της εκείνης της εποχής.
Εκείνη την εποχή στην Ιουδαία υπήρχαν τρεις αιρέσεις. Οι Φαρισαίοι που πίστευαν ότι κάποια και όχι όλα είναι αποτέλεσμα της ειμαρμένης ενώ κάποια εξαρτώνται από εμάς, οι Εσσηνοί που πίστευαν ότι όλα εξαρτώνται από την ειμαρμένη και οι Σαδδουκαίοι που πίστευαν ότι όλα εξαρτώνται από το χέρι μας, ώστε εμείς οι ίδιοι είμαστε υπεύθυνοι για τα αγαθά μας και υποφέρουμε τα χειρότερα από την αβουλία μας”.
 Οι Φαρισαίοι ήθελαν πάντα να κυβερνούν εκείνοι τον λαό, σύμφωνα με την επιθυμία τους αλλά και σύμφωνα με την θεϊκή προσταγή, οι Εσσαίοι μόνο σύμφωνα με την θεϊκή προσταγή, ενώ οι Σαδδουκαίοι δεν ανακάτευαν τον θεό στα πολιτικά και τα κοινωνικά ζητήματα. Οι Φαρισαίοι θέλοντας να διατηρήσουν ένα μέρος τουλάχιστον της εξουσίας, αφού έβλεπαν τον Ιωάννη με τους γιους του να ενδυναμώνετε τόσο ώστε να μην χρειάζεται πλέον την βοήθεια τους, του πρότειναν να αναλάβει την διοίκηση αλλά να αφήσει την ιεροσύνη με το πρόσχημα ότι η μητέρα του ήταν αιχμάλωτη. Η κατηγορία όμως αυτή, έμμεσα απευθύνεται και σε όλους τους Ασαμωναίους που διετέλεσαν βασιλείς και αρχιερείς.
 Είναι γεγονός ότι δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη και τι προκάλεσε αυτή την μεγάλη αλλαγή. Πέρα όμως από τις πολιτικές καταστάσεις είναι σίγουρο ότι η άνθιση της φιλοσοφικής αίρεσης του Επίκουρου συνέβαλε στην διαμόρφωση των Σαδδουκαίων. Οι Επικούρειοι φιλόσοφοι, αντίθετα με τους Στωικούς και τους Πλατωνικούς δεν πιστεύουν στην Μοίρα και την Θεία Πρόνοια. Όπως λέει ο Ιώσηπος για τους Σαδδουκαίους, πιστεύουν στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.
 Ο καθηγητής Θεοδωρίδης αναφέρει στο βιβλίο του για τον Επίκουρο, ότι: “ο Επικουρικός Φιλωνίδης, από την Λαοδίκεια της Συρίας, ήταν άνθρωπος κοσμικός, με μεγάλη δράση, πολυγράφος, ευνοούμενος του Αντίοχου Δ΄ του Επιφανή (175-164), τον οποίο μύησε στον Επικουρισμό. Ερχόταν συχνά στην Αθήνα και είχε  επαφές όχι μόνο με τους οπαδούς της σχολής του αλλά και με τους κορυφαίους των άλλων σχολών”.
 Σαν φλόγα σε ξερά χόρτα απλώθηκε ο Επικουρισμός στις χώρες του παλαιού πολιτισμού και κατάντησε μέσα στην Αθήνα προϊστάμενοι είτε ξεχωριστές φυσιογνωμίες του Κήπου να είναι Τύριοι, Σιδώνιοι, Λαοδικιώτες και Γαδαρηνοί. Το ίδιο σε μεγαλύτερη κλίμακα έγινε και στις άλλες σχολές. Της Στωικής ακόμη και ο ιδρυτής ο Ζήνων ήταν Φοίνικας”.
 Η Επικουρική Σχολή, που από προέλευση και διάθεση ήταν ελληνική, δεν μπόρεσε με την αλλαγή των συνθηκών να αντισταθεί τελικά στο ξενικό ρεύμα, που κατάκλυσε την ελληνική παιδεία με βαρύτατες συνέπειες. Ο διάδοχος του Αθηναίου Διονυσίου, είναι Σύρος, ο Βασιλείδης από την Τύρο (180-150). Παράλληλα προβάλει ο Φιλωνίδης από την Λαοδίκεια, που αν δε διαδέχτηκε τον Βασιλείδη, ήταν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της Σχολής αυτή την εποχή. Η ακμή του πέφτει από το 170 - 150
 Ο Φιλωνίδης έδρασε τα χρόνια της επανάστασης των Μακκαβαίων, όταν ο βασιλιάς Αντίοχος Δ΄ έκανε τον Ιάσονα αρχιερέα. Από το 150 μέχρι το 120 π.Χ. έδρασε ο Επικουρικός φιλόσοφος Απολλόδωρος ο Αθηναίος, ο οποίος έγινε γνωστός ως Κηποτύρανος, επειδή εξαιτίας της μεγάλης δράσης του, εξουσίασε την Σχολή. Λέγεται ότι έγραψε πάνω από τετρακόσια βιβλία. Βέβαια σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένα φύλο.
 Οι Σαδδουκαίοι είναι οπαδοί της Επικουρικής φιλοσοφίας και αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Ιώσηπος. Ισχύουν για τους Σαδδουκαίους όσα γράφει για τους Επικούρειους ο καθηγητής Θεοδωρίδης. “Οι μεγαλουπόλεις, όπως η Αντιόχεια, η Αλεξάνδρεια, η Ιερουσαλήμ, η Ρώμη, με το δραστήριο εμπόριο και με την αχτινοβολία τους, κατοικήθηκαν από πολυάριθμους ευκατάστατους επιχειρηματίες, που ποθούσαν μάθηση κι άπλωναν τα χέρια τους να την πάρουν απ΄όπου μπορούσαν. Οι τάξεις εκείνες, υποστηριγμένες από τους βασιλιάδες, έκαναν αγώνα ενάντια στους γεωχτήμονες, που εξουσίαζαν ως τότε ολόκληρη την ζωή. Οι αντιδραστικές τάξεις, αντίθετα, στήριγμα τους είχαν τη μεγάλη ιδιοκτησία και δίπλα την παράδοση, την θρησκεία και τα ντόπια έθιμα.”
 Ο ελληνικός πολιτισμός προσέλκυσε τους ανθρώπους και δεν επιβλήθηκε με την βία όπως ύστερα έγινε με τον χριστιανικό πολιτισμό. Οι κάτοικοι της Ιουδαίας τον καιρό του Ιωάννη ήταν μοιρασμένοι σε Επικούρειους και Στωικούς, δηλαδή Σαδδουκαίους και Φαρισαίους. Οι Φαρισαίοι στηριζόταν στα πλήθη των χωρικών που μιλούσαν την αραμαϊκή και οι Σαδδουκαίοι στους αστούς, οι οποίοι μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Έτσι οι Φαρισαίοι διέθεταν μεγάλο αριθμό αγύμναστων πολεμιστών, ενώ οι Σαδδουκαίοι άφθονο χρήμα, μισθοφόρους, τεχνολογία και καλύτερες δημόσιες σχέσεις.
 Παρότι προέρχονται από την “αντίσταση”, οι Ασαμωναίοι αρχιερείς και βασιλιάδες, απόγονοι των Μακκαβαίων, νιώθοντας τον ελληνορωμαϊκό κόσμο να κυκλώνει και να πιέζει από όλες τις μεριές την μικρή τους κοινότητα, σκέφτηκαν ότι ήταν πιο έξυπνο να συνάψουν σχέσεις μαζί τους, χωρίς όμως να κάνουν καμία παραχώρηση”, γράφει ο Ντανιέλ Ροπς στο βιβλίο για την καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη. Αυτό όμως είναι το όνειρο κάθε ευσεβή Ιουδαίου συγγραφέα και όχι η πραγματικότητα. Και βέβαια ήταν πιο έξυπνο να συνάψουν σχέσεις με τους Έλληνες χωρίς να κάνουν ούτε μία παραχώρηση, αλλά η αλήθεια είναι ότι επρόκειτο περί προσχώρησης στον ελληνικό πολιτισμό. Αυτό το γεγονός ο Φλάβιος Ιώσηπος και πολλοί σύγχρονοι ιστορικοί δεν μπορούν να το αποδεχτούν ακόμη κι αν αποδεικνύεται τελικά από τα ευρήματα των ανασκαφών.
 Πάντως τα παιδιά του Ιωάννη ονομάζονται Αριστόβουλος, Αντίγονος και Αλέξανδρος, πράγμα που σημαίνει ότι είχε παντρευτεί κάποια ελληνίδα πριγκίπισσα, κάτι που ο Ιώσηπος φρόντισε να το κρύψει. Ποια ήταν η γυναίκα του Σίμωνα; Ο Ιώσηπος που γνωρίζει τον παππού του πρώτου επαναστάτη Ματταθία, δεν ξέρει τίποτα για την γυναίκα του Σίμωνα. Η παραμονή του Ιωάννη στην εξουσία επί τριανταπέντε χρόνια δεν οφείλετε στην δύναμη των επαναστατών και των Φαρισαίων αλλά στην συμμαχία του με την αριστοκρατική τάξη των Ελληνιστών Σαδδουκαίων. Γι΄ αυτό ο Φαρισαίος Ιώσηπος φροντίζει να τον κατηγορήσει ότι άνοιξε τον τάφο του Δαυίδ, γεγονός που είναι η μεγαλύτερη κατηγορία εναντίον Ιουδαίου βασιλιά.
 «Ο Ιωάννης ο Υρκανός αποχώρησε από τους Φαρισαίους και συντάχθηκε με το κόμμα των Σαδδουκαίων, καταργώντας τους κανονισμούς που είχαν θεσπίσει οι Φαρισαίοι και μάλιστα τιμωρούσε όσους τους ακολουθούσαν». Οι Φαρισαίοι λέει ο Ιώσηπος παρέδωσαν στον λαό κάποιους κανόνες που είχαν παραδοθεί από τους πατέρες αλλά που δεν αναφερόταν από τον Μωυσή και γι΄αυτό οι Σαδδουκαίοι τους απέρριπταν. Οι νέοι ετούτοι κανόνες προέρχονται από τον καιρό της Περσικής κυριαρχίας και είναι γραμμένοι στην αραμαϊκή γλώσσα. Βέβαια ο Ιησούς Χριστός λέει στο ευαγγέλιο του Ιωάννη ότι ακόμη και η περιτομή δεν είναι από το νόμο του Μωυσή αλλά από τους πατέρες. Ο Ιωάννης πολέμησε πάντως τους υποκριτάς Φαρισαίους, έσβησε την επανάσταση και κυβέρνησε σαν ελληνιστής αρχιερέας επί τριανταπέντε χρόνια. 

2) Ο βασιλιάς Αριστόβουλος Ιούδας Α΄ (104-103)


Νόμισμα του Βασιλέως Αριστοβούλου

 Μετά τον θάνατο του αρχιερέα Ιωάννη, ο μεγάλος του γιος ο Αριστόβουλος παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Σελήνη και μετατρέποντας το πολίτευμα σε βασιλεία, έγινε ο πρώτος βασιλιάς της ελληνιστικής δυναστείας των Ασαμωναίων. Ο Αριστόβουλος που ονομαζόταν από τους Ιουδαίους και Ιούδας, ήταν ο πρώτος που φόρεσε το στέμμα στο κεφάλι του. Από αυτόν τον Ιούδα κατάγονται οι βασιλιάδες της Ιερουσαλήμ και όχι από τον Ιούδα τον γιο του Ιακώβ της παλαιάς διαθήκης.
 Ο βασιλιάς Δαβίδ λέγεται ότι ήταν ο πρώτος που φόρεσε το βασιλικό στέμμα των Ιουδαίων. Μέχρι τότε κυβερνούσαν οι Κριτές, που στα αρχαία εβραϊκά τους έλεγαν σοφεντείμ. Οι προφήτες αυτοί αντιστάθηκαν στον βασιλιά Δαβίδ, όπως και οι Φαρισαίοι αντιστάθηκαν στην βασιλεία του Αριστοβούλου.
 Μεταξύ των Εβραίων της παλαιάς διαθήκης υπήρχε ανέκαθεν ο διαχωρισμός της φυλής του Ιούδα από το υπόλοιπο Ισραήλ. Στην βίβλο φαίνεται η προσπάθεια να ταυτιστούν ο Ιακώβ και ο Ισραήλ σε ένα άνθρωπο και η φυλή του Ιούδα με τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Κάτι τέτοιο όμως δεν επιτεύχθηκε ποτέ. Το βασίλειο της Ιουδαίας ιδρύθηκε από τον Δαβίδ, ο οποίος και επέλεξε ως πρωτεύουσα του την Ιερουσαλήμ. Την Ιερουσαλήμ είχε ιδρύσει σύμφωνα με την βίβλο και τον Ιώσηπο ο βασιλιάς Μελχισεδέκ. Η επιστολή προς Εβραίων θα υποστηρίξει ότι ο Ιησούς Χριστός δεν κατάγεται από την φυλή του Ιούδα αλλά είναι αρχιερέας σύμφωνα με την τάξη Μελχισεδέκ, σύμφωνα δηλαδή με την τάξη των βασιλιάδων της Ιερουσαλήμ! 
 Ο Δαβίδ χρίστηκε αρχικά βασιλέας μόνο της Ιουδαίας στην Χεβρώνα κι έπειτα μπήκε στην Ιερουσαλήμ όπου και ανακηρύχθηκε για πρώτη φορά βασιλιάς των Ιουδαίων και όλου του Ισραήλ. Αφού κυριάρχησε επί των φυλών του Ισραήλ, έκανε απογραφή των κατοίκων και των περιουσιών και επέβαλε φόρους. Οι Ιουδαίοι φυσικά δεν φορολογήθηκαν από τον Δαυίδ. Μετά την βασιλεία του Σολομώντα, οι Ισραηλίτες αποστάτησαν από τους βασιλιάδες του Ιούδα και με πρωτεύουσα την Σαμάρεια ίδρυσαν το δικό τους βασίλειο.
 Ο Δαυίδ ήταν ο πρώτος βασιλιάς των Ιουδαίων που έχτισε παλάτι φτιάχνοντας βασιλική αυλή με σοφούς και ιερείς και ο πρώτος που έβαλε την “σκηνή του Κυρίου” στην Ιερουσαλήμ. Ο προκάτοχος του ο Σαούλ, ζούσε ακόμη στις σκηνές και κυβερνούσε σαν ένας απλός δικαστής, όπως παλαιότερα οι Κριτές. Η σύντομη βασιλεία του Αριστοβούλου μπορεί να συγκριθεί με την βασιλεία του Δαβίδ κι έτσι ακριβώς την εξέλαβαν οι ελληνιστές Ιουδαίοι.
 Η πολιτική αλλαγή που συνέβη στην Ιουδαία ακριβώς στο τέλος του δεύτερου αιώνα προ Χριστού, οφείλετε στην αλλαγή στάσης του αρχιερέα Ιωάννη, ο οποίος άφησε τους Φαρισαίους και τους Ρωμαίους και συντάχθηκε με τους Έλληνες. Ακριβώς η ίδια αλλαγή είχε συμβεί και επί βασιλέα Δαβίδ, αφού κι εκείνος στράφηκε στους Φιλισταίους για βοήθεια.
 Ο Αριστόβουλος Α΄ έβαλε την κορώνα στο κεφάλι του, γιατί η γυναίκα του Αλεξάνδρα Σελήνη προερχόταν από βασιλική οικογένεια. Κανείς δεν μπορούσε να γίνει βασιλιάς αν δεν καταγόταν από βασιλική γενιά ή αν δεν παντρευόταν κάποια βασίλισσα.
 Η Μακεδονική βασιλική νοοτροπία του φιλέλληνα Αριστόβουλου φανερώνεται και από την στάση του μέσα στην οικογένεια. Ο Αριστόβουλος φυλάκισε την μητέρα του, και την άφησε να πεθάνει στην φυλακή, επειδή δεν αναγνώριζε την βασιλεία του. Την γυναίκα του άλλωστε είχε αφήσει ο Ιωάννης ο Υρκανός στον θρόνο ως βασίλισσα. Αν ήταν μια απλή Ιουδαία δεν θα της άφηνε ένα θρόνο που ο ίδιος δεν κατείχε.
 Ο Αριστόβουλος άφησε ελεύθερο μόνο τον Αντίγονο τον οποίο αγαπούσε τόσο πολύ, όπως γράφει ο Ιώσηπος, που τελικά τον σκότωσε γιατί υποψιάστηκε πως συνωμοτούσε εναντίον του. Ένας Εσσαίος, ονόματι Ιούδας, από εκείνους που πιστεύουν ότι όλα εξαρτώνται από την μοίρα, είχε μαντεύσει την δολοφονία του Αντιγόνου. Οι Εσσαίοι ήταν αγαπητοί στους δυνάστες γιατί δικαιολογούσαν τα ανθρώπινα λάθη, τις κακίες και τις συμφορές με την πίστη τους στη μοίρα. Μοιραίο ήταν όπως φαίνεται, μετά από τρία μόνο χρόνια, ο πρώτος βασιλιάς των Ασαμωναίων να πέσει βαριά άρρωστος και να πεθάνει το 101 π.Χ.


3) Ο βασιλιάς Αλέξανδρος Α΄ ο Ιαναίος (104-76)




 Τον Αριστόβουλο διαδέχθηκε ο αδερφός του, ο Αλέξανδρος Ιαναίος (Ιωάννης). Η χήρα του Αριστοβούλου, έβγαλε από την φυλακή τα αδέρφια του πρώην άνδρα της και παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο, κάνοντάς τον βασιλιά. Ο Αλέξανδρος Α΄ ο Ιαναίος, είναι ο προπάππους της Μαρίας, της μητέρας του Αλεξάνδρου Γ΄, και άφησε εποχή στην ιστορία της Ιουδαίας.
 Ο πατέρας του, ο Ιωάννης Υρκανός δεν τον συμπαθούσε και είχε επιλέξει από την αρχή τα αδέρφια του Αριστόβουλο και Αντίγονο για να κυβερνήσουν. Ο Υρκανός, γράφει ο Ιώσηπος, δεν συμπαθούσε τον Αλέξανδρο γιατί του φανερώθηκε στον ύπνο του ο θεός και όταν εκείνος τον ρώτησε ποιος από τους δύο γιους του, ο Αριστόβουλος ή ο Αντίγονος θα βασίλευε, ο θεός του απάντησε πως βασιλιάς θα γίνει ο Αλέξανδρος. Ο Υρκανός μισούσε γι΄ αυτό τον λόγο τον γιο του και τον έστειλε στην Γαλιλαία να μεγαλώσει μόνος του, μακριά από την οικογένεια του. Ο  Υρκανός λέγεται ότι δεν είδε ποτέ τον γιο του.
 Γι΄ αυτό τον λόγο οι Γαλιλαίοι υποστήριζαν ανέκαθεν την γενιά του Αλεξάνδρου. Στην Γαλιλαία βρισκόταν κυρίως οι υποστηρικτές τους κι εκεί βρισκόταν το Αλεξάνδρειο φρούριο. Ίσως πήραν το όνομα τους οι Ασαμωναίοι, από το ψηλό και απόκρημνο βουνό που βρισκόταν στην Γαλιλαίας, το οποίο ονομαζόταν Ασαμών.
 Η αναφορά του Ιώσηπου, για την θεϊκή πρόβλεψη της βασιλείας του Ιαναίου, έχει βέβαια μεγάλη σημασία. Όλοι οι βασιλιάδες ακούνε τις προφητείες των Ναζιραίων ή των Εσσηνών αλλά μόνο ο Αλέξανδρος ο Ιαναίος προφητεύεται από τον ίδιο τον θεό. Μεταξύ των αρχαίων χειρογράφων που βρέθηκαν στο Κουμράν, οι ερευνητές ανακάλυψαν ένα απόσπασμα προσευχής στον δίκαιο βασιλιά Ιωάννη. Οι ειδικοί είναι σίγουροι πως αυτός ο βασιλιάς δεν είναι άλλος από τον Αλέξανδρο Ιανναίο.
 Ο Αλέξανδρος όμως δεν είχε καλές σχέσεις με τον λαό των Ιουδαίων οι οποίοι ξεσηκώθηκαν μάλιστα εναντίον του σε κάποια γιορτή του Πάσχα. «και καθώς στεκόταν στον βωμό και ήταν έτοιμος να θυσιάσει, του έριχναν λεμόνια, μια και στη γιορτή της σκηνοπηγίας κρατούσαν όλοι θύρσους από κλαδιά φοινίκων με λεμόνια στην κορυφή». Γι΄ αυτό το λόγο ο Ιαναίος κατασκεύασε πρώτος το κρηπίδωμα μεταξύ του λαού και του βωμού. Προφανώς οι Ιουδαίοι πετούσαν τα λεμόνια γιατί ο Ιαναίος δεν θυσίαζε κρέας ή θυσίαζε γουρούνια τα οποία εκείνοι δεν έτρωγαν και τα λεμόνια τους ήταν πλέον άχρηστα.
 «Φαίνεται ότι δεν θα κατάφερνε να αντιμετωπίσει τη συνωμοσία αυτή, αν δεν ερχόταν να τον βοηθήσουν οι Έλληνες μισθοφόροι του, από την Πισιδία και την Κιλικία. Αφού έσφαξε έξι χιλιάδες από τους εξεγερμένους επιτέθηκε εναντίον της Αραβίας», γράφει ο Ιώσηπος.
 Ο βασιλέας Δαυίδ απέκτησε το βασίλειο της Ιερουσαλήμ με ένα μισθοφορικό στρατό Φιλισταίων. Όταν τον καταδίωκε ο Σαούλ, ο Δαβίδ είχε καταφύγει στους Φιλισταίους, όπου βρήκε συμμάχους και υποστηρικτές. Με τον ίδιο τρόπο ο Ιαναίος προσπαθούσε να επιβληθεί στους φανατικούς Ιουδαίους χρησιμοποιώντας Έλληνες μισθοφόρους. Ο Φλάβιος Ιώσηπος και πολλοί άλλοι ιστορικοί δεν ξεχωρίζουν τις δύο αντίπαλες Ιουδαϊκές παρατάξεις, εξαιτίας της υπερβολικής τους ευσέβειας απέναντι στον λαό του θεού. Όμως ο λαός του θεού ήταν δύο διαφορετικοί λαοί από τον καιρό του Μωυσή και του Δαυίδ και συνέχισαν να υπάρχουν ως δύο λαοί τον καιρό της βασιλείας του Αλεξάνδρου Ιαναίου.
 Ο Φλάβιος Ιώσηπος γράφει πως λαός των Ιουδαίων ξεσηκωνόταν συνεχώς εναντίον του βασιλιά Ιαναίου. Εννοεί βέβαια ότι ο ξεσηκωμένους από τους Φαρισαίους αγροτικός πληθυσμός επαναστατούσε εναντίον του Ιουδαίου βασιλιά. Το Πάσχα όταν όλοι οι χωρικοί μαζευόταν στην Ιερουσαλήμ, ήταν η καλύτερη ευκαιρία για επίθεση στα βασιλικά παλάτια και τον ναό.
 Μέσα σε έξι χρόνια ο Αλέξανδρος Ιαναίος σκότωσε όχι λιγότερους από πενήντα χιλιάδες Ιουδαίους. Οι Ιουδαίοι λοιπόν στράφηκαν προς τον Μακεδόνα βασιλιά Δημήτριο, ο οποίος προσβλέποντας στην κατάκτηση της Ιουδαίας ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του. Έτσι οι Ιουδαίοι συμπαρατάχτηκαν με τον στρατό του Δημητρίου κι ετοιμάστηκαν να πολεμήσουν τον βασιλιά της Ιουδαίας Αλέξανδρο Ιαναίο.
 «Πριν συγκρουστούν οι δύο βασιλείς φώναζαν προσπαθώντας να προσεταιριστούν τους αντιπάλους τους. Ο Δημήτριος ήλπιζε να κινήσει σε αποστασία τους Έλληνες μισθοφόρους του Αλεξάνδρου και ο Αλέξανδρος τους Ιουδαίους του Δημητρίου. Αλλά όταν είδαν ότι δεν σίγαζε το μίσος των Ιουδαίων και ότι ούτε οι Έλληνες εγκατέλειπαν την πίστη τους, άρχισαν τον πόλεμο».
 Μετά από αυτή την μάχη, ο θυμός του Αλεξάνδρου ήταν τόσο μεγάλος ώστε «σταύρωσε στην μέση της πόλης οκτακόσιους από τους ομήρους του και κατάσφαξε μπρος τα μάτια τους τις γυναίκες και τα παιδιά τους, ενώ αυτός κοίταζε, πίνοντας με τις παλλακίδες τριγύρω του. Ήταν τόσο μεγάλος ο φόβος του λαού που την επόμενη νύχτα οκτώ χιλιάδες από την αντίπαλη παράταξη κατέφυγαν σε ένα βουνό έξω από την Ιουδαία κι έμειναν εκεί μέχρι τον θάνατο του Αλεξάνδρου».
 Ο Αλέξανδρος κατάφερε να σταθεροποιήσει το βασίλειο της Ιουδαίας και να το αναδείξει ως ένα από τα ισχυρότερα κράτη στην περιοχή. Η βασίλισσα Κλεοπάτρα, καταδίωκε εκείνο τον καιρό τον γιο της Πτολεμαίο, ο οποίος είχε καταλάβει την Κύπρο, συμμαχώντας με τον Αλέξανδρο. Η Κλεοπάτρα έστειλε τους δύο Ιουδαίους στρατηγούς της, Χελκία και Ανανία να πολεμήσουν τον Ιουδαίο βασιλιά. Οι Ιουδαίοι στρατηγοί έπεισαν την βασίλισσα της Αιγύπτου να συμφιλιωθεί μαζί του. Οι Ιουδαίοι αυτοί που υποστήριζαν την Κλεοπάτρα, προερχόταν από τον ελληνιστικό Ιουδαϊκό ναό που είχε χτίσει ο Ονίας στην Ηλιούπολη. Ο Ιώσηπος γράφει ότι όπως και ο Στράβωνας αναφέρει, μόνο οι Ιουδαίοι του Ονία βοηθούσαν την Κλεοπάτρα.
 Ο Αλέξανδρος Ιαναίος ως πραγματικά αυτόνομος βασιλιάς έκοψε νομίσματα που από την μία όψη έφεραν το οκτάκτινο μακεδονικό αστέρι και το όνομα του γραφόταν με ελληνικά γράμματα. Πέθανε τελικά έχοντας βασιλέψει είκοσι εφτά χρόνια, το 74 π.Χ.



4) Η βασίλισσα Αλεξάνδρα Σαλίνα (76-67)


Το γενέθλιον του Ιωάννου του Προδρόμου

 Ο Αλέξανδρος άφησε το βασίλειο του στην γυναίκα του Αλεξάνδρα, αναφέρει ο Ιώσηπος. Είναι λοιπόν προφανές ότι η βασιλεία των Ασαμωναίων προέρχεται από τις γυναίκες, από την άγνωστη γυναίκα του Σίμωνα και από την Αλεξάνδρα Σελήνη. Ο Ιώσηπος γράφει ότι οι Ιουδαίοι ονόμαζαν την Αλεξάνδρα, Σαλίνα. Όμως αυτό είναι ένα από τα πολλά ψέματα του. Οι Ιουδαίοι ονόμαζαν την Αλεξάνδρα Σαλώμη και με αυτό το όνομα είναι γνωστή στα κείμενα των ραβίνων. Το όνομα Σελήνη είχαν αρκετές πριγκίπισσες των Πτολεμαίων. Είναι γνωστή η Κλεοπάτρα Σελήνη που έζησε εκείνο τον καιρό.
 Η Αλεξάνδρα είχε δυο γιους με τον Αλέξανδρο, τον Ιωάννη Υρκανό Β΄ και τον Αριστόβουλο Β΄. Διόρισε τον Υρκανό, ως αρχιερέα και τον Αριστόβουλο, που ήταν ευέξαπτος, όπως γράφει ο Ιώσηπος, τον περιόρισε σε ιδιωτική ζωή..
 Η βασίλισσα Αλεξάνδρα κυβέρνησε τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν των μεγάλων Μιθριδατικών πολέμων. Ο τελευταίος αιώνας προ Χριστού είναι ο αιώνας της δολοφονίας και της εξόντωσης των Ελλήνων βασιλιάδων της ανατολής. Οι Μακεδόνες βασιλιάδες της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας, της Περγάμου και πολλοί άλλοι ακόμη, ήταν όλοι τους Θεοί Σωτήρες, Θεοί Φιλάδελφοι, Θεοί Φιλοπάτορες, πάντως πάντα Θεοί. Ωστόσο συχνά δεν ξέφευγαν τον θάνατο, αν έπεφταν στα χέρια των Ρωμαίων.
 Οι Ρωμαίοι εμφανίσθηκαν ως οι λυτρωτές των Ελλήνων, εκείνοι που θα τους ελευθέρωναν από τους Μακεδόνες θεούς βασιλιάδες, εγκαθιστώντας πραγματικά δημοκρατικά καθεστώτα στις πόλεις τους. Οι περισσότερες ελληνικές πόλεις μέχρι και τις αρχές του τελευταίου αιώνα ήταν σύμμαχοι των Ρωμαίων και όχι υποδουλωμένες στους Ρωμαίους. Ακόμη και μετά την καταστροφή της Κορίνθου (146 π.Χ.), οι περισσότερες ελληνικές πόλεις ήταν ελεύθερες και δεν πλήρωναν φόρο στους Ρωμαίους, όπως αναφέρει ο ιστορικός Παπαρηγόπουλος.
 Ο πόλεμοι που συγκλόνισαν τον κόσμο τις αρχές του τελευταίου αιώνα ονομαζόταν Μιθριδατικοί. Οι πόλεμοι αυτοί ήταν η μεγαλύτερη επανάσταση που έγινε εναντίον της Ρωμαϊκής κυριαρχίας. Ο Μιθριδάτης Στ΄ ήταν απόγονος ενός εξελληνισμένου Πέρση με το ίδιο όνομα, φίλου του Μακεδόνα βασιλιά και σωτήρα Δημητρίου του Πολιορκητή. Ο Πλούταρχος αναφέρει στον βίο του Δημητρίου, πως όταν ο Δημήτριος κατάλαβε ότι ο πατέρας του, ο βασιλιάς σωτήρας Αντίγονος, είχε σκοπό να σκοτώσει τον Μιθριδάτη, επειδή δεν μπορούσε να του μιλήσει μπροστά στους άλλους, έγραψε με το δόρυ του στην γη, “φεύγα Μιθριδάτα”. Έτσι γλίτωσε ο πρώτος Μιθριδάτης, που οι Πέρσες τον ονόμαζαν Αρσάκη, και κυβέρνησε στο βασίλειο του Πόντου.
 Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Ευπάτωρ ξεκίνησε τον πόλεμο εναντίον των Ρωμαίων και νίκησε τον στρατηγό Λούκουλλο, γνωστό για τα Λουκούλλεια γεύματά του, σε μια μεγάλη μάχη το 86 π.Χ. στην Μικρά Ασία. Την αρχή της επαναστάσεως, ο Μιθριδάτης διέταξε να σκοτώνουν κάθε Ρωμαίο πολίτη όπου και μόλις τον έβλεπαν, ώστε να μην μείνει κανένας Ρωμαίος στην ανατολή. Σε μία μέρα σκοτώθηκαν πάνω από 80.000 Ρωμαίοι. Στο πλευρό του Μιθριδάτη στάθηκαν πολλές ελληνικές πόλεις και νησιά, όπως η Αθήνα, η Δήλος, η Χίος, η Κρήτη αλλά και βασιλιάδες της Μικράς Ασίας, όπως και ο βασιλιάς της Αρμενίας Τιγράνης. 
 Οι πόλεμοι του Μιθριδάτη έφεραν το αντίθετο αποτέλεσμα από εκείνο που προσδοκούσαν. Οι Ρωμαίοι τον νίκησαν και ο Μιθριδάτης κατέφυγε στην Αρμενία του βασιλιά Τιγράνη, όπου αυτοκτόνησε, το 66 π.Χ. Οι Ρωμαίοι είχαν λοιπόν ανάγκη την συμμαχία του Ιουδαϊκού βασιλείου, πράγμα που επιδίωξαν συνεργαζόμενοι με τους παραδοσιακούς συμμάχους τους.
 «Γύρω από την Αλεξάνδρα αναπτύχθηκαν αποκτώντας όλο και περισσότερη εξουσία, οι Φαρισαίοι, μια ομάδα Ιουδαίων που θεωρούνται ότι τηρούν αυστηρότερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια τις εντολές της θρησκείας και του νόμου. Οι Φαρισαίοι εκμεταλλευόμενοι την αφέλεια της έγιναν μετά από λίγο οι πραγματικοί διοικητές του κράτους, έχοντας το ελεύθερο να καταδιώκουν και να ανακαλούν, να λύνουν και να δένουν όποιον θέλουν. Με λίγα λόγια οι Φαρισαίοι απολάμβαναν βασιλική εξουσία
 «Έτσι λοιπόν καταδίκασαν σε θάνατο τον Διογένη, ένα εξέχοντα άνδρα, φίλο του Αλεξάνδρου Ιαναίου, κατηγορώντάς τον ότι είχε συμβουλέψει τον βασιλιά να σταυρώσει τους οκτακόσιους ομήρους».
 Ο Ντανιέλ Ροπς γράφει ότι “η βασιλεία της Αλεξάνδρας Σαλώμης σημαδεύτηκε από μια αντιδραστική ενέργεια των Φαρισαίων, καθώς παραγέμισαν με προνόμια το Σαχεντρίν (Συνέδριο) των φίλων τους, των διδασκάλων του Νόμου, οι οποίοι για να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους παρουσίασαν την βασιλεία αυτής της μισοειδωλολάτρισσας και εύκολης καλλονής σαν παραδεισένια εποχή, όπου τα σπυριά του κριθαριού ήταν χοντρά σαν κουκούτσια ελιάς και οι φακές σαν χρυσά δηνάρια.” .
 Οι  Φαρισαίοι την εποχή της βασίλισσας Αλεξάνδρας, άρχισαν να καταδικάζουν ένα τους φίλους του Αλεξάνδρου Ιαναίου, πράγμα που δεν άφησε ασυγκίνητο τον Αριστόβουλο, ο οποίος πολέμησε τους Φαρισαίους που συντάχθηκαν με τον αρχιερέα Ιωάννη και πολύ γρήγορα πήρε στα χέρια του τον έλεγχο όλων των φρουρίων. Η Αλεξάνδρα έμεινε στον θρόνο για εφτά χρόνια μέχρι το 67 π.Χ., την χρονιά δηλαδή που οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την Κρήτη.

5) Ο βασιλιάς Αριστόβουλος Ιούδας Β΄ (67-63)

 Ο Αριστόβουλος Β΄ γεννήθηκε αυτή την πολύ δύσκολη εποχή για τους ελληνιστές βασιλιάδες. Οι Ρωμαίοι κυριαρχούσαν ήδη στην Μεσόγειο και διεύθυναν τις τύχες του κόσμου. Οι σύμμαχοι των Ρωμαίων οι Φαρισαίοι κύκλωναν την Αλεξάνδρα και διοικούσαν την χώρα όπως ήθελαν. Ο Αριστόβουλος δεν άντεχε να βλέπει τους εχθρούς του πατέρα του να κυκλοφορούν στο παλάτι, διατάζοντας σαν αρχηγοί. Εγκατέλειψε έτσι την Ιερουσαλήμ και ενώθηκε με τους επαναστατημένους φίλους του πατέρα του και καταλαμβάνοντας όλα τα οχυρά αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς.
 Αυτό έγινε τον χρόνο που ήταν ύπατος στην Ρώμη ο Μέτελος, ο οποίος ονομαζόταν και Κρητικός, γιατί την χρονιά εκείνη είχε καταλάβει την Κρήτη. Πριν ένα χρόνο, ο πατέρας του Μάρκου Αντώνιου, του εραστή της Κλεοπάτρας, είχε προσπαθήσει να κατακτήσει την Κρήτη αλλά έχασε τον στόλο του. Αποκλήθηκε κι εκείνος κοροϊδευτικά Κρητικός.
 Ο Ιωάννης Υρκανός, κατέφυγε σε ένα φρούριο που ονομαζόταν Αντωνία, παίρνοντας μαζί του ως όμηρους την γυναίκα και τα παιδιά του Αριστόβουλου. Τα παιδιά του Αριστόβουλου ήταν ο Αλέξανδρος Β΄, ο πατέρας της βασίλισσας Μαρίας και ο Αντίγονος. Προφανώς παίρνοντας τους ως ομήρους, ο Ιωάννης έσωσε την ζωή του. Τελικά συμφώνησαν να γίνει ο Αριστόβουλος βασιλιάς, και αφού αγκαλιάστηκαν τα δύο αδέρφια, έφυγαν ο Αριστόβουλος για το παλάτι και ο Υρκανός για την οικία του Αριστόβουλου. Αυτά γράφει ο Ιώσηπος.
 Ο Ιωάννης ο Υρκανός, ο αδερφός του Αριστόβουλου κατέφυγε στον βασιλιά της Αραβίας Αρέτα, βοηθούμενος από ένα εξελληνισμένο ή σωστότερα εκρωμαϊσμένο Ιδουμαίο, τον Αντίπατρο, τον πατέρα του Μεγάλου Ηρώδη. Ετούτος ήταν φίλος του Υρκανού και εχθρευόταν τον Αριστόβουλο. Ο Νικόλας ο Δαμασκηνός ισχυρίζεται ότι ο Αντίπατρος καταγόταν “εκ των πρώτων Ιουδαίων, των εκ της Βαβυλώνος”, που ήλθαν στην Ιουδαία. “Ταύτα δε λέγει ο Δαμασκηνός, χαριζόμενος στον Ηρώδη το παιδί του”, που έγινε βασιλιάς επειδή τον βοήθησε η τύχη.
 Αυτός ο Αντίπατρος, “Αντίπας το πρώτον εκαλείτο”, και αυτό ήταν το όνομα του πατέρα του, τον οποίο ο Αλέξανδρος Ιαναίος και η βασίλισσα Αλεξάνδρα, είχαν διορίσει στρατηγό της Ιδουμαίας.
 Ο Αντίπατρος πήρε μαζί του τον Ιωάννη Υρκανό και κατέφυγαν στους Αραβες του βασιλιά Αρέτα, με τους οποίους διατηρούσε παραδοσιακή φιλία. Με την βοήθεια του Άραβα βασιλιά επιτέθηκαν στον Αριστόβουλο και τον ανάγκασαν να κλειστεί στην Ιερουσαλήμ. Άρχισαν μάλιστα την πολιορκία αμέσως ζητώντας την βοήθεια των Ρωμαίων.
 Όταν οι οπαδοί του Υρκανού κατέλαβαν την κάτω πόλη, οι Ιουδαίοι του Αριστοβούλου συγκεντρώθηκαν στον ναό και επειδή δεν είχαν ζώα για θυσίες πλήρωναν όσα χρήματα θα τους ζητούσαν για κάθε ζώο. Οι άνθρωποι του Ηρώδη πήραν τα χρήματα αλλά όπως γράφει ο Ιώσηπος δεν τους έστειλαν τίποτα για να θυσιάσουν. Στα κείμενα των ραβίνων αναφέρεται όμως ότι τους έστειλαν ένα γουρούνι, πράγμα που φανερώνει την άποψη που είχαν για τους οπαδούς των ελληνιστών βασιλιάδων οι Φαρισαίοι.
 Η βοήθεια άργησε να φθάσει, και την περίοδο του Πάσχα, πολλοί επιφανής πολίτες αναχώρησαν για την Αίγυπτο. Η πολιορκία έσπασε και ο Αριστόβουλος παρέμεινε βασιλιάς στην Ιερουσαλήμ.
 Τότε ακριβώς ένας ορισμένος αριθμός Ιουδαίων σκέφτηκε να καταφύγει σε κάποια διαιτησία. Συστήθηκε ένα “τρίτο κόμμα”, που έστειλε μια αντιπροσωπία σ΄ένα ισχυρό ξένο που βρισκόταν εκείνο τον καιρό στην Δαμασκό”. Με αυτά τα λόγια περιγράφει ο Ντανιέλ Ροπς το ξεκίνημα της Ηρωδιανής δυναστείας, όταν ο Ιωάννης Υρκανός, ο αρχιερέας της Ιουδαίας και ο Ιδουμαίος στρατηγός Αντίπατρος, ο πατέρας του Μεγάλου Ηρώδη, προσχωρούν στους Ρωμαίους, πλησιάζοντας τον Ρωμαίο στρατηγό που αποκλήθηκε Μέγας, τον Πομπήιο.
 Ο Μέγας Πομπήιος, έστειλε στην Συρία τον στρατηγό Σκαύρο, ενώ ο ίδιος καταδίωκε τον βασιλιάς της Αρμενίας Τιγράνη. Οι Ρωμαίοι είχαν καταλάβει ήδη όλα τα βασίλεια της Μικράς Ασίας και την Κρήτη και πλησίαζαν στην Παλαιστίνη. Ο Αριστόβουλος δεν είχε πλέον συμμάχους.
 Ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης ΣΤ΄, ο οποίος είχε ξεκινήσει την επανάσταση είχε ήδη ηττηθεί, όπως και ο βασιλιάς των Αρμενίων Τιγράνης. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι ο Αρμένιος βασιλιάς Τιγράνης κατευθύνθηκε προς την Ιουδαία για να βοηθήσει τον Αριστόβουλο. Όμως οι Ρωμαίοι είχαν ήδη εισβάλει στην χώρα του κι έτσι επέστρεψε χωρίς να ενεργήσει υπέρ του Αριστόβουλου.
 Όταν εισέβαλε με τις λεγεώνες του στη Συρία ο Μάγνουμ Πομπήιος, ο Υρκανός και ο Αντίπατρος στάθηκαν στο πλάι του, εναντίον του βασιλιά Αριστοβούλου Β΄. Η φιλική παράδοση των Φαρισαίων με τους Ρωμαίους επιβεβαιώθηκε άλλη μία φορά όταν ο Πομπήιος καταδίωξε τον Αριστόβουλο και τον πολιόρκησε στην Ιερουσαλήμ. Οι Ρωμαίοι επιτέθηκαν στην πόλη ημέρα Σάββατο και την πήραν χωρίς μάχη, γιατί οι Ιουδαίοι δεν εργάζονται την μέρα αυτή και άρα δεν πολεμούν, γράφει ο Ιώσηπος.
 Οι Ιουδαίοι μπορεί να μην έκαναν επιθέσεις τα Σάββατα αλλά αμυνόταν για την ζωή τους, όπως έκαναν ακόμη και οι Μακκαβαίοι επαναστάτες. Ο Αριστόβουλος προδόθηκε από τους Φαρισαίους, οι οποίοι δίδασκαν ότι δεν έπρεπε να πολεμήσουν εναντίων των Ρωμαίων και υπέρ του Ιουδαίου βασιλιά, επειδή ήταν Σάββατο!
 Όπως προφήτευε ο Ιερεμίας, έτσι έλεγαν και οι Φαρισαίοι: ¨Και τώρα εγώ έδωκα πάντας τούτους τους τόπους εις την χείρα του Ναβουδοχονόσορ (Μεγάλου Πομπήιου), βασιλέως της Βαβυλώνος (Ρώμης), του δούλου μου”.  Ιδού το στράτευμα του Φαραώ (Ελλήνων) το εξελθόν προς βοήθειαν υμών θέλει επιστρέψει εις την γην αυτού, την Αίγυπτο,(Αρμενία) και οι Χαλδαίοι (Ρωμαίοι) θέλουσιν επαναστρέψει και πολεμήσει κατά της πόλεως ταύτης και θέλουσι κυριεύσει αυτήν και κατακαύσει αυτήν εν πυρί.¨ (Ιερ. ΚΖ,6-9)
 Οι Φαρισαίοι και το τρίτο κόμμα, δυσκόλευαν με τις προφητείες τους και τα Σάββατα το έργο των πολεμιστών, ευελπιστώντας πως η Ιερουσαλήμ θέλει εξάπαντος παραδοθεί εις την χείρα του Ρωμαίου Πομπήιου και θέλει κυριεύσει αυτήν, γιατί αυτοί δεν ήθελαν το καλό της πόλεως αλλά το κακό.

 Μεγάλος Πομπήιος

 Υπήρχε ένα ημερολόγιο στην Ιουδαία που ξεκινούσε το 63 π.Χ. από τον χρόνο που ο Μεγάλος Πομπήιος κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. Ο Ρωμαίος αυτός αποκατέστησε την εξουσία των Φαρισαίων, απαγόρευσε στον Ιωάννη Υρκανό να φοράει στέμμα και τον έκαμε απλό ιερέα. Ο Πομπήιος είναι εκείνος που καταργεί την βασιλεία και αφήνει την Ιερουσαλήμ αβασίλευτη. Αυτό σύμφωνα με τον Ιώσηπο το έκανε, γιατί έτσι του ζήτησαν οι Φαρισαίοι, οι οποίοι θεωρούσαν ότι σύμφωνα με την παράδοση της βίβλου, οι Ιουδαίοι πρέπει να διοικούνται μόνο από τους αρχιερείς, καθώς μόνο ο Θεός είναι ο πραγματικός τους δεσπότης.
 Ο Αριστόβουλος προσπάθησε να πείσει τον Πομπήιο ότι εκείνος δικαιούται τον θρόνο του πατέρα του, όπως ακριβώς και ο Σολομώντας εδικαιούτο την βασιλεία του Δαυίδ. «Κάλεσε ως μάρτυρες μερικούς νεαρούς καυχηματίες, που προσβλητικά επιδείκνυαν τις πορφυρές τους στολές, τα μακριά μαλλιά τους, τα κοσμήματα και τα άλλα στολίδια τους, που τα φορούσαν σα να βάδιζαν σε γιορταστική πομπή και όχι σε δικαστήριο». Ο ιστορικός Ιώσηπος συχνά διακωμωδεί με αυτόν τον τρόπο τον ελληνισμό των βασιλιάδων της Ιουδαίας.
  Το 63 π.χ. καταλήφθηκε για πρώτη φορά η Ιερουσαλήμ από τον Πομπήιο και η οικογένεια του Αριστόβουλου Β΄, αιχμαλωτίσθηκε από τους Ρωμαίους. Συνελήφθη ακόμη, ο πεθερός και θείος του Αριστοβούλου που λεγόταν Αψάλωμος ή Αβεσαλώμ. Κατά την διάρκεια της πολιορκίας κάηκε ο ναός και για τούτο ο Αντίπατρος και ο Ιωάννης κατηγόρησαν τον Αριστόβουλο.
 Ο μεγαλύτερος γιος του Αριστοβούλου, ο Αλέξανδρος, δραπέτευσε κατά την διάρκεια του ταξιδιού, ενώ ο νεότερος, ο Αντίγονος, μεταφέρθηκε αλυσοδεμένος μαζί με τον πατέρα του και τις αδελφές του στη Ρώμη. Ο Πλούταρχος στον βίο του Μεγάλου Πομπήιου, αναφέρει ότι στον θρίαμβο του στρατηγού στην Ρώμη, έγινε μεγάλη πομπή όπου παρήλασαν αλυσοδεμένοι πολλοί βασιλιάδες της ανατολής, μεταξύ των οποίων και ο Αριστόβουλος Β΄, ο βασιλιάς της Ιουδαίας.


7) Ο Αλέξανδρος Ιωάννης Β’ .ο ληστής

Ο Ιωάννης Υρκανός, ήταν αρχιερέας τα πρώτα εφτά χρόνια που βασίλευε η μητέρα του η Αλεξάνδρα. Έχασε την θέση του το 67 π.Χ. από τον αδερφό του, αλλά έγινε πάλι αρχιερέας το 63 π.Χ., την χρονιά που κάηκε ο ναός κατά την άλωση της Ιερουσαλήμ. Παρέμεινε θεωρητικά μόνο βασιλιάς μέχρι το 39 π.Χ., αντιμετωπίζοντας φυσικά την αντίδραση των γιων του Αριστοβούλου. Ήταν λοιπόν ένας αρχιερέας χωρίς ναό, ένας βασιλιάς χωρίς στέμμα και χωρίς βασίλειο, αφού στην πραγματικότητα κυβερνούσε ο Ιδουμαίος στρατηγός Αντίπατρος.
 Εναντίον του Αντίπατρου κινήθηκε ο Αλέξανδρος Β΄, ο οποίος ήταν όμηρος των Ρωμαίων αλλά απέδρασε και δημιούργησε γρήγορα ένα ετοιμοπόλεμο στρατό. Οι Έλληνες μισθοφόροι στρατιώτες που κατοικούσαν στην Συρία και την Παλαιστίνη, ήταν φιλοβασιλικοί και αναζητώντας δουλειά, ακολουθούσαν με την πρώτη ευκαιρία ένα επαναστάτη με βασιλική καταγωγή.
 Ο Αλέξανδρος του Αριστόβουλου, είναι ο πατέρας της Μαριάμμης ή Μαρίας, της μητέρας δηλαδή του Αλεξάνδρου στον οποίο αναφερόμαστε σε τούτο το βιβλίο. Παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα, την κόρη του αρχιερέα Ιωάννη Υρκανού Β΄ και μαζί της είχε δύο παιδιά, τον Αριστόβουλο και την πριγκίπισσα Μαριάμμη. Εκείνος λοιπόν συγκέντρωσε σημαντική δύναμη και με τις επιθέσεις του κατά της Ιουδαίας παρενοχλούσε τον πεθερό του, τον αρχιερέα Ιωάννη, που κυβερνούσε ως αρχιερέας του Θεού, έχοντας τον Ιδουμαίο Αντίπατρο στρατηγό. Ο Υρκανός δεν είχε όμως την δύναμη να αντισταθεί στον στρατό του Αλεξάνδρου.
  Τότε κατέφτασε ο Μάρκος Αντώνιος, ο γνωστός εραστής της Κλεοπάτρας για να πολεμήσει τον Αλέξανδρο Β΄. Ο Μάρκος Αντώνιος και ο στρατηγός Γαβίνιος, όπλισαν τους Ρωμαίους και τους Ιουδαίους των οποίων αρχηγοί ήταν ο Μάλιχος και ο Πειθόλαος, πήραν μαζί τους και την φρουρά του Αντιπάτρου και κινήθηκαν εναντίον του Αλεξάνδρου.
 Η επανάσταση του νεαρού πρίγκιπα τελείωσε άδοξα. Ο Αλέξανδρος αναγκάστηκε να αφήσει τα οχυρά και να αποσυρθεί. Η μητέρα του Αλεξάνδρου, η κόρη του Υρκανού, που ήταν με το μέρος των Ρωμαίων, παρακάλεσε τον γιο της να αποσυρθεί, επειδή ανησυχούσε για τον άνδρα της, τον βασιλιά Αριστόβουλο και τα υπόλοιπα παιδιά της που ήταν φυλακισμένα στην Ρώμη. Αφού ο Αλέξανδρος δέχτηκε το αίτημα της μητέρας του, ο Ιωάννης Υρκανός επέστρεψε στον ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Αντώνιος κατάφερε να εξοντώσει τους υποστηρικτές των οπαδών του Αριστοβούλου και να καταργήσει την βασιλεία του Αλεξάνδρου Β΄, μετατρέποντας όπως λέει ο Ιώσηπος το πολίτευμα σε αριστοκρατικό.
 Ωστόσο ο Αριστόβουλος κατάφερε να αποδράσει από την Ρώμη και τα παιδιά του αφέθηκαν ελεύθερα, μετά από την συμφωνία που είχε κάνει η γυναίκα του η Αλεξάνδρα με τον Αντώνιο. Ο Αριστόβουλος επιστρέφοντας πολέμησε για να ανακτήσει τον θρόνο του. Ο στρατός του καταδιώχθηκε από τους Ρωμαίους και ο ίδιος με χίλιους στρατιώτες κατέφυγε στο φρούριο του Μαχαιρούντα, γνωστό από την φυλάκιση του Ιωάννη του Βαπτιστή. Εκεί συνελήφθη και μεταφέρθηκε ξανά αλυσοδεμένος στην Ρώμη.
 Ο Αλέξανδρος Β΄ συνέχισε την αντίσταση εναντίον των Ρωμαίων και των Φαρισαίων υποστηρικτών τους. «Επικεφαλής νέας εξέγερσης συγκέντρωσε πολύ στρατό και όρμησε να εξοντώσει τους Ρωμαίους που βρίσκονταν στη χώρα». Έτσι όταν ο Ρωμαίος στρατηγός Γαβίνιος γύρισε από την Αίγυπτο βρήκε την Συρία έρμαιο ταραχών. Ο Αλέξανδρος είχε κατακτήσει ακόμη μία φορά την εξουσία, και είχε αναγκάσει πολλούς Ιουδαίους να εξεγερθούν, γράφει ο Ιώσηπος. Κάνοντας επιδρομές στην χώρα, σκότωνε όσους Ρωμαίους συναντούσε και πολιορκούσε στενά μερικούς που είχαν καταφύγει στο όρος Γαριζείμ της Σαμάρειας. Ο Γαβίνιος με τον Αντίπατρο νίκησαν τον στρατό του Αλεξάνδρου στο Ιταβύριον όρος (Θαβώρ) και χιλιάδες στρατιώτες του σκοτώθηκαν.
 Ο μεγαλύτερος εχθρός του Αλεξάνδρου Β΄, ήταν ο Ιδουμαίος στρατηγός Αντίπατρος. «Ο Αντίπατρος είχε παντρευτεί με κάποια που τη λέγανε Κύπρο, από εξέχουσα αραβική οικογένεια, με την οποία είχε τέσσερις γιους, τον Φασάηλο, τον Ηρώδη, που έγινε αργότερα βασιλιάς, τον Ιώσηπο και τον Φερώρα και μια κόρη την Σαλώμη. Είχε συνάψει φιλίες και σχέσεις με τους ισχυρούς όλου του κόσμου».

 Το 48 π.Χ. είναι μία ακόμη σημαντική χρονολογία, γιατί εκείνη την χρονιά ο Ιούλιος Καίσαρας νίκησε τον στρατό του Πομπηίου στα Φάρσαλα. Οι φιλοβασιλικοί Ιουδαίοι ελπίζουν πως θα επωφεληθούν με την αλλαγή της πολιτικής κατάστασης.
 «Την εποχή που ο Πομπήιος διέφευγε με την σύγκλητο στο Ιόνιο, διωκόμενος από τον Ιούλιο Καίσαρα, ο Αριστόβουλος θα στελνόταν με δύο λεγεώνες στην Ιουδαία από τον Καίσαρα», όπως γράφει ο Ιώσηπος. Όμως “οι οπαδοί του Πομπήιου δηλητηρίασαν τον Αριστόβουλο και το πτώμα του έμεινε για αρκετό καιρό διατηρημένο σε μέλι, μέχρι να το στείλει ο Αντώνιος στην Ιουδαία. Ο γιος του, ο Αλέξανδρος Β΄, ο πατέρας της Μαρίας, συνελήφθη και αποκεφαλίσθηκε με διαταγή του Πομπήιου από τον Σκιπίωνα, μετά από δίκη στην οποία κατηγορήθηκε ως υπεύθυνος για όσα είχαν πάθει οι Ρωμαίοι”. Η τύχη του Πομπήιου δεν ήταν καλύτερη, αφού μόλις έφτασε στην Αλεξάνδρεια, αναγνωρισθηκε από το πλήθος που όρμηξε και τον σκότωσε.

 Η Μαρία του Αλεξάνδρου Β΄ είναι ακόμη βρέφος, όταν ο πατέρας της αποκεφαλίζεται το 48 π.Χ. Η οικογένεια του Αριστοβούλου είναι διασκορπισμένη και καταδιώκεται από τους Ρωμαίους. «Ο αδελφός και οι αδελφές του Αλεξάνδρου, τέθηκαν υπό την προστασία του Πτολεμαίου, γιου του Μεναία , ο οποίος είχε στείλει τον γιο του Φιλιππίωνα στην Ασκάλωνα να τους φέρει. Ο Φιλιππίων κατάφερε να αποσπάσει τον Αντίγονο και τις δύο αδερφές του από την χήρα του Αριστόβουλου. Έχοντας όμως ερωτευθεί τη μία από τις κόρες, την παντρεύτηκε, αλλά μετά από λίγο καιρό δολοφονήθηκε από τον πατέρα του, για χάρη αυτής της Αλεξάνδρας, την οποία ο Πτολεμαίος αφού σκότωσε πρώτα τον γιο του την παντρεύτηκε. Μετά τον γάμο έγινε ποιο αυστηρός κηδεμόνας του αδελφού και της αδελφής της
 Από όσα μας λέει ο Ιώσηπος κατανοούμε ότι η Αλεξάνδρα και η Μαρία, οι κόρες του Αριστοβούλου, προερχόμενες από βασιλική γενιά ήταν περιζήτητες νύφες. Η μία αδερφή ήταν ακόμη αρκετά μικρή για να παντρευτεί αλλά η μεγάλη αδερφή της Αλεξάνδρα έγινε αντικείμενο έριδας μεταξύ πατέρα και γιου.

8) Ο Βασιλιάς Αντίγονος (39-35)

 Ο Αντίγονος, ο μόνος άνδρας που απέμεινε από την οικογένεια του Αριστοβούλου, παρουσιάστηκε στον Ιούλιο Καίσαρα, κατηγορώντας τον Υρκανό και τον Αντίπατρο πως τον είχαν απελάσει παράνομα από την χώρα και αυτόν και τις αδερφές του και ότι είχαν αδικήσει τον λαό των Ιουδαίων.
 Ο Αντίπατρος, ο πατέρας του Ηρώδη, υπερασπίστηκε τον εαυτό του λέγοντας ότι απορούσε με την τόλμη που έδειχνε ο Αντίγονος, ο γιος ενός εχθρού των Ρωμαίων, ο γιος κάποιου που δραπέτευσε από την Ρώμη, κάποιος που κληρονόμησε από τον πατέρα του το πάθος για εξέγερση, και ζητά καλοσύνη, αντί να είναι ευτυχισμένος που ζει. Ο Αντίπατρος αποκάλεσε του οπαδούς του Αντίγονου, “νεωτεριστάς” και “στασιώδης”, και πρόσθεσε πως καλώς συνελήφθη ο πατέρας του ο Αριστόβουλος, εφόσον ήταν πάντα εχθρικός προς την Ρώμη. Μα και ο αδερφός του ο Αλέξανδρος, καλώς εξετελέσθη από τον Σκιπίωνα, “κολασθέντα για ληστεία”. Σε αυτό το σημείο μαθαίνουμε από τον Φλάβιο Ιώσηπο, ότι ο Αλέξανδρος Β΄, αποκεφαλίσθηκε κατηγορούμενος για ληστεία!
 Φυσικά ο Καίσαρας διατήρησε τον Υρκανό αρχιερέα και τον Αντίπατρο στρατηγό, δίνοντας του στην πραγματικότητα βασιλικές εξουσίες. Ο Αντίπατρος διόρισε τους γιους του διοικητές των περιχώρων, βάζοντας τον Φασάηλο διοικητή των Ιεροσολύμων και τον Ηρώδη διοικητή της Γαλιλαίας. Έτσι ο Αντίπατρος, άφησε στον Ιωάννη Υρκανό μόνο την ουράνια βασιλεία, κρατώντας για τον εαυτό του την εξουσία επί της γης.

Ο ΗΡΩΔΗΣ

 Τότε ένας νέος επαναστάτης ληστής σηκώθηκε στην Γαλιλαία, ο Εζεκίας, ο οποίος λήστευε τους κατοίκους στα σύνορα της Συρίας και γι΄αυτό ο Ηρώδης τον καταδίωξε και τον εξόντωσε. Ο Ηρώδης έδειξε ότι ήταν αρκετά δραστήριος αφού μόλις δεκαπέντε χρονών, αναγκάστηκε να πολεμήσει την συμμορία του αρχιληστή, όπως αναφέρει ο Ιώσηπος. Κι όμως γι΄αυτή του την πράξη, κατηγορήθηκε για φόνο και ο αρχιερέας Υρκανός τον έστειλε να δικασθεί στο Συνέδριο (Σαχεντρίν). Ισως ο ληστής Εζεκίας ήταν ένας πολιτικός επαναστάτης, όπως και ο ληστής Αλέξανδρος Β΄.
 Μάλιστα όλοι θεωρούσαν πως ο Ηρώδης δεν θα γλίτωνε τον θάνατο. Όμως όταν έφτασε στο δικαστήριο, η ατμόσφαιρα άλλαξε. Μπήκε στην αίθουσα με τον αέρα ενός νέου και ισχυρού άνδρα, φορώντας κόκκινη πορφύρα και συνοδευόμενος από τους σωματοφύλακες του. Ο Ιώσηπος γράφει πως ο Ρωμαίος διοικητής της Συρίας, έστειλε μήνυμα στον Υρκανό υπέρ του Ηρώδη και γι΄αυτό ο Ιωάννης τον άφησε να φύγει από το Δικαστήριο χωρίς να πάθει κακό, αφού μάλιστα “ηγάπα γαρ αυτόν ως υιόν”.
 Το 47 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας ετοιμάζεται να πολεμήσει τον Σκιπίωνα, που ήταν πεθερός του Πομπήιου. Στην Ασία ο Σέξτος αναγκάστηκε λίγο αργότερα να πολεμήσει κάποιον Βάσω Καικύλα που ήταν παλιός φίλος του Πομπηίου. Ο Αντίπατρος, πιστός σύμμαχος του Καίσαρα, έστειλε τους γιους του Ηρώδη και τον Φασάηλο να βοηθήσουν τον Καίσαρα Σέξτο.
 Καθώς ο πόλεμος παρατεινόταν, συνέβη το επόμενο σπουδαίο γεγονός. Η δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα από τον Κάσιο και τον Βρούτο, έγινε το 44 π.Χ. και προκάλεσε μεγάλη κοινωνική αναταραχή. Όταν ο Οκταβιανός και ο Αντώνιος κήρυξαν τον πόλεμο κατά του Κάσιου και του Βρούτου, ο Κάσιος συγκέντρωσε στρατό στη Συρία ελπίζοντας στην βοήθεια του Ηρώδη, στον οποίο υποσχέθηκε το βασίλειο της Ιουδαίας.
 Πάνω σε τούτη την αναταραχή, ο Μάλιχος που ήταν πιστός στον Υρκανό, αποφάσισε να στασιάσει εναντίον του Αντίπατρου, ελπίζοντας πως ο Ιωάννης θα γινόταν πάλι βασιλιάς. Αν και δεν κατάφερε να οργανώσει κάποια επανάσταση, δηλητηρίασε τον Αντίπατρο. Αυτά τουλάχιστον αναφέρει ο Ιώσηπος.
 Ο Μάλιχος αντέκρουσε τις κατηγορίες και ισχυρίστηκε ότι δεν σκότωσε αυτός τον Αντίπατρο. Ο Ηρώδης και ο Φασάηλος, τα παιδιά του Αντίπατρου, έκαναν ότι τον πίστεψαν. Η αλήθεια είναι πως ο Ηρώδης δεν μπορούσε να σκοτώσει εύκολα τον Μάλιχο. Γι΄αυτό φρόντισε πρώτα να συνεννοηθεί με τον Ρωμαίο Κάσιο, τον φονιά του Ιουλίου Καίσαρα. Μόλις λοιπόν βρήκε την ευκαιρία ο Ηρώδης έβαλε τους χιλίαρχους να σκοτώσουν τον Μάλιχο με τα ξίφη τους. Ο Ιωάννης Υρκανός, ξαφνιάστηκε από την δολοφονία του πιστού του στρατηγού. Όταν του είπαν όμως πως εκτελέσθηκε με διαταγή του Ρωμαίου Κάσιου, επαίνεσε την πράξη.


 Αλλά ο Αντίγονος ο γιος του Αριστόβουλου, είχε συγκεντρώσει στρατό και είχε επιστρέψει στην Ιουδαία, βοηθούμενος από τον Πτολεμαίο, τον γιο του Μενναίου, λόγω της συγγένειας τους”. Ο Πτολεμαίος είχε παντρευτεί την αδερφή του Αντιγόνου, την Αλεξάνδρα και γι΄αυτό χρηματοδότησε τον Αντίγονο, βοηθώντας τον να καταλάβει τον θρόνο του πατέρα του. Ο Ηρώδης όμως πολέμησε με επιτυχία τον Αντίγονο και τον έδιωξε ξανά από την χώρα. Γύρισε έτσι νικητής στην Ιερουσαλήμ, όπου ο Υρκανός και ο δήμος του απέδωσαν στεφάνους.
 Ο Ηρώδης είχε ήδη, μετά από συμφωνία για γάμο, συνδεθεί με την οικογένεια του Υρκανού και ήταν έτοιμος να παντρευτεί την πριγκίπισσα Μαρία, την κόρη του Αλεξάνδρου Β΄. Ο γάμος αυτός θα τον συμφιλίωνε με τον Υρκανό αλλά και με την βασίλισσα Κλεοπάτρα η οποία υποστήριζε τους Ασαμωναίους βασιλιάδες.
 «Η πρώτη γυναίκα του Ηρώδη ήταν μια γνωστή ντόπια Ιουδαία, ονόματι Δωρίς, από την οποία είχε ένα γιο τον Αντίπατρο. Τώρα όμως παντρεύτηκε την Μαριάμμη, κόρη του Αλεξάνδρου, γιου του Αριστοβούλου και εγγονή του Υρκανού, κι έγινε έτσι μέλος της βασιλικής οικογένειας». Ο Ηρώδης αρραβωνιάστηκε τότε με την Μαριάμμη αλλά την παντρεύτηκε μερικά χρόνια αργότερα. Η Μαριάμμη ήταν ακόμη πολύ μικρή, μόλις έξι χρονών κοριτσάκι.
 Μετά την τελική νίκη του Αντώνιου και του Οκταβιανού στους Φιλίππους της Μακεδονίας, το 42 π.Χ., ο Κάσιος και ο Βρούτος είχαν την ίδια τύχη με τον Πομπήιο. Ο Αντώνιος πήγε στην Συρία και η Κλεοπάτρα της Αιγύπτου τον συνάντησε στην Κιλικία και τον έκανε αιχμάλωτο του έρωτα της, γράφει ο Ιώσηπος.
 Όταν ο Αντώνιος βρισκόταν στην Αντιόχεια, οι Ιουδαίοι έστειλαν πρέσβεις, οι οποίοι κατηγόρησαν τον Ηρώδη και τον Φασάηλο ότι κατέλαβαν με την βία την εξουσία, αφήνοντας στον Υρκανό μόνο κατ΄ όνομα το αξίωμα του βασιλιά. Ο Ηρώδης δωροδόκησε με πολλά χρήματα τον Αντώνιο να μην λάβει υπ΄ όψιν του τις κατηγορίες των Ιουδαίων.
 Δύο χρόνια αργότερα, το 40 π.Χ., η Συρία καταλήφθηκε από τους Πάρθους. Ο Πτολεμαίος του Μενναία πέθανε αφήνοντας τον γιο του, τον Λυσανία, στον θρόνο. Ο Λυσανίας συμμάχησε με τον Αντίγονο και ζήτησαν μάλιστα την βοήθεια των Πάρθων. Οι Γαλιλαίοι εξεγέρθηκαν πάλι παίρνοντας τα όπλα. Ο Ηρώδης βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση, καθώς ο Αντίγονος με την βοήθεια των Πάρθων, ήταν έτοιμος να επιτεθεί στα Ιεροσόλυμα.

 Ο Ηρώδης δεν έμεινε βέβαια με σταυρωμένα τα χέρια. Πήρε τις γυναίκες από την Ιερουσαλήμ, την μητέρα του, την γυναίκα του Δώρα, την μικρή Μαρία του Αλεξάνδρου Β΄ με την οποία ήταν αρραβωνιασμένος (η πριγκίπισσα Μαρία είναι μόλις οκτώ χρονών) και την μητέρα της Αλεξάνδρα, και διέφυγε στην Ιδουμαία. Στην διαδρομή μάλιστα, μια άμαξα αναποδογύρισε και η μητέρα του Ηρώδη κινδύνεψε να σκοτωθεί. Ο Ηρώδης παρά λίγο να αυτοκτονήσει από την αγωνία του, και τον φόβου του πως θα τους προφθάσουν οι εχθροί εξαιτίας της καθυστέρησης που προκάλεσε το ατύχημα. Είχε τραβήξει το ξίφος του, και θα μαχαιρωνόταν αν δεν τον συγκρατούσαν εκείνοι που βρισκόταν κοντά του. Ακόμη και στην διάρκεια της φυγής δεν ήταν ασφαλής, γιατί και οι Ιουδαίοι τους επιτέθηκαν και αναγκάστηκαν να πολεμήσουν σώμα με σώμα.

 Ο Αντίγονος όμως βρισκόταν ήδη στην εγκαταλειμμένη από τον Ηρώδη Ιερουσαλήμ, όπου συνέλαβε τον θείο του, τον αρχιερέα Ιωάννη Υρκανό, και τον Φασάηλο. Χρήματα όμως δεν βρήκαν, γιατί ο Ηρώδης είχε φροντίσει να μεταφέρει όλη την περιουσία του στην Ιδουμαία.
 Ο Ιώσηπος γράφει πως οι Πάρθοι «δεν αρκέστηκαν να ανεβάσουν στο θρόνο τον Αντίγονο αλλά του παρέδωσαν αλυσοδεμένους τον Φασάηλο και τον Υρκανό για να τους βασανίσει. Ο Υρκανός έπεσε στα πόδια του Αντίγονου, αλλά εκείνος με τα ίδια του τα δόντια, του δάγκωσε τα αυτιά, ώστε να μην μπορέσει ποτέ έτσι όπως ήταν να ξαναπάρει το αξίωμα του αρχιερέα, γιατί για το αξίωμα αυτό απαιτείται πλήρης αρτιμέλεια».

 Ο Ηρώδης εφόσον διέφυγε την σύλληψη ταξίδεψε πρώτα στην Αλεξάνδρεια, όπου η Κλεοπάτρα δεν τον έπεισε να παραμείνει για λίγο κοντά της αλλά συνέχισε το ταξίδι του στην Ρώμη. Ο Αντώνιος συγκινήθηκε από τις ατυχίες του Ηρώδη και εξαιτίας τους μίσους εναντίον του Αντιγόνου, τον οποίο θεωρούσε στασιαστή και Ρωμαίοις εχθρόν. Έτσι το 37 π.Χ., ο Ηρώδης με τις ευχές του Αντωνίου τιτλοφορήθηκε βασιλιάς των Ιουδαίων, και συγκεντρώνοντας στρατιωτική δύναμη κινήθηκε εναντίον του εχθρού των Ρωμαίων, του βασιλιά της Ιερουσαλήμ Αντιγόνου.
 Ο Ηρώδης αναγκάστηκε αρχικά να πολεμήσει στην Γαλιλαία τους ληστές των σπηλαίων. «Τις σπηλιές αυτές που βρίσκονται σε απόκρημνα όρη, ήταν δύσκολο να τις προσεγγίσει κανείς από οποιαδήποτε μεριά, εκτός από κάποια επικίνδυνα και πολύ στενά περάσματα στις πλαγιές. Ο βασιλιάς ..έβαλε τους πιο δυνατούς στρατιώτες του σε κιβώτια ανοιχτά για να μπορούν να αναπνέουν και τους κατέβασε με σκοινιά στα στόμια των σπηλαίων. Αυτοί κατέσφαξαν τους ληστές και τις οικογένειες τους, πυρπολώντας όσους αντιστέκονταν. Θέλοντας να σώσει μερικούς από αυτούς ο Ηρώδης τους κάλεσε να παραδοθούν. Κανένας τους όμως δεν παραδόθηκε με την θέληση του και από αυτούς που συλλήφθηκαν με τη βία πολλοί προτίμησαν τον θάνατο από την αιχμαλωσία. Ήταν τότε που ένας ηλικιωμένος, πατέρας επτά παιδιών, όταν τον παρακάλεσαν μαζί με την μητέρα τους να παραδοθούν στον Ηρώδη, τους σκότωσε όλους με τον εξής τρόπο. Προστάζοντας τους να βγουν ένας, στάθηκε στην είσοδο και σκότωνε τους γιους του καθώς έβγαιναν. Ο Ηρώδης βλέποντας το θέαμα αυτό από ένα κρυφό μέρος, επηρεάστηκε πάρα πολύ και απλώνοντας το χέρι του στον ηλικιωμένο άνδρα τον παρακάλεσε να λυπηθεί τη ζωή των παιδιών του. Εκείνος χωρίς να συγκινηθεί από τα λόγια του Ηρώδη, βρίζοντας τον κι από πάνω ως τιποτένιο, μετά την σφαγή των γιων του, σκότωσε και τη γυναίκα του και πετώντας τα πτώματα τους στον γκρεμό, έπεσε μετά και ο ίδιος
 Ετούτοι λοιπόν είναι οι εφτά παίδες Ασαμωναίοι, μια και το βουνό στο κέντρο της Γαλιλαίας ονομάζεται Ασαμών κι ετούτοι είναι οι πραγματικοί μάρτυρες που θανατώθηκαν πολεμώντας τον Ηρώδη. Όλα τα νήπια που σκότωσε ο Μεγάλος Ηρώδης εορτάζονται ως μάρτυρες από την εκκλησία. Γιατί άραγε η εκκλησία μας αδιαφορεί για την αληθινή ιστορία του Ηρώδη, εορτάζοντας μόνο τα θύματα που αναφέρει η Χριστιανική μυθολογία;
 Η εκκλησία μας βέβαια θεωρεί ως μάρτυρες Μακκαβαίους τους εφτά παίδες που σκοτώθηκαν από τον Μακεδόνα βασιλιά Αντίοχο, το 170 π.Χ. επειδή δεν ήθελαν να φάνε χοιρινό. Πρώτα απ΄ όλα κανένας Χριστιανός δεν έγινε μάρτυρας επειδή δεν έτρωγε χοιρινό και τελικά πως ονομάζουν Μακκαβαίους, όποιον θέλουν και όποιον τους ταιριάζει. Αυτοί εδώ οι εφτά παίδες που αναφέρει ο Ιώσηπος είναι οι πραγματικοί Χριστιανοί μάρτυρες.
 Οι Γαλιλαίοι επαναστάτες πολέμησαν στο πλευρό των ελληνιστών βασιλιάδων με μεγάλη πίστη. Την διάρκεια των σκληρών πολέμων των σπηλαίων της Γαλιλαίας, «εκείνοι που συνήθως προκαλούσαν ταραχές», επιτέθηκαν ξαφνικά και σκότωσαν τον Πτολεμαίο, τον στρατηγό του Ηρώδη και λεηλατώντας την περιοχή κατέφυγαν στα έλη και σε άλλα δυσπρόσιτα μέρη.
 Ο Αντώνιος έστειλε χίλιους ιππείς και δύο λεγεώνες με επικεφαλής τον Μαχαιρά, να βοηθήσουν τον Ηρώδη. Ο Αντίγονος όμως νίκησε τον Μαχαιρά και η νίκη του αυτή προκάλεσε στην Γαλιλαία «τόσο μεγάλη εξέγερση που οι οπαδοί του άρχισαν να πιάνουν τους προύχοντες που είχαν ταχθεί με τον Ηρώδη και να τους πετάνε στην λίμνη». Μαχαιρά έστειλες, μάχαιρα θα λάβεις έλεγαν προφανώς οι Γαλιλαίοι.

9) Ο γάμος της βασίλισσας Μαρία και η κυριαρχία του Ηρώδη



 Είχαν περάσει τρία χρόνια από τότε που ο Ηρώδης είχε ανακηρυχθεί βασιλιάς στην Ρώμη αλλά ο Αντίγονος κρατούσε ακόμη την Ιερουσαλήμ. Ο Ηρώδης αποφάσισε να την πολιορκήσει στρατοπεδεύοντας μπροστά στα τείχη απέναντι στο ναό, στο σημείο δηλαδή όπου και ο Πομπήιος είχε επιτεθεί παλαιότερα στην πόλη, την οποία κατείχε τότε ο βασιλιάς Αριστόβουλος, ο πατέρας του Αντίγονου.
 Την στιγμή αυτή διάλεξε ο Ηρώδης να φέρει από την Σαμάρεια την Μαριάμμη, την κόρη του Αλεξάνδρου και ανιψιά του Αντιγόνου με την οποία ήταν αρραβωνιασμένος. Και όπως γράφει ο Ιώσηπος, ο Ηρώδης “περιφρονώντας έτσι τον εχθρό, έκανε τον γάμο στη διάρκεια της πολιορκίας”. Η πριγκίπισσα Μαρία είναι μόλις δώδεκα χρονών.
 Είναι φανερό πως ο Ηρώδης παντρεύτηκε μόνο για πολιτικούς λόγους. Επειδή τα Ιουδαϊκά έθιμα όπως αναφέρει συχνά ο Φλάβιος Ιώσηπος επιτρέπουν να πάρεις πολλές γυναίκες, ο Ηρώδης εκμεταλλεύτηκε την ελευθερία και έφτιαξε ένα χαρέμι με δέκα γυναίκες. Η Μαριάμμη ήταν η δεύτερη γυναίκα του, αφού είχε παντρευτεί πριν γίνει βασιλιάς την Δώρα, η οποία ήταν όμως από ιδιωτική γενιά και όχι βασιλική.
 Η τελετή έγινε δίπλα στα τείχη και μπροστά στους πολιορκημένους οπαδούς του Αντιγόνου, για να τους πάρει με το μέρος του, αφού μετά τον γάμο ήταν νόμιμος βασιλιάς.
 Μετά τον γάμο της Μαρίας με τον Ηρώδη δεν ακολούθησε φαγοπότι αλλά φονικό. Ο Ρωμαίος Σόσιος κατέφτασε με ενισχύσεις και όλοι παρατάχτηκαν απέναντι από το βόρειο τείχος. Όταν έσπασε η πολιορκία οι Ρωμαίοι του Ηρώδη είχαν εξοργιστεί από το μακρύ διάστημα της, και οι Ιουδαίοι που βρισκόταν στο στρατό του Ηρώδη δεν άφηναν κανένα αντίπαλο ζωντανό. «Έσφαζαν τα πλήθη στα σοκάκια και στα σπίτια όπου είχαν στριμωχτεί και όσους κατέφυγαν στο ιερό. Δεν έδειξαν έλεος ούτε στα παιδιά ούτε στους γέρους και τις ανήμπορες γυναίκες”.
 Ο Αντίγονος, βλέποντας πως ούτε τότε τον ευνόησε η τύχη έπεσε στα πόδια του Ρωμαίου στρατηγού Σόσιου. Αυτός κάθε άλλο παρά λυπήθηκε την κατάσταση του και ξέσπασε σε ακράτητα γέλια, αποκαλώντας τον Αντιγόνη. “Δεν του συμπεριφέρθηκε όμως σαν γυναίκα, αφήνοντας τον ελεύθερο, αλλά αλυσοδεμένο τον κρατούσε υπό αυστηρή επιτήρηση. Ο βασιλιάς Ηρώδης έκανε διακρίσεις μεταξύ των δύο παρατάξεων, παρέχοντας τιμές σε όσους τον υποστήριξαν και εξολοθρεύοντας τους οπαδούς του Αντίγονου». Σκότωσε σαρανταπέντε από τους ανώτατους αξιωματικούς, “τους πρώτους εκ της αιρέσεως Αντιγόνου”.
 «Ιδιαίτερα τιμήθηκαν από τον Ηρώδη, ο Πόλλιος ο Φαρισαίος και ο μαθητής του Σαμαίας, γιατί στη διάρκεια της πολιορκίας των Ιεροσολύμων ετούτοι συμβούλευαν τους πολίτες να δεχτούν τον Ηρώδη, και γι΄ αυτό δέχονταν τώρα την ανταμοιβή τους».
 «Ο Σόσσιος αφιέρωσε ένα χρυσό στεφάνι στο θεό και έφυγε από τα Ιεροσόλυμα, παίρνοντας τον Αντίγονο αλυσοδεμένο για να τον πάει στον Αντώνιο».
 «Όταν ο Αντώνιος αιχμαλώτισε τον Αντίγονο, αποφάσισε να τον κρατήσει δέσμιο μέχρι τον θρίαμβο του, αλλά, μαθαίνοντας πως ο λαός επαναστατούσε κατά του Ηρώδη παραμένοντας πιστός στον Αντίγονο εξαιτίας του μίσους του για τον Ηρώδη, αποφάσισε να τον αποκεφαλίσει στην Αντιόχεια. Μάρτυρας μου ο Στράβων ο Καππαδόκης που γράφει τα εξής: “Όταν ο Αντίγονος μεταφέρθηκε στην Αντιόχεια, ο Αντώνιος τον αποκεφάλισε κι έγινε έτσι ο πρώτος Ρωμαίος που αποκεφάλισε βασιλιά, καθώς πίστευε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος για ν΄ αλλάξει τη γνώμη των Ιουδαίων, ώστε να δεχτούν τον Ηρώδη που είχε τοποθετηθεί στην θέση του, καθώς ούτε με βασανιστήρια δεν δέχονταν να τον ανακηρύξουν βασιλιά, τόσο μεγάλη ήταν η εκτίμηση τους στον πρώτο βασιλιά». Μάρτυρας του Ιώσηπου είναι λοιπόν ο Στράβωνας, πως ούτε με βασανιστήρια δεν πρόδιδαν τον Ασαμωναίο βασιλιά οι Ιουδαίοι.
 Μόλις θανατώθηκε ο Αντίγονος, “ο Ηρώδης ελευθερώθηκε από τον φόβο του και ταυτόχρονα η ηγεμονία του γένους των Ασαμωναίων έφτασε στο τέλος της μετά από εκατόν είκοσι έξι χρόνια». Η βασιλεία πέρασε «στον Ηρώδη, τον γιο του Αντίπατρου, που προερχόταν από οίκο κοινών και από ιδιωτική οικογένεια που ήταν υποτελής στους βασιλιάδες».

ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ Φ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ - ΕΛΛΗΝ ΑΣΕΒΗΣ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΩ ΕΔΩ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΟΜΩς ΒΟΗΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΟΤΑΝ ΤΑ ΕΓΡΑΨΑ ΠΡΙΝ ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΙΑ ΗΜΟΥΝ ΑΚΟΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΕΛΛΗΝ ΑΣΕΒΗΣ :-) 

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ